Πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως στην έκταση της παραοικονομίας. Αντιστοιχεί στο 21,5% του ΑΕΠ (40 δισ. ευρώ) αν και άλλες μελέτες την τοποθετούν σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα –στο 30% ΑΕΠ (55-60 δισ. ευρώ περίπου). Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος βρίσκεται στο 18,3%. Στις περισσότερες κεντροευρωπαϊκές χώρες είναι κάτω του 10%. Στις μεσογειακές ξεπερνά το 15%, με την Ελλάδα στην κορυφή. Παράλληλα όμως η Ελλάδα έχει και το μεγαλύτερο ποσοστό αυτοαπασχολούμενων απ’ όλες τις αναπτυγμένες χώρες του πλανήτη και φυσικά της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το ποσοστό τους εκτιμάται στο 34% ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ βρίσκεται στο 16%, λιγότερο από το μισό δηλαδή της Ελλάδας. Μέγεθος παραοικονομίας και μέγεθος αυτοαπασχολουμένων (κυρίως σε παραδοσιακού τύπου δραστηριότητες, όχι βεβαίως σε start ups) συνδέονται άρρηκτα. Οπως σημειώνει ανάλυση του ΣΕΒ, το μέγεθος των αυτοαπασχολούμενων συνιστά ένδειξη υπανάπτυξης και εκτεταμένης φοροδιαφυγής –δηλαδή συμπτώματα παραοικονομίας. Να σημειωθεί ακόμη ότι από το 66% των μισθωτών ένα ποσοστό άνω του 30% απασχολείται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Ολοι αυτοί οι δείκτες είναι εξόχως και τυπικά ελληνικοί, έξω από κάθε ευρωπαϊκό μέσο όρο και συγκροτούν τη διαρθρωτική παθογένεια της οικονομίας και κοινωνίας. Αλλά και τη βαθιά παθογένεια της πολιτικής. Γιατί κατά κάποιο τρόπο η παραοικονομία παράγει «παραπολιτική», τοξικά πολιτικά φαινόμενα.

Το θέμα έχει αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης ανάλυσης παλαιότερα, πρωτίστως από τον Κ. Τσουκαλά. Σύγχρονες πολιτικές αναλύσεις δείχνουν ότι παραοικονομία και αυτοαπασχολούμενοι αποτελούν την κοινωνική βάση για ασταθείς, ρευστές ιδεολογικές και πολιτικές τοποθετήσεις, σχέσεις και διαδικασίες, εύθραυστες θεσμικές συγκροτήσεις, διάτρητες σε διαφθορά πολιτικές συνέργειες, ανορθολογικές συμπεριφορές. Παράγουν συντηρητισμό γενικώς, είτε αυτός επενδύεται με δεξιό ή τις περισσότερες φορές με (ψευδο)αριστερό μανδύα. Παράγουν αντίδραση στην οποιαδήποτε εκσυγχρονιστική λογική στον οικονομικo-κοινωνικo-πολιτικό σχηματισμό. Η παραοικονομία με άλλα λόγια τείνει να παράγει παραπολιτική με τη μορφή του λαϊκισμού, συντηρητισμού αλλά και κρατισμού και τελικά διάχυτου πελατειασμού (clientelism). Στην Ελλάδα της κρίσης η ευκολία με την οποία κατέρρευσαν ορισμένοι πολιτικοί, κομματικοί σχηματισμοί (όπως το ΠΑΣΟΚ) και η σχετική ευκολία της εκτόξευσης του ΣΥΡΙΖΑ από το 4% στο 36% και τελικά στην εξουσία αλλά και η επικράτηση πολιτικών μορφωμάτων όπως ΑΝΕΛ και Χρυσή Αυγή δεν είναι βεβαίως καθόλου άσχετα με τις (παρα)πολιτικές παρενέργειες που εκτρέφει η παραοικονομία, ιδιαίτερα σε περίοδο κρίσης. Και βεβαίως η (διαχρονική) απουσία ενός γνήσιου σοσιαλδημοκρατικού κομματικού σχηματισμού στη χώρα εξηγείται εν μέρει τουλάχιστον από το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει το μικρότερο ποσοστό μισθωτών εργαζομένων (66%) στον αναπτυγμένο κόσμο, εκ των οποίων το 30% στο δημόσιο τομέα. Μια μελέτη έχει υποστηρίξει ότι όταν το ποσοστό αυτοαπασχολούμενων ξεπερνά το 20% δύσκολα ριζώνει ένα μαζικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Μια άλλη άποψη βέβαια λέει ότι σε περίοδο έντονης κρίσης δεν θα πρέπει να αγνοηθούν κάποια στατικά «θετικά» της παραοικονομίας και των αυτοαπασχολουμένων ιδιαίτερα στο τομέα της απασχόλησης. Θετικά, με μεγάλο τίμημα όμως…