Τα παιδιά των αλλοδαπών και των παλιννοστούντων αύξησαν τον μαθητικό πληθυσμό

των σχολείων της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, δίνοντας νέα

πνοή στον γηγενή μαθητικό πληθυσμό που μειώθηκε κατά 80.000 μαθητές μέσα σε

δύο χρόνια.

Όπως προκύπτει από έρευνα (η οποία δημοσιεύεται στο περιοδικό «Σύγχρονη

Εκπαίδευση») του κ. Μανώλη Δρεττάκη, πρώην αντιπροέδρου της Βουλής και

καθηγητή της ΑΣΟΕΕ, το ποσοστό που αντιπροσώπευαν στον συνολικό μαθητικό

πληθυσμό το 1996/97 τα παιδιά με παλιννοστούντες ή αλλοδαπούς γονείς, και τα

οποία φοιτούσαν σε σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,

σημείωσε από τότε σημαντική αύξηση και ακόμα μεγαλύτερη αύξηση το 1997/98.

Την ίδια ώρα, ο γηγενής μαθητικός πληθυσμός μειώθηκε κατά περίπου 80.000

μαθητές (-5,4%), κυρίως στα Δημοτικά και τα Γυμνάσια και λιγότερο στα Λύκεια

και στα Ενιαία Πολυκλαδικά (στα ΤΕΛ και ΤΕΣ σημειώνεται μια μικρή αύξηση

εξαιτίας της στροφής προς την τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση). Η μείωση

αυτή του γηγενούς πληθυσμού στα Δημοτικά Σχολεία και τα Γυμνάσια, σύμφωνα με

τον κ. Δρεττάκη, οφείλεται στη δραματική μείωση των γεννήσεων από το 1981 και

μετά.

Πάνω από το 70% των παιδιών με παλιννοστούντες και αλλοδαπούς γονείς φοιτούσαν

και τα τρία σχολικά έτη στα Δημοτικά Σχολεία, με αποτέλεσμα το ποσοστό που

αντιπροσώπευαν να φτάσει από το 5,2% το 1995/96 στο 7,5% το 1997/98. Τη

δεύτερη θέση κατέχουν τα παιδιά στα Γυμνάσια, που αποτελούσαν το 3,5% του

συνόλου για το σχολικό έτος 1997/98, αλλά και το 20,5% του συνόλου των παιδιών

με παλιννοστούντες και αλλοδαπούς γονείς στα ελληνικά σχολεία το ίδιο έτος.

Από πού έρχονται, όμως, αυτά τα παιδιά και οι γονείς τους; Από την απογραφή

φαίνεται ότι το σχολικό έτος 1996/97 το 84% του συνόλου αυτών των παιδιών

είχαν γεννηθεί σε χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και την Αλβανία. Το

ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 86,5% το 1997/98.

Αντίθετα, τα ποσοστά που αντιπροσωπεύουν οι μαθητές που γεννήθηκαν σε άλλες

χώρες είναι μεγαλύτερα καθώς προχωράμε από τα Δημοτικά στα Γυμνάσια, από τα

Γυμνάσια στα ΤΕΛ και ΤΕΣ και ακόμα περισσότερο στα Λύκεια και τα Ενιαία

Λύκεια. Η διαφορά αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι στα τέλη της δεκαετίας του

’70 σημειώθηκε ένα κύμα παλιννόστησης, κυρίως από τη Δυτική Γερμανία, και όσα

από τα παιδιά των παλιννοστούντων έχουν τελειώσει το σχολείο βρίσκονται σ’

αυτά τα σχολεία.