Τι σκεφτόταν ο Αλέξης Τσίπρας όταν ζητούσε εκλογές από τον Αντώνη Σαμαρά; Στην πιο αγνή των περιπτώσεων, ότι θα άλλαζε την Ευρώπη. Και τι σκεφτόταν όταν ξαναζήτησε εκλογές –αυτή τη φορά από τον εαυτό του –έχοντας καταπιεί ένα ολόκληρο Μνημόνιο; Εδώ το πράγμα δυσκολεύει. Κρίνοντας από την προεκλογική του στάση απέναντι στην αντιπολίτευση, η οποία συνοψίζεται στην ατάκα «ή θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν», αλλά και τη μετεκλογική του συνεργασία με τον Πάνο Καμμένο, το πιθανότερο είναι πως δεν σκεφτόταν τίποτε.

Δυο μήνες μετά, ο Πρωθυπουργός φαίνεται να σκέφτεται αυτό που δεν είχε σκεφτεί σε καμιά από τις δυο εκλογές που κέρδισε: ότι του είναι απαραίτητη η συναίνεση. Είναι, όμως, η ίδια συναίνεση που ο ίδιος αρνήθηκε να προσφέρει έστω και προσχηματικά στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου. Και είναι η ίδια συναίνεση που δεν καλλιέργησε όταν πανηγύριζε τη νίκη του Σεπτεμβρίου αγκαλιά με κάποιον που χαρακτήριζε τους παλαιομνημονιακούς προσκυνημένους στην καλύτερη περίπτωση και σκυμμένους στα τέσσερα στη χειρότερη.

Ως εν αναμονή πρωθυπουργός ο Τσίπρας περπάτησε στα χνάρια των προηγούμενων ανυπόμονων. Ασκησε μηδενική αντιπολίτευση και πίεσε για να πάρει την εξουσία το συντομότερο δυνατόν, αν και θα είχε πολλούς λόγους να περιμένει. Είναι κάτι που έκανε ακόμη και ο ζεν Παπανδρέου τρώγοντας χημικά σε ένδειξη συμπαράστασης προς τους κρητικούς αγρότες και πιέζοντας αφόρητα για εκλογές. Η διαφορά είναι ότι ο Τσίπρας πήρε μια δεύτερη ευκαιρία. Οπως όμως δεν είδε τον περασμένο Ιανουάριο ότι η Ευρώπη θα έμενε ίδια, έτσι και τον περασμένο Σεπτέμβριο δεν είδε το Ασφαλιστικό που ερχόταν. Μοιραία, σήμερα είναι μόνος με τον Καμμένο, το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών είναι ήδη καμένο χαρτί. Στην πραγματικότητα, το μόνο χαρτί που μένει στα χέρια του είναι ένας ευρωπαίος μπαμπούλας, κάποιος στον οποίο θα φορτώσει όλες τις μνημονιακές του αμαρτίες. Αλλά εδώ τουλάχιστον ας πρωτοτυπήσει σε σχέση με τους προηγούμενους. Ας ρίξει, ας πούμε, την ευθύνη στον Λόρδο Βόλντεμορτ.