Συγκριτικά με άλλους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, ο Τύπος έχει υπάρξει ιστορικά μία διασπασμένη αγορά. Οι διαφορές σε γλώσσα, ενδιαφέροντα και κουλτούρα πάντα προστάτευαν τα τοπικά προϊόντα από τον ξένο ανταγωνισμό- ακόμα και σήμερα, η εφημερίδα που κρατάτε στα χέρια σας δεν απειλείται από τους «Τάιμς» όπως, λόγου χάριν, μία ελληνική σοκολάτα από μία ιταλική. Αποτέλεσμα αυτής της πραγματικότητας είναι ένας κλάδος που σπανίως ενώνεται σε διεθνές επίπεδο για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του- γι΄ αυτό και η προ μηνών κινητοποίηση, υπό την ηγεσία της Διεθνούς Ένωσης Εφημερίδων, κατά της παγκόσμιας μηχανής αναζήτησης Google (που δημοσιεύει στην ειδησεογραφική της υπηρεσία τίτλους από εφημερίδες του πλανήτη), δημιούργησε αίσθηση. Δεν είναι τυχαίο που το πρωτοσέλιδο του «Εconomist» προ ολίγων εβδομάδων ήταν η ερώτηση «Ποιος φοβάται την Google;».

Η κεντρική θέση των εκδοτών εφημερίδων συνοψίζεται στην αντίθεση προς την πρακτική του Google να αναπαράγει τους τίτλους και υπότιτλους των ειδήσεων (ακόμα και εάν ενθαρρύνει τους χρήστες του να επισκεφθούν την ιστοσελίδα του εκάστοτε εντύπου για το πλήρες άρθρο) καθώς εκτιμούν ότι τούτο τοποθετεί έναν ενδιάμεσο στη σχέση τους με τον αναγνώστη- εν ολίγοις, λειτουργώντας ουσιαστικά σαν online περίπτερο, το Google ενισχύει την επισκεψιμότητά του χρησιμοποιώντας χωρίς άδεια το υλικό του Τύπου. Γι΄ αυτό και η προ ολίγων ημερών ανακοίνωση του Google ότι κατέληξε σε συμφωνία με τα μεγάλα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία- όπως το Αssociated Ρress και το Αgence France Ρress- να αναδημοσιεύει πλήρως το υλικό τους (δηλαδή όχι μόνο τους τίτλους) έχει κάνει τις εφημερίδες να σαστίσουν. Πιθανόν να έχει ξεκινήσει μία νέα δυναμική στην αγορά της διαδικτυακής ειδησεογραφίας- και οι εκδότες μάλλον δεν είναι έτοιμοι να τη χειριστούν.

ΠΙΘΑΝΟΝ ΤΟ ΝΕΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

να αναγκάσει τις εφημερίδες να κάνουν λιγότερη αντιγραφή και αναδημοσίευση και περισσότερη πρωτογενή και πρωτότυπη δουλειά

Εκ πρώτης όψεως, κερδισμένοι από αυτή τη σημαντική μεταβολή είναι το Google και τα μεγάλα πρακτορεία. Η μηχανή αναζήτησης (πέραν του ότι λύνει μεμιάς τις νομικές της διαφορές με τα πρακτορεία, πληρώνοντάς τα αδρά για να αναδημοσιεύει το υλικό τους) θα κρατάει τους χρήστες για περισσότερο χρόνο στις σελίδες της και, καίρια, θα τους εκθέτει συνεπώς σε περισσότερες διαφημίσεις- παράλληλα, καταφέρνει πλήγμα στον ανταγωνισμό αφού οι ειδήσεις ήταν το έσχατο σημείο που το Google υπολειπόταν του (έτερου γίγαντα) Υahoo. Ωστόσο, μεγαλύτερη εντύπωση προκαλεί η κίνηση των Αssociated Ρress και Αgence France Ρress καθώς δείχνουν να ολοκληρώνουν την πορεία τους από βασικοί συνεργάτες των εφημερίδων- καθώς πάμπολλα έντυπα αγοράζουν αξιοσημείωτο μέρος της ύλης τους από πρακτορεία- σε νεόφυτους ανταγωνιστές. Πολλοί θα ισχυριστούν ότι η παράκαμψη των εφημερίδων συνιστά «προδοσία» των πρακτορείων, εν τούτοις μία ψύχραιμη ανάγνωση των νέων δεδομένων μάλλον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η συνεργασία απλά αποτελούσε επιταγή άλλου- απαρχαιωμένου, πλέον- επιχειρηματικού μοντέλου.

Θεωρητικά, το νέο καθεστώς θα οδηγήσει σε μείωση της επισκεψιμότητας των ιστοσελίδων των εφημερίδων αφού οι εκατομμύρια χρήστες του Google δεν χρειάζεται να εγκαταλείψουν τις σελίδες του για να ενημερωθούν πλήρως. Ισχύει όμως αυτό για όλες τις εφημερίδες; Οι πρώτες ενδείξεις έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον: όντως το υλικό των πρακτορείων αποδεικνύεται ιδιαίτερα δημοφιλές, ειδικά αφού το Google έπαψε να συμπεριλαμβάνει άρθρα εφημερίδων που αποτελούν απλές αναδημοσιεύσεις από το Αssociated Ρress ή το ΑFΡ. Ωστόσο, ταυτόχρονα βγαίνουν στο προσκήνιο και ανέρχονται στις σχετικές κατατάξεις ηλεκτρονικές εκδόσεις εφημερίδων που χρησιμοποιούν ελάχιστα τα πρακτορεία και στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά σε ύλη δικής τους παραγωγής- το κάλλιστο παράδειγμα είναι η βρετανική «Guardian» που, σε σχετική μέτρηση της υπηρεσίας Νewsknife που μετρά και αξιολογεί τα ειδησεογραφικά sites, κατακτά την πρώτη θέση, ξεπερνώντας ακόμα και τους κραταιούς «Νew Υork Τimes» και «Washington Ρost». Εν ολίγοις, πιθανόν το νέο καθεστώς της Google να αναγκάσει τις εφημερίδες να κάνουν ό,τι οι αναγνώστες τους προτρέπουν εδώ και καιρό: λιγότερη αντιγραφή και αναδημοσίευση, περισσότερη πρωτογενής και πρωτότυπη δουλειά.