Η διαφθορά, η βία, η ανισονομία, αποτελούν βασικά και μάλλον διαχρονικά προβλήματα στο ποδόσφαιρο που αδυνατεί να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει την τελευταία εικοσαετία. Κι αν μέχρι πρότινος το ελληνικό πρόβλημα απασχολούσε ελάχιστα τις διεθνείς ομοσπονδίες (διότι προφανώς η… Ελλαδίτσα αποτελεί μια κουκκίδα στον παγκόσμιο χάρτη και απειροελάχιστη δύναμη στη βιομηχανία του ποδοσφαίρου), τους τελευταίους μήνες τα δεδομένα άλλαξαν με την έλευση στην ΕΠΟ της αποκαλούμενης Επιτροπής Εξομάλυνσης, η οποία ενεργεί εξ ονόματος της FIFA. Το «greek problem» έχει πλέον διεθνοποιηθεί επισημοποιώντας ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν φαίνεται απλά διεφθαρμένο, αλλά είναι.

Κι όμως, σε τούτη τη μαύρη κι άραχλη εγχώρια ποδοσφαιρική πραγματικότητα υπάρχουν ακόμη σημάδια ζωής που δείχνουν ότι η ελπίδα δεν έχει σβήσει για το δημοφιλέστερο άθλημα στη χώρα. Τούτο βεβαίως δεν αποτελεί δική μας διαπίστωση, το δείχνουν εμπράκτως οι Ευρωπαίοι, μεγάλα και μικρότερα κλαμπ του εξωτερικού που ψάχνουν στη λάσπη της ελληνικής ποδοσφαιρικής αγοράς για να ξεθάψουν διαμάντια. Οι περιπτώσεις του Παπασταθόπουλου και του Μανωλά καταδεικνύει ότι τούτη η (ποδοσφαιρική) γη μπορεί και παράγει top class παίκτες, όπως –στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν –έδωσε έναν Καραγκούνη, έναν Κατσουράνη, έναν Σεϊταρίδη, έναν Γεωργάτο, έναν Νταμπίζα, έναν Ζαγοράκη, έναν Τσιάρτα, έναν Νικολαΐδη κ.ά.

Και η παραγωγή δεν σταματά. Σχεδόν κάθε εβδομάδα καταφθάνουν στη χώρα μας σκάουτ διαφόρων ομάδων για να τσεκάρουν αστεράκια της μπάλας που ξεπετάγονται και λάμπουν προτού καλά καλά προλάβουν να καθιερωθούν στις ομάδες τους. Ηδη το όνομα του Παναγιώτη Ρέτσου βρίσκεται ψηλά στη μεταγραφική λίστα μεγάλων ευρωπαϊκών ομάδων, όπως επίσης και των συμπαικτών του στον Ολυμπιακό Κωνσταντίνου Τσιμίκα, Γιώργου Μανθάτη, Αλέξανδρου Βοΐλη, αλλά και των Τάσου Χατζηγιοβάνη και Θοδωρή Μίγγου του Παναθηναϊκού, Μάριου Σιαμπάνη του ΠΑΟΚ και Αλέξανδρου Κατράνη του Ατρoμήτου.

Τι είναι όμως εκείνο που οδηγεί τα ευρωπαϊκά κλαμπ να τοποθετούν την Ελλάδα μεταξύ των must see προορισμών στην αναζήτηση ταλέντων; Οπως προκύπτει από τη σχετική έρευνα των «ΝΕΩΝ» συνομιλώντας με ανιχνευτές ταλέντων (scout), προπονητές, τεχνικούς διευθυντές και μάνατζερ, υπάρχει ένας πεντάλογος που μετατρέπει τον έλληνα ποδοσφαιριστή σε δελεαστικό προϊόν.

1) Η κατάρτιση και το επίπεδο των περισσότερων ελληνικών ποδοσφαιρικών ακαδημιών θεωρείται υψηλό (αν και κατώτερο των ξένων).

2) Μολονότι μικρή ποδοσφαιρικά χώρα, η Ελλάδα παραμένει μεταξύ εκείνων που παραδοσιακά διαθέτουν καλές «μικρές» εθνικές ομάδες.

3) Η ελληνική αγορά, ιδίως στα χρόνια της κρίσης, θεωρείται προσιτή (αν και όχι τόσο φθηνή) στους Ευρωπαίους, ιδίως για τις ομάδες που δαπανούν αρκετά εκατομμύρια ευρώ στο σκάουτινγκ και σε παίκτες με προοπτική.

4) Στο εξωτερικό εκτιμούν πως το πρωτογενές εγχώριο ποδοσφαιρικό υλικό είναι αξιόλογο, αλλά δεν ευνοείται για να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί σε ένα προβληματικό περιβάλλον, καθώς ούτε υπομονή υπάρχει στους ελληνικούς συλλόγους ούτε η νοοτροπία για να δοθούν επαρκείς ευκαιρίες σε 18-19χρονους παίκτες, παρά μόνο όταν φτάσουν 22-23 ετών.

5) Η συμμετοχή των ελληνικών συλλόγων σε διεθνή τουρνουά και εσχάτως στο αναπτυσσόμενο Τσάμπιονς Λιγκ Νέων.

Το ταλέντο του Στρακόσια τζούνιορ

Το μήλο έπεσε κάτω απ’ τη μηλιά στην περίπτωση του Θωμά Στρακόσια. Ο γιος του παλαίμαχου αλβανού γκολκίπερ του Ολυμπιακού, του Εθνικού, του Πανιωνίου κ.ά. Φώτη Στρακόσια, δείχνει έτοιμος να ξεπεράσει τον πατέρα του. Ο 21χρονος, ύψους 1,92 μ., Στρακόσια τζούνιορ γεννήθηκε στην Αθήνα τον Μάρτιο του 1995 και στα 14 του εντάχθηκε στις ακαδημίες του Πανιωνίου, από όπου τον ξετρύπωσε η Λάτσιο τρία χρόνια αργότερα. Πλέον αποτελεί το Νο 2 των Λατσιάλι πίσω από τον πολύπειρο Μαρκέτι.