Αγωνιστής έως το τελευταίο… Μπιπ (όπως ονόμαζε τον σιωπηλό ήρωά του που «έπαιζε» με τα ανθρώπινα συναισθήματα) ήταν ο διάσημος μίμος, αγαπημένος του ελληνικού κοινού, Μαρσέλ Μαρσό
Με λευκό μέικ-απ σε όλο το πρόσωπο, τονισμένα χείλη και φρύδια, αστείο καπέλο ή κατάμαυρα σγουρά μαλλιά, ασπρόμαυρη ναυτική «στολή» και μαλακές πουέντ αποτύπωνε ενώπιον του κοινού του για πενήντα χρόνια όλη την γκάμα των ανθρώπινων συναισθημάτων, δίχως να βγάζει άχνα. Ο Μπιπ, ο ήρωάς του, κατάφερνε θαυμαστά δίχως λέξεις να ζωγραφίζει με χειρονομίες και εκφράσεις όλα όσα μας βασανίζουν, μας χαροποιούν, μας ενοχλούν, μας απογειώνουν. Αγωνιστής της σκηνής, ακάματος έως τα 84 του, ανυπότακτος σε μόδες έως το τελευταίο… Μπιπ.
Η τέχνη της μιμικής δεν θα είναι πια ποτέ η ίδια, μετά τον θάνατο του Γάλλου μετρ της Μαρσέλ Μαρσό. Αγαπημένου του ελληνικού κοινού, που μέχρι και το 2003 το έκανε να γελάει με την καρδιά του και να χειροκροτεί με ενθουσιασμό τα άφωνα κατορθώματα του Μπιπ. Τα οποία πάντα είχαν να κάνουν με τη φιλοσοφία και την ποίηση της ζωής και με την «τέχνη της σιωπής» (L΄art du silence).
«Πέθανε το βράδυ του Σαββάτου και σύντομα
LΙΝΚ
http://www.
mime.
info/encyclopedia /marceau. html
θα ανακοινώσουμε πότε θα γίνει η κηδεία του» δήλωνε η κόρη του Καμίλ Μαρσό δίχως να διευκρινίσει την αιτία θανάτου.
Γεννημένος το 1923 στο Στρασβούργο ως Μαρσέλ Μανζέλ, γιος χασάπη με φωνή βαρύτονου, είχε από μικρός ως ινδάλματά του τον Μπάστερ Κίτον, τους αδελφούς Μαρξ και τον Τσάρλι Τσάπλιν. Όταν η οικογένειά του χρειάστηκε να κρυφτεί από τους Γερμανούς στη Νότια Γαλλία άλλαξε το όνομά του σε Μαρσό για να κρύψει τις εβραϊκές ρίζες του, ενώ στο μεταξύ συμμετείχε ενεργά στην Αντίσταση και λόγω των αγγλικών που μιλούσε έγινε σύνδεσμος με τον στρατηγό Τζορτζ Πάτον. Δεν κατάφερε όμως να γλιτώσει τον πατέρα του που το 1944 χάθηκε στους θαλάμους αερίων του Άουσβιτς – κάτι που ο Μαρσέλ Μαρσό δεν ξεπέρασε ποτέ. Μέχρι πρόσφατα έλεγε: «Μπορεί ανάμεσα σ΄ εκείνους τους ανθρώπους που θανατώθηκαν να ήταν ένας Αϊνστάιν, ένας Μότσαρτ ή εκείνος που θα έβρισκε το φάρμακο για τον καρκίνο…».
Μετά την απελευθέρωση και ύστερα από σπουδές δίπλα στον διάσημο, τότε, μίμο Ετιέν Ντεκρού, ο Μαρσό ραφινάρισε τη μιμική τέχνη του με όχημα τον Μπιπ, που από το 1947 άλλαξε για πάντα τα δεδομένα και έγινε προσωπικό του στυλ, στη λιλιπούτεια σκηνή του Θεάτρου Τσέπης. Λίγο μετά ίδρυσε την πρώτη στην Ευρώπη ομάδα μίμων (Compagnie Μarcel Μarceau), που ύστερα από μια περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες στα μέσα του ΄50, απέκτησε διεθνή φήμη.
«Έχω την αίσθηση πως έκανα στη μιμική τέχνη εκείνο που έκανε ο Αντρέ Σεγκόβια στην κιθάρα ή ο Πάμπλο Καζάλς στο βιολοντσέλο» έλεγε, όταν πια ο Μπιπ του ταξίδευε από την Αυστραλία και την Κίνα έως το Μεξικό και τη Λιθουανία και εκείνος διηύθυνε τη Διεθνή Σχολή Μίμων (προτού ιδρύσει τη δική του Διεθνή Σχο λή Μιμοδράματος- Εcole Ιnternationale de Μimodrame- στο Παρίσι). Παράλληλα εμφανιζόταν στη μεγάλη οθόνη, στην «Μπαρμπαρέλα» με την Τζέιν Φόντα ή, αργότερα, στο «Silent Μovie» του Μελ Μπρουκς, σιωπηλός, με μόνο μία ατάκα: «Νon!» (Όχι).
Το μυστικό του; Η ασταμάτητη δουλειά. Αυτό ήταν, όπως έλεγε ο Μαρσέλ Μαρσό, που δεν του στέρησε την περίφημη ευελιξία του στη σκηνή. «Αν σταματήσεις έστω για λίγο όταν φτάσεις τα 70 ή τα 80», έλεγε, «δεν μπορείς πια να συνεχίσεις. Γι΄ αυτό πρέπει να δουλεύεις ασταμάτητα».
«Η μιμική δεν έχει πατρίδα»
● «Είναι παράξενη η ζωή. Όλα μπορεί να κρέμονται από μια κίνηση, από μια ματιά».
● «Η παντομίμα είναι ποίηση. Είμαι χαρούμενος που είμαι μίμος. Αυτό μου επιτρέπει να εκφράζω όλα μου τα συναισθήματα. Η μιμική δεν έχει πατρίδα. Η μουσική και ο ήχος βρίσκονται παντού». ● «Η νεότητα είναι στην ενεργητικότητα».