Ανάμεσα στα αγγλικά του Πρωθυπουργού και τον «πόλεμο» για τα Θρησκευτικά, ξεπρόβαλε χθες τα ξημερώματα η υπερπανσέληνος ή κόκκινο φεγγάρι ή ματωμένη Σελήνη. Πέρυσι, αν θυμάμαι καλά, είχαμε το μπλε φεγγάρι, πρόπερσι το μεγαλύτερο, αντιπρόπερσι το λαμπρότερο και γενικά, τα τελευταία χρόνια, η προσμονή μιας πανσελήνου φθάνει για να γεμίσει, έστω για λίγα 24ωρα, τη ζωή πολλών από εμάς.

Δεν ξέρω αν μεγάλωσαν τα φεγγάρια ή μίκρυναν οι ζωές μας, πάντως σε προηγούμενες δεκαετίες δεν είχαμε τόσο «ποιητικά ορθή» σχέση με τη Σελήνη. Αντίθετα, προτιμούσαμε την, έστω και μη τεκμηριωμένη, πρακτική εφαρμογή της. Ετσι, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, κανέναν δεν είχε εντυπωσιάσει το γεγονός ότι ο Φρανσουά Μιτεράν συμβουλευόταν την προσωπική του αστρολόγο Ελιζαμπέτ Τεϊσιέ. Βέβαια τότε ακόμη δεν είχε επιβληθεί η δικτατορία της πολιτικής ορθότητας, ούτε είχε ενσκήψει ο γεροντοκορίστικος μεσσιανισμός που ζούμε σήμερα και που θα ζωγράφιζε κέρατα διαβόλου στο κεφάλι ενός ηγέτη αν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Θυμάμαι, ως άλλο παράδειγμα από εκείνη την εποχή, σε ένα επιθεωρησιακό νούμερο του Ελεύθερου Θεάτρου, ο Μπέζος και η Αδαμάκη, υποδυόμενοι ένα ζευγάρι που γύριζε από διακοπές, τραγουδούσαν με σατιρική ανεμελιά «Αμα μου ξαναπείς για Κρήτη θα ξεράσω». Φαντάζομαι ότι σήμερα για κάτι αντίστοιχο θα σήμαινε προσκλητήριο βρακοφόρων και θα είχαν κάνει το θέατρο Ζωνιανά.

Με δεδομένο ότι η κάθε εποχή θέλει να απεκδυθεί το παρελθόν και να τρυπώσει στο μέλλον, αναρωτιέμαι μήπως το «νέο» της εποχής μας είναι ότι αισθανόμαστε πολύ βολικά μέσα στο παλιό, στο πολύ παλιό μας παλτό.