Το κτίριο της «Boston Globe» με τα τεράστια τζάμια στην πρόσοψη ξεχωρίζει κατά μήκος της Λεωφόρου Μορισέι στη συνοικία Ντόρστερ της Βοστώνης. Στον πρώτο όροφο, στα δημοσιογραφικά γραφεία που απλώνονται σε μεγάλη έκταση χωρίς διαχωριστικά, ξεχώριζε στον τοίχο μια χειρόγραφη ταμπέλα: «Βοστώνη, η μεγαλύτερη μικρή πόλη της Αμερικής». Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 τα γραφεία των ελληνικών εφημερίδων ήταν πολύβουα μέρη: γραφομηχανές, φωνές, φαξ, τέλεξ και πολλές ηχηρές κουβέντες –αστεία, καβγάδες, συζητήσεις για τις εξελίξεις. Στα γραφεία της «Globe», την ίδια εποχή, επικρατούσε σχεδόν απόλυτη ησυχία.

Ολοι εργάζονταν σε κομπιούτερ και ελάχιστοι μιλούσαν μεταξύ τους. Τη δεύτερη μέρα ρώτησα έναν συνάδελφο: «Γιατί δεν μιλάτε;». «Μα μιλάμε» εξήγησε. Με μηνύματα μέσα από το σύστημα εσωτερικής αλληλογραφίας που είχε τοποθετηθεί στους υπολογιστές τους. Αυτή ήταν η πρώτη έκπληξη.

Η δεύτερη ήρθε λίγο αργότερα, την ώρα που φτιάχναμε καφέ στο κουζινάκι. «Αυτό το θέμα δεν το αγγίζουμε» ενημέρωσε κάποιος. «Το ψάχνει το Spotlight». Ο σεβασμός όλων ήταν εμφανής. Οπου Spotlight (Προβολέας) το όνομα μιας ομάδας έμπειρων δημοσιογράφων που αναλάμβαναν αποκαλυπτικά ρεπορτάζ, η έρευνα για τα οποία μπορεί να διαρκούσε και μήνες. Κάθονταν σε ξεχωριστά γραφεία στον άλλο όροφο, δούλευαν ακανόνιστες ώρες και οι υπόλοιποι τους κοίταζαν με θαυμασμό ανάμεικτο με λίγη ζήλεια. Οι έρευνές τους είχαν φέρει πολλά Πούλιτζερ στην εφημερίδα από τη δεκαετία του ’70, οπότε και ιδρύθηκε η ομάδα στο πρότυπο μιας ανάλογης στους «Sunday Times».
Την ιστορία αυτής της δημοσιογραφικής ομάδας και τη συμβολή της στην αποκάλυψη του μεγάλου σκανδάλου κακοποίησης εκατοντάδων παιδιών από ιερείς της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στη Βοστώνη αφηγείται η ταινία «Spotlight», που τιμήθηκε πριν από λίγο καιρό με το Οσκαρ καλύτερης ταινίας.

Η ομοιότητα των γραφείων ήταν απίστευτη –από τις αφίσες στους τοίχους έως τη μάρκα των τηλεφώνων. Την ίδια έκπληξη αισθάνθηκε όταν είδε την ταινία και ο Μάικλ Ρεζέντες (στην ταινία τον υποδύεται ο Μαρκ Ράφαλο), ο μοναδικός από την ομάδα που ακόμα εργάζεται στην εφημερίδα. Κι όμως ήταν αναπαράσταση σε στούντιο του Τορόντο.

«Η έρευνα θα σώσει την τιμή της δημοσιογραφίας» μου είχε πει λίγο καιρό πριν πάω στη Βοστώνη, στα γραφεία της «Washington Post», ο Μπομπ Γούντγουορντ, ο οποίος μαζί με τον Καρλ Μπέρνστιν είχε αποκαλύψει το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ που οδήγησε στην παραίτηση του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. «Η εξουσία πάντα θα αντιτίθεται και θα βάζει εμπόδια. Και εμείς θα απαντάμε ψάχνοντας ακόμα βαθύτερα.

