Η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή και η αποδιάρθρωση της κοινωνικής συνοχής την οποία προκάλεσε το πρώτο Μνημόνιο είχε ως συνέπεια την πλήρη κατάρρευση, μέσα σε μόλις δύο χρόνια, της πολιτικής εκπροσώπησης, παραταξιακής ή πελατειακής, η οποία είχε οικοδομηθεί την προηγούμενη τριακονταετία.

Τριγμοί στο κομματικό σύστημα καταγράφηκαν βέβαια σε όλες τις χώρες που βίωσαν την οικονομική κρίση, είτε εντάχθηκαν σε Μνημόνια (Πορτογαλία, Ιρλανδία) είτε όχι (Ιταλία, Ισπανία). Πουθενά όμως η αποσάθρωση της πολιτικής εκπροσώπησης δεν πήρε την έκταση και δεν εκφράστηκε με την ένταση με την οποία αποτυπώθηκε στην Ελλάδα. Σημείο τομής οι εκλογές της 6ης Μαΐου 2012, με τις οποίες έκλεισε ένας πολιτικός κύκλος και άνοιξε ένας νέος: ο άλλοτε κραταιός δικομματισμός (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ) συρρικνώθηκε σε μόλις 32%, τρία νεοπαγή κόμματα (ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ, Χρυσή Αυγή) εκτινάχθηκαν στο 24%, σχεδόν ένας στους πέντε ψηφοφόρους επέλεξε μικρά κόμματα που παρέμειναν εκτός Βουλής, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε το μεγάλο άλμα από το 4,5% στο 16,8%.

Αυτή η (μάλλον απωθημένη) εικόνα ενός θρυμματισμένου πολιτικού τοπίου αποτέλεσε το ασταθές έδαφος πάνω στο οποίο έπρεπε να οικοδομηθεί ένα νέο κομματικό σύστημα. Οι δύο επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, τον Ιούνιο του 2012 και τον Ιανουάριο του 2015, οδήγησαν βέβαια στη διαμόρφωση ενός ατελούς δικομματισμού (ΣΥΡΙΖΑ/ΝΔ), ο οποίος όμως συνυπάρχει με την επίμονη διατήρηση ενός κατακερματισμένου πολυκομματισμού.

ΕΝΑ ΙΔΙΟΜΟΡΦΟ ΜΕΙΓΜΑ. Μια ερμηνεία που προτάθηκε για τη διαμόρφωση αυτού του ιδιόμορφου μείγματος δικομματισμού/πολυκομματισμού είναι ότι αντανακλά τη σύνθεση δύο διαφορετικών και διακριτών πολιτικών διαιρέσεων: αφενός την παραδοσιακή αντιπαράθεση Δεξιά/Αριστερά και αφετέρου τη συγκυριακή τομή που προκλήθηκε από την οικονομική κρίση (Μνημόνιο/αντιμνημόνιο). Αυτό το σχήμα των δύο αξόνων διατυπώθηκε κυρίως για να περιγράψει τη δημιουργία των ΑΝΕΛ ως δεξιού αντιμνημονιακού πόλου αλλά και την απότομη διόγκωση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αναδείχθηκε στον κύριο υποδοχέα και εκφραστή της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Η σύμπτωση των δύο κομμάτων στον αντιμνημονιακό πόλο εξηγούσε επίσης την ιδεολογικά παράταιρη αλλά πρακτικά σχεδόν ανέφελη κυβερνητική συνεργασία τους.

Μετά την υπογραφή και την υπερψήφιση της νέας συμφωνίας είναι πλέον φανερό ότι το σχήμα των δύο αξόνων έχει αποδυναμωθεί πλήρως στη σημερινή συγκυρία, ιδιαίτερα μάλιστα αν οι ΑΝΕΛ αποδειχθούν το τρίτο κατά σειρά θύμα (μετά τον ΛΑΟΣ και τη ΔΗΜΑΡ) της εποχής των Μνημονίων. Αλλά και κατά την προηγούμενη περίοδο είχε αποδειχθεί ατελέσφορο για να ερμηνεύσει τις επιμέρους ταυτότητες των μικρότερων κομμάτων.

