Η δημοσίευση πριν από μία εβδομάδα της φωτογραφίας του δολοφονημένου Παύλου Φύσσα δημιούργησε εύλογα τεράστια αμηχανία. Εάν δεν πλαισιωνόταν από το συγκεκριμένο έντυπο όπου δημοσιεύθηκε, θα αποτελούσε το κορυφαίο αντιφασιστικό ντοκουμέντο της εποχής μας.

Μία εβδομάδα αργότερα, τηλεοπτικές σκηνές και φωτογραφίες απεικονίζουν με χειροπέδες την ηγεσία και τα στελέχη της Χρυσής Αυγής που διώκονται από τη Δικαιοσύνη για εγκληματικές δράσεις. Οι εικόνες θυμίζουν έντονα τις αντίστοιχες συλλήψεις των τρομοκρατών της 17Ν πριν από μια δεκαετία (2002). Οσες επιφυλάξεις για τη θεαματική μεταχείριση των (φερόμενων ακόμη ως) ενόχων κι εάν έχει κανείς, δεν μπορεί παρά να νιώθει παράλληλα και μια ανακούφιση. Αντίθετα από ό,τι συνέβη με τη 17Ν, όπου η κρυφή τρομοκρατία πιάστηκε ύστερα από δεκαετίες αδράνειας, η φανερή τρομοκρατία της Χρυσής Αυγής αντιμετωπίζεται μέσα σε λίγα χρόνια (από την εκδήλωσή της τουλάχιστον σε πολιτικό επίπεδο). Ουσιαστικά οι συγκεκριμένες εικόνες ζουμάρουν σε κάτι «ασύλληπτο»: Μια κοινωνία που βρίσκεται στα πρόθυρα της εξάντλησης από την κοινωνική πτώση που προκάλεσε η οικονομική κρίση, μια κοινωνία που φλερτάρει έντονα τα τελευταία χρόνια με τον εκφασισμό και την αγανακτισμένη βία, βρίσκει τους θεσμικούς τρόπους να ανανήψει και να ενωθεί ξανά στην υπεράσπιση της σημαντικότερης κατάκτησής της. Της δημοκρατίας.

Οι εικόνες της τελευταίας εβδομάδας δεν λένε απλά χίλιες λέξεις, όπως θέλει το ρητό. Λένε όλα όσα δεν μπορούν να ειπωθούν με λέξεις. Εκθέτουν την υπόγεια μάχη, που μαίνεται εδώ και τέσσερα χρόνια, η ελληνική κοινωνία να μη βυθιστεί στο χάος, να μείνει όρθια, να αψηφήσει τα φίλια χτυπήματα -κάτω από τη ζώνη –των ευρωπαίων συμμάχων, να αντιδράσει και εντέλει να στιγματίσει τον ίδιο τον «κακό» εαυτό της.

Ο Βασίλης Βαμβακάς είναι λέκτορας στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