Η ταινία «Ολοι οι άνθρωποι του προέδρου» μπορεί να μην άλλαξε το Χόλιγουντ, άλλαξε όμως τη δημοσιογραφία. Εδωσε νέα ώθηση στις έρευνες για την αποκάλυψη σκανδάλων». Θα γίνει το ίδιο και τώρα που όλοι κάνουν περικοπές, περιορίζουν το προσωπικό και στην εποχή του Ιντερνετ η ταχύτητα θεωρείται μια από τις πιο μεγάλες αρετές; Στην ταινία η διαδικασία έρευνας όλου του καταλόγου των κληρικών και οι συνεντεύξεις με τα θύματα ουσιαστικά περνούν μπροστά από τα μάτια μας μέσα σε τρία λεπτά. Στην πραγματικότητα διήρκεσε μήνες…

«Μια δυναμωτική ένεση στο μπράτσο της δημοσιογραφίας». Ετσι χαρακτήρισε την απονομή του Οσκαρ καλύτερης ταινίας στο «Spotlight» ο Ρόμπι Ρόμπινσον, επικεφαλής της ομάδας (στην ταινία τον υποδύεται ο Μάικλ Κίτον). «Είναι μια υπενθύμιση στο κοινό για το πόσο σημαντική είναι η καλή δημοσιογραφία και πόσο μεγάλη διαφορά μπορεί να έχει για τη ζωή των πολιτών –ιδιαίτερα των πολιτών εκείνων που δεν έχουν κανένα για να μιλήσει εκ μέρους τους εκτός από εμάς».

Δυναµωτική ένεση σε µια δύσκολη εποχή

Η δυναμωτική ένεση έρχεται καθώς η οικονομική πίεση στην ψηφιακή εποχή έχει αναγκάσει πολλές εφημερίδες να κάνουν αιματηρές περικοπές και ενώ οι δημόσιες επιθέσεις σε δημοσιογράφους και έντυπα αποτελούν πλέον κοινό στοιχείο της πολιτικής ζωής σε πολλές χώρες, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την Τουρκία. Η «Boston Globe», μια από τις παλαιότερες και κάποτε μια από τις μεγαλύτερες εφημερίδες της χώρας, δεν εξαιρέθηκε από τις πιέσεις αυτές καθώς αναγκάστηκε να κλείσει όλα τα γραφεία της στο εξωτερικό και να διατηρήσει μέσα στις ΗΠΑ μόνο το γραφείο της Ουάσιγκτον στην Pensylvania Avenue, κοντά στο Λευκό Οίκο.
Μπροστά σε όλες αυτές τις πιέσεις, η διατήρηση των συνδρομητών έχει αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία. Ετσι όταν η «Globe» άλλαξε εταιρεία διανομής στις αρχές του χρόνου και δημιουργήθηκαν προβλήματα στο να φθάνει η εφημερίδα εγκαίρως κάθε πρωί στα σπίτια των αναγνωστών, οι δημοσιογράφοι προσφέρθηκαν εθελοντικά εκτός από τη δουλειά τους να κάνουν τη διανομή πόρτα πόρτα. «Είναι μια δύσκολη εποχή για την έντυπη δημοσιογραφία», λέει η Σάσα Πφάιφερ, το ρόλο της οποίας στην ταινία έπαιξε η Ρέιτσελ ΜακΑνταμς. «Και αυτή ήταν η καλύτερη δυνατή στιγμή να βραβευτεί μια ταινία που αναδεικνύει το μεγαλείο της καλής δημοσιογραφίας».
Τα άλλοτε μέλη της δημοσιογραφικής ομάδας κάνουν ομιλίες τους τελευταίους μήνες σε διάφορα σχολεία και πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα. Πολλοί νέοι που είδαν την ταινία τούς εκμυστηρεύονται ότι αποφάσισαν να γίνουν δημοσιογράφοι έπειτα από όσα παρακολούθησαν στη μεγάλη οθόνη. «Αναρωτιόμαστε, όμως, μεταξύ μας» λέει η Πφάιφερ. «Θα υπάρχουν δουλειές για δημοσιογράφους στο μέλλον;».

Η ταινία είναι μια ερωτική επιστολή στην ερευνητική δημοσιογραφία και μια υπενθύμιση ότι σήμερα, 13 χρόνια και 3 δισεκατομμύρια δολάρια σε εξωδικαστικούς συμβιβασμούς αργότερα, το θέμα δεν έχει κλείσει. Οι αποκαλύψεις εκείνες ώθησαν το ξετύλιγμα του κουβαριού των σεξουαλικών κακοποιήσεων παιδιών στους κόλπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας που συνεχίζεται.

