Η Κέιτ Μπλάνσετ στη νέα ταινία του αμερικανού σκηνοθέτη «Blue Jasmine», που θα προβληθεί στη χώρα μας στο τέλος του καλοκαιριού, είναι ο τελευταίος κρίκος μιας σειράς από δυναμικές αλλά ευάλωτες γυναίκες που κοσμούν το κινηματογραφικό σύμπαν ενός δημιουργού ο οποίος κάποτε είχε θεωρηθεί ακόμη και μισογύνης. Οπως έχει δηλώσει κι ο ίδιος, μπορεί να κατηγορηθεί για διάφορα, όχι όμως ότι δεν δημιουργεί ενδιαφέροντες γυναικείους χαρακτήρες

Οπως πολλοί πρωταγωνιστές των ιστοριών του Γούντι Αλεν, η Τζάζμιν, η ομώνυμη ηρωίδα δηλαδή της τελευταίας του ταινίας «BlueJasmine», μιλά συχνά με ένα γνώριμο τραύλισμα και ταλαιπωρείται από υπαρξιακές ανησυχίες. Πέρα από αυτά τα χαρακτηριστικά όμως, δεν θυμίζει σε τίποτα τον δημιουργό της.

Η Τζάζμιν, την οποία υποδύεται η Κέιτ Μπλάνσετ, χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της όταν ανακαλύπτει ότι ο σύζυγός της (Αλεκ Μπάλντουιν) είναι απατεώνας και μάλιστα έχει χάσει όλη τους την περιουσία. Αποφασίζει να μείνει για ένα διάστημα στο σπίτι τής αδελφής της στο Σαν Φρανσίσκο και εκεί κάνει μια νέα αρχή –δείχνει όμως να βρίσκεται σταθερά στον κόσμο της. Εξακολουθεί να είναι παθιασμένη με ζητήματακοινωνικών τάξεων –καθώς και με μάρκες πολυτελείας: άλλωστε, γνωρίζει πώς να προφέρει τέλεια την ονομασία LouisVuitton.

Οι ψευδαισθήσεις της όμως καταρρέουν σιγά σιγά. Αυτό που απομένει είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές ηρωίδες του Γούντι Αλεν. Και είναι πολλές. Σε μια καριέρα που αριθμεί πάνω από σαράντα ταινίες, συμπεριλαμβανομένων των «Βίκυ, Κριστίνα, Μπαρτσελόνα», «Αλις», «Η Χάνα και οι αδελφές της» και «AnnieHall» (που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα με τον τίτλο «Ο νευρικός εραστής), δυναμικές και αξιομνημόνευτες γυναίκες έγιναν σήμα-κατατεθέν του γουντιαλενικού σύμπαντος. Σαν τη… γραμματοσειρά των τίτλων του, δηλαδή.

Και μιλάμε για γυναίκες κυριαρχικές, αλλά και υποτακτικές –γυναίκες που αγωνιούν, ερωτεύονται, καταρρέουν, αλλά ουδέποτε υποβιβάζονται σε κοινότοπα στερεότυπα. Και όμως, δεν τις συνδέει τίποτα κοινό, πέραν του ανθρώπου που τις επινόησε. «Πολλοί με κατηγορούν για ναρκισσισμό, άλλοι υποστηρίζουν πως τα έχω με την εβραϊκή καταγωγή μου. Αλλά ελάχιστοι έχουν αμφισβητήσει την ικανότητά μου να δημιουργώ ενδιαφέρουσες γυναίκες», δήλωνε ο ίδιος σε μια συνέντευξη μόλις πριν από έναν μήνα.

Του διαφεύγουν βέβαια οι συχνές κατηγορίες για σεξισμό και μισογυνισμό –κορυφώθηκαν τη δεκαετία του ’90, όταν δηλαδή ο χωρισμός του με τη Μία Φάροου εμφανίστηκε σε διάφορα πρωτοσέλιδα και οι κεντρικοί χαρακτήρες ταινιών όπως το «Husbands and wives» και «Διαλύοντας τον Χάρι» έμοιαζαν να απολογούνται για τις πράξεις του… δημιουργού τους. Ακόμη και τότε όμως, ο Γούντι Αλεν ασχολήθηκε με χαρακτήρες που το Χόλιγουντ σπανίως αγγίζει –δηλαδή με γυναίκες που έχουν ξεπεράσει το 30ό έτος της ηλικίας τους.

Και εδώ και δεκαετίες, πολλές διακεκριμένες πρωταγωνίστριες αναζητούν κάποιου είδους επιβεβαίωση μέσα από έναν ρόλο σε κάποια μελλοντική ταινία του Γούντι Αλεν, ο οποίος, από το 2005 και μετά (δηλαδή, μετά το εντυπωσιακό σουξέ του αριστουργηματικού «Match Point») αναζητά όλο και πιο ενδιαφέρουσες «γυναίκες» για τις ιστορίες του σε διάφορα μέρη του πλανήτη καθώς, σύμφωνα με τη Σκάρλετ Γιόχανσον (που πρωταγωνίστησε σε τρεις ταινίες του): «Εκτιμά την ιδιότητα μιας γυναίκας να μεταμορφωθεί από θήραμα σε θηρευτή». Η ηθοποιός μάλιστα εντόπισε και μια θηλυκή πλευρά στον Αλεν. «Στα αλήθεια πιστεύω πως ο Γούντι θα ήταν πιο ευτυχισμένος αν είχε γεννηθεί ως ντίβα της όπερας», είπε. «Ζει για τη δραματική έξαρση, τα κουτσομπολιά, τις στενοχώριες και τις αναταραχές –εφόσον αυτά συμβαίνουν σε κάποιον άλλο».

