Ο,τι αρχίζει ωραία τελειώνει με πόνο, κατά το γνωστό λαϊκό τραγούδι και αυτό ισχύει γενικώς, αλλά και στην πολιτική πολύ περισσότερο για τους αμετροεπείς. Ζήσαμε λοιπόν περίπου έναν μήνα με τις κυβερνητικές μπαρούφες περί αποκατάστασης της ισοδυναμίας της ψήφου των πολιτών και άλλα ηχηρά παρόμοια, αλλά στο τέλος η υπόθεση εξελίχθηκε σε φιάσκο. Εκαναν τα πάντα –άλλα ομολογημένα και άλλα ανομολόγητα –για να εξασφαλίσουν τις 200 ψήφους, αλλά απέτυχαν και αυτή είναι η πρώτη πολιτική – κοινοβουλευτική ήττα Τσίπρα, που παριστάνει ακόμη τον άνετο αλλά η αλήθεια είναι ότι κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα και αυτό πονάει.

Η γλυκιά εκδίκηση της λογικής αντιπολίτευσης σηματοδοτεί αλλαγή σελίδας. Οχι μόνο διότι τιμώρησε την αλαζονεία της παρέας που κυβερνά, αλλά πρωτίστως διότι κατέστησε πλέον σαφές πως η πολιτική αναμέτρηση έχει συγκεκριμένο ορίζοντα. Πάνω από όλα, όμως, ξεκαθαρίστηκε ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με τους υφιστάμενους όρους που μπορούν να εξασφαλίσουν πολιτική σταθερότητα. Εκ των πραγμάτων, εφεξής η κυβέρνηση θα απολογείται για τα έργα και τις ημέρες της και δεν θα μπορεί να απειλεί με προσφυγή στις κάλπες της ακυβερνησίας και της διάλυσης. Ολοι πλέον αντιλαμβάνονται ότι η κλεψύδρα αδειάζει για την κυβερνητική πλειοψηφία, που βλέπει τις δυνάμεις της να καταρρέουν χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Τα κόλπα δεν πιάνουν καθώς έχει πια καταστεί κοινή πεποίθηση ότι πρόκειται για κοινούς ψεύτες που κάνουν πολιτική με συκοφαντίες και εκβιασμούς.

Δύο φορές προκλήθηκε προχθές στη Βουλή ο Πρωθυπουργός από τον Σταύρο Θεοδωράκη και τη Φώφη Γεννηματά για τα ψεύδη που τους αράδιαζε στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις τους και δεν απάντησε λέξη. Αυτή η έμμεση παραδοχή είναι αποκαλυπτική της αναξιοπιστίας στην οποία έχει περιέλθει ο Τσίπρας, που δεν τηρούσε ούτε τα προσχήματα στις συζητήσεις με τους αρχηγούς. Τώρα λοιπόν είναι η ώρα που θα πληρώσει αθροιστικά για όλα και δεν μπορούν να τον σώσουν οι διώξεις και οι αθλιότητες εις βάρος μέσων ενημέρωσης που δεν του είναι αρεστά. Προφανώς θα συνεχίσουν τη στρατηγική της ήττας με ακόμη μεγαλύτερη ένταση, αλλά δεν φταίει ο τοίχος που πάει με ταχύτητα πάνω τους.