«Η ερευνητική δημοσιογραφία χρειάζεται παντού»

Κανείς όμως δεν μπορούσε να το διανοηθεί αυτό στις καθημερινές συσκέψεις στην εφημερίδα, στα εσωτερικά αστεία για το ποιος παντρεύτηκε και ποιος χώρισε, στα φουριόζικα περάσματα του Ρόμπινσον από τα γραφεία ανάμεσα σε ταξίδια του στη Μέση Ανατολή, στις μπίρες που καταναλώνονταν αργά το βράδυ σε μια από τις πολλές παμπ του South Boston, της γειτονιάς των Ιρλανδών, ή σε κάποιο μπαρ του κέντρου, στο Beacon Hill. Και στα πάρτι, όταν κάποιες έρευνες βραβεύονταν με Πούλιτζερ –ένα από τα 23 που έχουν κερδίσει οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας.
Στην ταινία δεν εξωραΐζεται τίποτα, δεν ωραιοποιείται μια κατάσταση που συχνά κρύβει δύσκολες συνθήκες εργασίας, ατελείωτα ωράρια, πίεση και άγχος. Αλλωστε, αναδεικνύεται το ότι μια δεκαετία πριν από τις αποκαλύψεις του 2003 η εφημερίδα είχε δεχθεί την καταγγελία για 20 ιερείς που κακοποιούσαν παιδιά, εμφανίστηκε όμως ως ένα ρεπορτάζ 200 λέξεων το οποίο σύντομα ξεχάστηκε. «Τώρα κοιτάμε πίσω» λέει ο Ρόμπινσον και αναρωτιόμαστε: «Μα πώς δεν σκεφθήκαμε να ψάξουμε την είδηση περισσότερο;».
Ισως γιατί χρειαζόταν κάποιος «εκτός συστήματος» για να δει το μέγεθος της ιστορίας από μακριά. Χρειαζόταν ένας δημοσιογράφος που ήρθε από τη «Miami Herald», o Μάρτιν Μπάρον, σήμερα διευθυντής της «Washington Post» (στην ταινία τον υποδύεται ο Λιβ Σράιμπερ) να κατανοήσει τις υπόγειες διασυνδέσεις της κοινωνίας της Βοστώνης, να δει πέρα από το σκάνδαλο με τα πρώτα ονόματα ιερέων. Να κατανοήσει τη βαθιά συστημική δυσλειτουργία μιας κοινότητας όπου η Εκκλησία επηρέαζε τις τοπικές εξουσίες και η εγγύτητα έκανε τα όρια να εξαφανίζονται. «Η Βοστώνη είναι η μεγαλύτερη μικρή πόλη της Αμερικής» δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Ρεζέντες και κατάλαβα ότι εκείνη η χειρόγραφη ταμπέλα στον τοίχο είχε βαθύτερο νόημα. «Η ερευνητική δημοσιογραφία χρειάζεται παντού: σε μικρές πόλεις, σε μεγάλες πόλεις, σε κράτη και σε διεθνές επίπεδο. Η εξουσία πρέπει πάντα να ελέγχεται. Γιατί πάντα έχει πολλά να κρύψει».

Οι δημοσιογράφοι της «Boston Globe» ελπίζουν ότι η επιτυχία της ταινίας θα μεταφερθεί και στην πραγματική ζωή. Περισσότεροι συνδρομητές αλλά και περισσότερες δωρεές από το κοινό για δημοσιογραφικά πρότζεκτ. Ισως πρέπει να ειπωθούν και άλλες ιστορίες για τον κόσμο της δημοσιογραφίας. Ισως σε αυτή την εποχή που οι δημοσιογράφοι έχουν γίνει εύκολος στόχος για όλους, να χρειάζεται να θυμίσουμε τα νυχτέρια, την αγωνία πάνω από τα τηλέφωνα, το κυνήγι των πηγών που διστάζουν να μιλήσουν, τους κινδύνους που συνοδεύουν την ανάδειξη σκανδάλων και διαφθοράς. Να θυμίσουμε ότι τελικά οι δημοσιογράφοι είναι εκείνοι που μιλούν για λογαριασμό όσων δεν έχουν κανένα να μιλήσει εκ μέρους τους.