Στην κηδεία της Δόμνας Σαμίου, στο Νεκροταφείο Νέας Σμύρνης, τον περασμένο Μάρτιο, οι δύο κύριοι που ανέλαβαν να ψάλουν στη νεκρώσιμη ακολουθία δεν ανήκαν στους συνηθισμένους ψάλτες. Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος, διευθυντής της Ελληνικής Βυζαντινής Χορωδίας, ήταν ο ένας. Ο Χρόνης Αηδονίδης, δάσκαλος και ακάματος ερμηνευτής του παραδοσιακού τραγουδιού, ο άλλος.

Η σημειολογία της παρουσίας του δεύτερου τεράστια, αφού ήταν ξεκάθαρο πως έμενε τελευταίος – από την παλιά φρουρά και ηλικιακά – στην υπηρεσία της παράδοσης, της έρευνας, της διδασκαλίας. Η εμφανής του συγκίνηση εκείνο το τσουχτερό μεσημέρι ενίσχυε τη σημειολογία. Συγκινημένος πρωτόγνωρα ήταν και την περασμένη Κυριακή, στο κατάμεστο Ηρώδειο, στη συναυλία που διοργάνωσε η Ελισάβετ Παπαγεωργίου προς τιμήν του. Αψογα ντυμένος, παραλίγο να ξεσπάσει σε λυγμούς όταν ξεκίνησε να ερμηνεύει το αργό τραγούδι της Ανατολικής Θράκης «Τρία καράβια πάνε». Ο κόσμος χειροκρότησε παρατεταμένα – κατά τη διάρκεια της φορτισμένης παύσης του – και ο ίδιος υποκλίθηκε.

Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΟΛΗ. Ηταν σαν σε φλας μπακ να περνούσε μπροστά του ολόκληρη η ζωή του (84 ετών ο ίδιος σήμερα), από την ημέρα που γεννήθηκε στο μικρό χωριό της Καρωτής Εβρου, το μακρινό 1928, μέχρι εκείνη τη στιγμή που με 200 συντελεστές από Θράκη και Μακεδονία εμφανιζόταν στο διψασμένο για παραδοσιακά τραγούδια κοινό του Ηρωδείου. Μια ζωή αφοσιωμένη στην παράδοση και στους θησαυρούς της.

Γιος ιερέα, διδάσκεται βυζαντινή μουσική πλάι στον πρωτοψάλτη Μιχάλη Κεφαλοκόπτη, αργότερα σπουδάζει και διορίζεται δάσκαλος και από το 1950 μεταναστεύει στην Αθήνα μαζί με τους γονείς του. Αν η αισθηματική μας αγωγή συνδιαμορφώνεται από τους πρώτους μας δασκάλους και την οικογένειά μας, σημειώστε πως τότε ακριβώς ο Αηδονίδης σπουδάζει στο Ελληνικό Ωδείο με δάσκαλο τον Θεόδωρο Χατζηθεοδώρου, αν και η συνάντησή του το 1953 με τον μεγάλο λαογράφο Πολύδωρο Παπαχριστοδούλου, που τότε επιμελείται στην ΕΙΡ (κρατική ραδιοφωνία) την εκπομπή «Θρακικοί αντίλαλοι», είναι μοιραία.

Το άγνωστο ρεπερτόριο της μακρινής Θράκης βρίσκει τον ξεναγό του και ο θρακιώτης λογιστής – διορισμένος τότε στο Σισμανόγλειο και μέχρι τη συνταξιοδότησή του, το 1988 – αποφασίζει να αφιερωθεί στην παραδοσιακή μουσική. Μια πορεία παράλληλη με της Δόμνας Σαμίου. Και οι δύο οικοδομούν ένα νέο προφίλ στον κόσμο του τραγουδιού, αφού η δράση τους δεν περιορίζεται στην ερμηνεία δημοτικών και νησιώτικων σε κέντρα και δισκογραφία αλλά συνδυάζεται – ίσως και υποτάσσεται – με τη διάσωση με μπόλικα ταξίδια, εκπομπές, διδασκαλία, αφιερώματα, επιτόπιες καταγραφές και μόχθο μυρμηγκιού.

Σχεδόν αμέσως, κατά τη δεκαετία του 1950, γίνεται σολίστ στη Χορωδία του Παντελή Καββακόπουλου, συμμετέχει στη χορωδία του εθνομουσικολόγου Σίμωνα Καρρά, από το 1957 έχει τη δική του ραδιοφωνική εκπομπή, δισκογραφεί και οργώνει την Ελλάδα με συναυλίες. Το παραδοσιακό τραγούδι βρίσκει τον ιερέα του, αν και πάνω από τον ναό των τραγουδιών θα μαζευτούν τα σύννεφα που φέρνει η δικτατορία και η κιτς – διαστρεβλωμένη – ανάδειξη της δημοτικής παράδοσης με τις ανεκδιήγητες γιορτές του Καλλιμάρμαρου.