Αυτό ισχύει κατ’ αρχάς για το ΚΚΕ, η ερμηνεία του οποίου ως ακροαριστερού αντιμνημονιακού κόμματος παραγνωρίζει το ιστορικό βάθος μακρόχρονων πολιτικών παραδόσεων, οι οποίες υπερβαίνουν κατά πολύ τη συγκυρία. Ανάλογη παρατήρηση μπορεί να γίνει και για τη Χρυσή Αυγή (ΧΑ), η ανάδυση της οποίας μπορεί να χρησιμοποίησε ως εφαλτήριο την οικονομική και κοινωνική κρίση, η πολιτική της ταυτότητα όμως εδράζεται σε μια ακροδεξιά πολιτική κουλτούρα με ισχυρές διαχρονικά ρίζες. Η αυτονόμηση και σταθεροποίηση της ακρότατης Ακροδεξιάς είναι σφάλμα να αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην επιβολή των Μνημονίων. Αποτελεί σύμπτωμα ενός ευρύτερου ευρωπαϊκού φαινομένου (με τις κατά περίπτωση ιδιαιτερότητές του), που σηματοδοτεί την αδυναμία της κλασικής Κεντροδεξιάς να λειτουργήσει πλέον ως χώρος ενσωμάτωσης περιθωριοποιημένων κοινωνικών στρωμάτων.

Ερμηνευτικές δυσκολίες εμφανίζει το σχήμα των δύο αξόνων και στην περιγραφή της διάσπασης του μεσαίου χώρου, αφού ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι ουσιαστικά ταυτίζονται και στους δύο άξονες. Αλλωστε κοινή ιδεολογική αναφορά αποτελεί και για τους δύο η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, όπως π.χ. η ένταξη στο Ποτάμι της νεοφιλελεύθερης Δράσης. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο κομμάτων υποδηλώνει επομένως την ύπαρξη και τρίτου άξονα, την αντιπαράθεση παλαιού και νέου πολιτικού προσωπικού, ο οποίος, έστω και σε δεύτερο πλάνο, ήταν διαρκώς παρών, συμβάλλοντας σημαντικά στη συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ. Την αντίθεση αυτή (νέο/παλιό) εκμεταλλεύτηκε άλλωστε και ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη από το 2012, έχοντας αρχικά στόχο κυρίως το ΠΑΣΟΚ, ενώ την επαναφέρει εμφατικά σήμερα, απέναντι κυρίως στη ΝΔ.

ΕΠΑΝΑΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ. Η εκ των πραγμάτων αποδυνάμωση της αντίθεσης Μνημόνιο/αντιμνημόνιο στη σημερινή προεκλογική συγκυρία οδηγεί στην αναζήτηση νέων πολιτικών ισορροπιών στο κομματικό σύστημα. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο το ΚΚΕ όσο και η ΧΑ αναδεικνύουν στον πολιτικό τους λόγο ως πρωταρχικά άλλα διακυβεύματα και μόνο η ΛΑΕ προτάσσει την αντίθεση στα Μνημόνια ως τη σχεδόν αποκλειστική της ταυτότητα.

Από τα λοιπά κόμματα, είναι φανερό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει ίσως τις μεγαλύτερες δυσκολίες για να επανατοποθετηθεί στο νέο πολιτικό τοπίο, αφού είχε επενδύσει υπέρμετρα στην αντιμνημονιακή ρητορική. Γι’ αυτό και ταλαντεύεται ποια διαίρεση (τη Δεξιά/Αριστερά ή το παλιό/νέο) θα αναδείξει ως κυρίαρχη, παρότι και οι δύο θα μπορούσαν να αποδειχθούν ενδεχομένως ιδιαίτερα ευνοϊκές. Και το κυριότερο, σε περίπτωση που επικρατήσει, θα κληθεί να αντιμετωπίσει με ρεαλισμό το ζήτημα των συμμαχιών.

Το πρόβλημα του κομματικού επαναπροσδιορισμού και των νέων ισορροπιών δεν αποτελεί όμως ζητούμενο μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Με την εξαίρεση του ΚΚΕ και της Χρυσής Αυγής που απευθύνονται σε ειδικά ακροατήρια, όλα τα λοιπά κόμματα ήδη από τη Δευτέρα θα αναγκαστούν να τοποθετηθούν με σαφήνεια στο μετεκλογικό τοπίο και επομένως να εγκαταλείψουν την ευδαιμονία της αυτάρεσκης ιδιαιτερότητας (την «υπέροχη απομόνωση»), την οποία προσφέρει η προεκλογική περίοδος.