Ζούμε στην εποχή κατά την οποία η πραγματικότητα εκδικείται τις βαρύγδουπες δηλώσεις και τους ανέξοδους παλικαρισμούς.

Το βιώνουν οι δικοί μας κυβερνήτες: οι διαρκείς καθυστερήσεις και οι ηρωικές, αλλά μόνο στα λόγια, αντιστάσεις, κατέληξαν να αδυνατίσουν την ελληνική θέση ακόμα και στα μέτωπα εκείνα στα οποία οι απαιτήσεις των δανειστών είναι προϊόν ιδεοληψίας. Τα εργασιακά μετατρέπονται σε στρατηγική ήττα: σφραγίζουν το σημείο μηδέν της κυβερνητικής αξιοπιστίας όχι μόνο έναντι των δανειστών αλλά κυρίως έναντι εκείνων που πίστεψαν στην «αλλαγή» του 2015. Oταν δεν μπορείς να διασώσεις ούτε καν τις «κόκκινες γραμμές» σου, όταν δεν πιάνουν ούτε οι έμμεσοι εκβιασμοί – απειλές περί μη υπογραφής της νέας Διακήρυξης της Ρώμης, δεν μένει παρά η αποκάλυψη της μπλόφας: επειδή λειτούργησε ιδεολογικά, αγνόησε τον συσχετισμό δυνάμεων, ξεπέρασε τα σημεία ανοχής των συνομιλητών της, η κυβέρνηση δεν μπορεί πια να υπερασπιστεί τίποτα άλλο από την ολιγόμηνη παράταση της θητείας της στην εξουσία. Με πρώτο θύμα όχι μόνο τα ίδια τα εργασιακά δικαιώματα αλλά την ταλαίπωρη οικονομία μας.

Το σκαμπίλι της πραγματικότητας βιώνει και η Ευρωπαϊκή Ενωση. Ελάχιστες μέρες μετά την επετειακή επανεπιβεβαίωση της βούλησης των κρατών-μελών να συνεχίσουν να πορεύονται μαζί (έστω και με διαφορετικές ταχύτητες), έρχεται η επισημοποίηση της έναρξης της διαδικασίας διαζυγίου με τη Μεγάλη Βρετανία. Φυσικά το Brexit, και μάλιστα αναγκαστικά «σκληρό» (δεν υπήρξε ποτέ άλλο σενάριο), δεν πρέπει να σταματήσει τα υπόλοιπα κράτη από το να συνεχίσουν να προχωρούν μαζί και να εμβαθύνουν αυτή τη συνεργασία (άρα τα «5 σενάρια» της Επιτροπής θα πρέπει σύντομα να γίνουν ένα). Θα ήταν όμως βαρύ πολιτικό λάθος να μην χτυπήσει δυνατή καμπάνα από την επικείμενη έξοδο μιας μεγάλης χώρας για την οποία όλα συνηγορούσαν ότι η θέση που είχε εντός της Ενωσης τής έδινε ασύγκριτα περισσότερα εφόδια από όσα ο αβέβαιος αγώνας της να βγει διασώζοντας ό,τι μπορεί. Δεν είναι δυνατόν να καμωθούμε ότι οι Βρετανοί απλώς «τρελάθηκαν» και ότι δεν απειλούνται, με διαφορετικό τρόπο και σε μια σειρά από χώρες, αρχές οι οποίες έως τώρα θεωρούνταν δεδομένες. Με πρώτη τη συνεχιζόμενη σιωπηλή κατάφαση των λαών σε ένα πολιτικό σχέδιο που έχει αρχίσει να μην εγγυάται περισσότερη ευημερία και άρα είναι πολύ ευάλωτο σε εθνικιστικές και λαϊκιστικές κραυγές.

Το μεγαλύτερο ωστόσο χαστούκι της εβδομάδας το έφαγε ο αρχηγός του παγκόσμιου στρατού του ατάκτων, ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Εκεί που θα διέγραφε σε μια βδομάδα και με ένα νόμο (σας θυμίζει κάτι;) το μισητό ΟbamaCare, κατέληξε να τραπεί άρον άρον σε υποχώρηση, παρά το ότι το νομοσχέδιο υποστήριζε ο ίδιος ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Πολ Ράιαν (είχε μάλιστα πάρει το όνομα του), παρά το ότι ο πρόεδρος Τραμπ το είχε αναγάγει σε τελεσίγραφο και παρά το ότι το κόμμα του διαθέτει άνετη πλειοψηφία στη Βουλή. Η έλλειψη προετοιμασίας, η αλαζονεία και η εν γένει προεδρική πολιτεία του πρώτου μήνα έδωσαν την ευκαιρία στην πραγματικότητα να δώσει ένα ωραίο μάθημα ταπεινότητας. Που ισχύει για όλους –ιδίως για όσους υπερτιμούν τη δύναμη τους.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος