«Αγαπάς την Ελλάδα; Απόδειξη!» έλεγε μια αρκετά παλιά τηλεοπτική διαφήμιση, που φαντάζει σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ. Ήδη έχω γεμίσει δύο τσάντες με αποδείξεις που φοβάμαι μην αμολήσουν σαν σουπιές το μελάνι τους και δεν προλάβω να τις καταγράψω για τον έφορο.

Σούπερ μάρκετ, κομμωτήρια, βενζινάδικα, ενοίκια, κοινόχρηστα, δώρα… Σταγόνα στον μαύρο ωκεανό της φοροδιαφυγής μας, σκέφτομαι καθώς αφήνω 100 ευρώ στο γραφείο του γιατρού μου.

Συνηθίζω να τον ρωτώ «τι οφείλω;» και συνηθίζει να απαντά «τίποτα». Πάντα ανοίγω την τσάντα, βγάζω το πορτοφόλι και εκείνος όταν σιγουρευτεί ότι έκανα τη συνήθη κίνηση, κινείται προς την πόρτα και την ανοίγει για να φύγω και να υποδεχθεί τον επόμενο ασθενή-πελάτη. Περάστε, ακούστε, πληρώστε και φύγετε. Χωρίς υπόδειξη και χωρίς απόδειξη. Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται και δεν μπαίνουν σε διαβούλευση. Το «τίποτα» είναι γνωστός ευφημισμός και οι γιατροί το εκφέρουν με χαμόγελο, ενώ σε συνοδεύουν προς την έξοδο και ανοίγουν με τρόπο τις τσέπες της λευκής ποδιάς τους.

Δεν είναι όλοι ίδιοι. Σίγουρα όχι. Στην πορεία τους, όμως, αρκετοί είδαν πολλούς πριν από αυτούς να κλείνουν πόρτες, να κανονίζουν αμοιβές ή να δέχονται δώρα. Το χρήμα για τον ασθενή είναι ασήμαντο μπροστά στη ζωή του και ο γιατρός το μαθαίνει με τα χρόνια. Αυτή την πεποίθηση αναγνωρίζει συχνά κάποιος με απελπισία όταν πέσει στα έμπειρα χέρια τους. Κάτι για τον αναισθησιολόγο, κάτι για τον βοηθό και κάτι για να γλιτώσουμε και πάλι από τον Χάρο. Το χειρότερο όμως ορισμένων και γνωστών γιατρών είναι η ξιπασιά τους. Ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τους συγγενείς που αγωνιούν και η απάθεια που διακρίνεις σε αυτούς καθώς συνιστούν ψυχραιμία.

Οι τραγουδιστές και οι ηθοποιοί που πληρώνονται αδρά, ας ξιπάζονται και ας φοροδιαφεύγουν- λίγο μας νοιάζει. Οι μεγαλογιατροί, οι μεγαλοδικηγόροι και οι μηχανικοί που λειτουργούν ανάλογα δεν είναι νούμερα, παίζουν με τις ζωές μας και αυτές δεν είναι ζάρια!