«Είμαι μητέρα δύο κοριτσιών ηλικίας 34 και 32 χρόνων. Και τα δύο έχουν σπουδάσει. Η μία βρεφονηπαγωγός και τώρα προσέχει ένα παιδάκι. Δεν έχει διορισθεί. Ευκαιριακά εργάζεται κάποιες ώρες, για ψίχουλα. Η δεύτερη κόρη μου είναι άνεργη, παρόλο που έχει σπουδάσει ηλεκτρονικούς υπολογιστές –τομέας που θεωρείται ότι έχει προοπτική. Τον σύζυγο τον έχω χάσει και με τη σύνταξή μου στηρίζω όσο μπορώ τις κόρες μου. Αναγκάζονται να μένουν στο σπίτι μου καθώς είναι δύσκολο να κάνουν δικές τους οικογένειες. Τα παιδιά μου θέλουν να εργαστούν, αλλά δεν βρίσκουν δουλειά. Οι πόρτες είναι κλειστές για τους νέους. Ευτυχώς που έχουμε δικό μας σπίτι, αλλά και πάλι πληρώνουμε τους φόρους. Για το αύριο πιστεύω ότι, δυστυχώς, δεν υπάρχει πουθενά φως. Μακάρι να αλλάξουν τα πράγματα. Αλλά δεν το βλέπω. Οσο μπορούμε, θα πληρώνουμε. Με ανησυχεί περισσότερο το μέλλον για τα κορίτσια μου, γιατί θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολο να βρουν δουλειά και αναγκαστικά είναι εγκλωβισμένα στο σπίτι. Πλήρωσα για τις σπουδές τους, αλλά τότε τα πράγματα ήταν καλύτερα, ήταν μια επένδυση. Και σε αυτήν την ηλικία δεν έχουν δουλειά. Εμείς οι συνταξιούχοι όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης στηρίζαμε τις οικογένειές μας. Τώρα τι θα γίνει; Ασφαλώς και έχω άγχος και ανησυχία για το τι θα ακολουθήσει».