Αγαπητέ άγνωστε φίλε, εφευρέτη του τηλεκοντρόλ, οι φίλαθλοι όλου του κόσμου

σε καιρό Ολυμπιάδας σε ευχαριστούμε. Χωρίς εσένα, η παρακολούθηση αλλά και η

απόλαυσή μας θα ήταν μισές

Τρίτη βράδυ και οι Έλληνες φίλαθλοι έχουν στηθεί μπροστά στις τηλεοράσεις τους

­ αλλά με τα μάτια στραμμένα στο Τορίνο και όχι στο Σίδνεϊ. Το Τσάμπιονς Λιγκ

είναι μια διοργάνωση οικεία και θελκτική ­ τουλάχιστον δεν αρχίζει τ’ άγρια

χαράματα ­, ο Παναθηναϊκός πάντα μεταμορφώνεται στα ευρωπαϊκά παιχνίδια, η

Γιουβέντους είναι Γιουβέντους και στο γραφείο τα στοιχήματα έπεσαν βροχή για

το αν θα βάλει τρία ή τέσσερα γκολ. Το παιχνίδι αρχίζει ζωηρά, όσο όμως δεν

έρχεται το γκολ γεννιέται η περιέργεια για ένα πέταγμα στην Ολυμπιάδα. Στα

μέσα του ημιχρόνου, ένα πρώτο γρήγορο γύρισμα, μεταδίδεται το σύνθετο ομαδικό

της γυμναστικής γυναικών, το μάτι πιάνεται στην ψηλόλιγνη σιλουέτα με τα κοντά

μαλλιά, στο αστέρι της Ρωσίας, τη Χόρχινα, βάζω μια νοητή υποθήκη να την

ξαναεπισκεφθώ. Πίσω στο Τορίνο μία απ’ τα ίδια, έως τη στιγμή της μεγάλης

καραμπόλας, ένα γκολ που επιβεβαιώνει ότι ο θεός αποφάσισε να πάρει τα

πράγματα στα χέρια του. Στο Σίδνεϊ όλα φυσιολογικά, να και το αστέρι μας στους

ασύμμετρους ζυγούς, το καλύτερό της όργανο, γρήγορο τσεκάρισμα στο ματς, θέλει

λίγα λεπτά για το ημίχρονο, ποτέ τίποτα δεν γίνεται με ιταλικές ομάδες στα

λεπτά αυτά (ο τελικός του πανευρωπαϊκού ήταν η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον

κανόνα). Η Χόρχινα πετάει, πετάει τόσο που έπεσε, δεν το πιστεύω καθώς το ζουμ

στο πρόσωπο αποκαλύπτει τα δάκρυά της και όταν γυρνάω στο Τορίνο ένας έξαλλος

Γκούμας τραγουδάει κάτι γαλλικά, αλλά έχουν ήδη τελειώσει και τα ριπλέι. Τά

‘χει αυτά το ζάπινγκ. Αποφασίζω στο δεύτερο ημίχρονο να κάτσω ήσυχος και

κρατάω την υπόσχεσή μου μέχρι το ογδοηκοστό τρίτο λεπτό.

Τετάρτη βράδυ, τα παθήματα μαθήματα και στο κάτω κάτω ο Ολυμπιακός είναι

μεγαλύτερος γρίφος. Η ζωή όμως έχει και άλλες ανάγκες, ακόμα και για τους

φιλάθλους, ακούω το γκολ του Οφορίκουε στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου και του

Τζιοβάνι ανεβαίνοντας τις σκάλες του σπιτιού μου, δεν πειράζει, όλα δείχνουν

ότι θα βάλει και άλλα. Στο ημίχρονο δεν προλαβαίνω να ζαπάρω, γιατί και ο

φίλαθλος πρέπει ν’ αλλάξει ρούχα και να φάει, αλλά στην αρχή του δευτέρου ο

ρυθμός έχει πέσει τόσο που κάνω μια βόλτα στην ολυμπιακή πισίνα. Στέκομαι λίγο

για να δω τη νίκη του Ιταλού, που παραδέχτηκε ότι ντοπάρεται με μακαρονάδα (ο

φίλαθλος δεν αρκεί να βλέπει, πρέπει και να διαβάζει), και τότε η μόνιμη

απορία μου για την ανυπαρξία των Ελλήνων κολυμβητών εκδηλώνεται σε νευρική

χρήση του τηλεκοντρόλ που μου αποκαλύπτει ότι και το παιχνίδι στο Ολυμπιακό

Στάδιο της Αθήνας έχει βυθιστεί στην ίδια κατάσταση. Με τούτα και με κείνα,

δεν χάνω τίποτα αλλά και δεν βλέπω ουσιαστικά τίποτα, ευτυχώς που υπάρχει η

βραδινή επανάληψη.

Το Σάββατο, επιτέλους η δυνατότητα για απευθείας Ολυμπιάδα και μάλιστα με τον

Γκάλη της μπάρας. Στήνομαι από νωρίς με πορτοκαλάδα και σημαιάκια, αφήνω το

τηλεκοντρόλ στην άλλη άκρη του σαλονιού, αλλά όταν ο Πύρρος χάνει την πρώτη

προσπάθεια από υπέρβαση χρόνου, θεωρώ ότι το γούρι πρέπει ν’ αλλάξει και κάνω

τη βόλτα που χρειάζεται για να γυρίσω κανάλι. Ξεκίνησε ο στίβος, σε μισή ώρα

τρέχει η Κατερίνα στον τελικό. Για να μη σας τα πολυλογώ, η μεγάλη προσπάθεια

του Πύρρου πέφτει πάνω στην προθέρμανση των κοριτσιών, οι κραυγές μου ­ και

των γειτόνων ­ μοιράζονται ισόποσα στους δύο Έλληνες Ολυμπιονίκες, τον δε

Εθνικό Ύμνο τον ακούω μόνο και μόνο γιατί έγινε άκυρη εκκίνηση στο κατοστάρι

των ανδρών. Αργότερα η αγωνία του Γκατσιούδη να βρει τον εαυτό του πέφτει πάνω

στον τελικό του πόλο γυναικών και η τελευταία βολή του μεγάλου Ζελέζνι χάνεται

στο κενό καθώς οι Αμερικανίδες ισοφαρίζουν τις Αυστραλέζες τέσσερα

δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη, δέχονται γκολ που ακυρώνεται στα δύο

δευτερόλεπτα και νέο γκολ που μετράει με το τελικό σφύριγμα. Νιώθω τέτοια

εξάντληση που τρέμω στην ιδέα ότι αύριο πρέπει να ξυπνήσω στις επτάμιση για

τον Ταμπάκο ­ εκείνη την ώρα πάντως τ’ άλλα κανάλια δείχνουν μόνο χιόνι.