Το κακό έχει γίνει, ένα κομμάτι του κοινού μεταπολιτευτικά ταυτίζει – άδικα – τα δημοτικά με τους συνταγματάρχες και χρειάζεται πολύ κόπος για να επανοικειοποιηθεί ο κόσμος την παραδοσιακή μουσική. Ο Αηδονίδης συμβάλλει καθοριστικά σε αυτό ενώ παράλληλα, κατά τη δεκαετία του 1990 και μετά, τα μουσικά σχολεία και τα τμήματα παραδοσιακής μουσικής που ιδρύονται ανοίγουν το σεντούκι με τους κρυμμένους θησαυρούς των δημοτικών τραγουδιών. Ταυτόχρονα οι πολιτιστικοί και χορευτικοί σύλλογοι σε όλη την Ελλάδα πυκνώνουν και διαμορφώνουν ένα άτυπο δίκτυο ανάδειξης της παράδοσης, πλάι στα αναγκαία «ανοίγματα» σε πιο ευρύ κοινό.

Ενα τέτοιο άνοιγμα επιχειρεί επιτυχημένα, όταν το 1990 συνεργάζεται με τον Γιώργο Νταλάρα και τον Ρος Ντέιλι για τον δίσκο «Τα αηδόνια της Ανατολής». Τώρα μπαίνει η Θράκη στην ατζέντα των ακουσμάτων και ο Χρόνης «ξαναχτυπά» τρία χρόνια μετά με τον διπλό δίσκο «Τραγούδια και σκοποί της Θράκης» των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης.

Η ΩΡΑ ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ. Με παραπάνω από 450 θρακιώτικά τραγούδια στη σοδειά του (αλλά και συνεργασίες με την «άλλη όχθη» του τραγουδιού όπως με Λίνα Νικολακοπούλου, Νίκο Κυπουργό, Παντελή Θαλασσινό) κάνει check-in συχνά στα αεροδρόμια όλου του κόσμου για περιοδείες, ενώ η αριστοτεχνική φωνή του ταξιδεύει τηλεοπτικά στον κόσμο: αρχικά στο διακρατικό παγκόσμιο τηλεοπτικό πρόγραμμα υποδοχής της νέας χιλιετίας, το 2000 στο Σούνιο. Και στην Τελετή Λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα το 2004 όπου ερμηνεύει συγκινητικά το «Φίλοι μ’ καλωσορίσατε» και πίσω του οι χορευτές θερίζουν στάχυα.

Στάχυα θερίζει και ο ίδιος ακάματα – υπό μία έννοια – αφού οι κόποι χρόνων αποκρυσταλλώνονται πια με μπόλικες βραβεύσεις (όπως από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο το 2010) ενώ η διδασκαλία του σε ωδεία και ιδρύματα, όπως στο Ιδρυμα Ζήση του Χαλανδρίου και στο Εργαστήρι Παραδοσιακής Μουσικής Αλεξανδρούπολης, φέρνει κοντά του δεκάδες νέα αστέρια του χώρου.

Οπως η αγαπημένη του μαθήτρια Νεκταρία Καραντζή, την οποία πρωτοπαρουσίασε ο ίδιος το 2004 στον διπλό δίσκο «Οταν οι δρόμοι συναντιούνται» με βυζαντινούς και εκκλησιαστικούς ύμνους.

Το 2002, στην Αλεξανδρούπολη, ιδρύεται και ο σύλλογος Αρχείο Μουσικολαογραφικής Παράδοσης «Χρόνης Αηδονίδης» με χορωδίες και χορευτικά τμήματα και με μαθητές από 5 ετών, ενώ ο Χρόνης ταξιδεύει, με δικά του έξοδα, από την Αθήνα για την πρωτεύουσα της Θράκης κάθε μήνα δύο φορές, για να διδάξει τα νέα παιδιά. Μάλιστα, το 2008 δωρίζει το αρχείο του στη Μητρόπολη Αλεξανδρούπολης.

Στα 84 του σήμερα, παραμένει ενεργός στις επάλξεις. Χαμηλών τόνων – σχεδόν δεν ήθελε να γίνει η συναυλία στο Ηρώδειο, αφού… ντρεπόταν, όπως εξομολογήθηκε – κλαίει πάντα όταν ερμηνεύει το θρακιώτικο μοιρολόι του γάμου «Εβγα μάνι μ’». Και χαμογελάει όταν βλέπει τους καρπούς της διδασκαλίας του, τους εκατοντάδες μαθητές της Χορωδίας Συλλόγου «Χρ. Αηδονίδης», να βγαίνουν με περγαμηνές στην υπόθεση της παράδοσης.

ΕΙΠΕ

Η παραδοσιακή είναι ζωντανή μουσική. Δεν είναι μουσειακό είδος

ΕΙΠΑΝ ΓΙ’ ΑΥΤΟΝ

Ο νέος Χρόνης Αηδονίδης του Διδυμοτείχου, που ερμήνευσε το τραγούδι του «Βλαχόπουλου» στην περασμένη εκπομπή, θαρρείς κι ανέβηκε από τον υποβλητικό κόσμο των παππούδων του. Τι απλότητα κι έκφραση και ποιόν! Τα διδάχθηκε από τη μάνα του!..

(Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου, 1965)