Οταν η ανδρική ματιά άλλαξε

Σε παλαιότερες δουλειές του, όπως τις «Μπανάνες» ή τον «Υπναρά», η ματιά του παρέμενε καθαρά ανδρική. Ακόμη και το «Annie Hall» που πήρε το όνομά του από την κεντρική του ηρωίδα, αρχίζει με την on-camera εξομολόγηση του χαρακτήρα που ο ίδιος ενσαρκώνει. Αυτό άρχισε να αλλάζει όταν ο ηθοποιός/σκηνοθέτης ξεκίνησε τη σχέση του με την Ντάιαν Κίτον. «Τη θαύμαζα τόσο πολύ και ως ηθοποιό και ως άνθρωπο, ώστε άρχισα να αναζητώ και τη γυναικεία πλευρά των ιστοριών μου. Και η αλήθεια είναι πως νιώθω πολύ πιο άνετα όταν «δημιουργώ» γυναίκες». Η ίδια η Ντάιαν Κίτον θεωρεί πως η σχέση τους έμοιαζε πολύ με αυτήν που αφηγείται το «Annie Hall»: «Παραπονιόμουν διαρκώς για τη ζωή μου και υπέφερα από χαμηλή αυτοεκτίμηση. Και ο Γούντι με βοήθησε. Και δεν έδειξε μόνο ενδιαφέρον για μένα αλλά και για την οικογένειά μου».

Μερικά από τα ονόματα γυναικών που έχουν περάσει από την κάμερα του Γούντι Αλεν: Τζούλια Ρόμπερτς, Τζούντι Ντέιβις, Μαντόνα, Μάιρα Σορβίνο, Μέλανι Γκρίφιθ, Γουινόνα Ράιντερ, Κριστίνα Ρίτσι, Ντέμι Μουρ, Πενέλοπε Κρουθ, Τζούλιετ Λιούις, Νάταλι Πόρτμαν, Μπάρμπαρα Χέρσεϊ. Ολες τους δέχτηκαν να πάρουν πολύ λιγότερα χρήματα από αυτά που τσεπώνουν συνήθως –οι γυναίκες ηθοποιοί όμως έχουν μικρότερο πρόβλημα με αυτό σε σχέση με τους άνδρες. Η Τζούλιετ Τέιλορ, σκηνοθέτιδα η ίδια αλλά και casting director για τις περισσότερες ταινίες του Γούντι Αλεν, λέει: «Ολοι ξέρουν πως δεν έχουμε χρήματα και αυτό, πλέον, έχει καταντήσει χαριτωμένο ανέκδοτο. Στην αρχή της καριέρας του, ντρεπόταν να μιλήσει στις ηθοποιούς του. Σήμερα αντιθέτως έχει πολλές καλές φίλες. Είναι ένας από αυτούς τους τύπους με τον οποίο μπορείτε να καθήσετε και να συνομιλήσετε στο τηλέφωνο με τις ώρες».

Παρόλα αυτά, ούτε στις φίλες του δείχνει να χαρίζεται εν ώρα εργασίας. Οταν, ύστερα από χρόνια επέλεξε να συνεργαστεί ξανά με την Ντάιαν Κίτον για το «Μυστηριώδεις φόνοι στο Μανχάταν» δεν δίστασε να πιέσει τη πρωταγωνίστριά του. «Η σκηνή δεν βγαίνει καλή, μου είπε», θυμάται η ηθοποιός. «Τι να κάνω, του λέω. Προσπάθησα όσο μπορούσα και στο τέλος, πέταξε τη σκηνή. Ευτυχώς που δεν με απέλυσε!».

Ηρωίδα ελληνικής τραγωδίας

Ο Αλεν έχει κατά καιρούς δηλώσει πως οι γυναικείοι χαρακτήρες του γεννιούνται από τις δικές του προσωπικές εκτιμήσεις για τις αντιδράσεις πολλών γυναικών σε συγκεκριμένες καταστάσεις. «Τώρα αυτό δεν σημαίνει πως σκέφτομαι συνειδητά ως γυναίκα όλη την ώρα». Αλλά στην περίπτωση της Τζαζμίν εμπνεύστηκε από την ιστορία μιας γυναίκας που είχε ακούσει από τη σύζυγό του. «Αυτή η γυναίκα», λέει, «ήταν μια μεγαλοαστή που βίωσε μια απότομη πτώση της κοινωνικής της θέσης και έπρεπε να συρρικνώσει δραστικά τον τρόπο ζωής της. Από εκεί που ξόδευε απεριόριστα χρήματα, υποχρεώθηκε να μεταλλαχθεί σε κάποια που έπρεπε να ψωνίζει πλέον μονάχα από παζάρια ή ακόμη και να δουλέψει. Κάπου εκεί σκέφτηκα πως αν αυτή η γυναίκα ήταν, κατά κάποιον τρόπο υπεύθυνη για αυτή την κάθοδο, τότε θα μπορούσες να μιλήσεις και για τραγωδία, με την ελληνική έννοια του όρου».

Ο Αλεν πάντως μπορεί να δέχεται τον ρόλο του παρατηρητή των γυναικών αλλά μια φορά αποπειράθηκε να ενσαρκώσει ο ίδιος μία από αυτές. Οταν, το 1987, φιλμάρισε το τσεχοφικών αποχρώσεων δράμα του υπό τον τίτλο «Σεπτέμβρης», θέλησε να παίξει τον ρόλο μιας προκλητικά ειλικρινούς μητέρας –ρόλος που πήγε αντ’ αυτού στην Ελέιν Στριτς. «Θα μετέτρεπε την ταινία σε κωμωδία του ενός αστείου. Θα γελούσαν μόλις παρουσιαζόμουν και μετά θα ήθελαν να φύγουν!».