Στις 23 Απριλίου 2010 ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωσε την υπαγωγή της Ελλάδας σε διεθνή οικονομική επιτήρηση. Στη συνέχεια η τρόικα, δηλαδή οι επιτηρητές μας, υπέγραψε ένα Μνημόνιο με την ελληνική κυβέρνηση σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα όφειλε μια σειρά πολύ σοβαρών μεταρρυθμίσεων: για ανοιχτές αγορές, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, αποτελεσματικότερο φορολογικό σύστημα, προσέλκυση επιχειρήσεων, αντιμετώπιση της κρίσης του Ασφαλιστικού, καταπολέμηση της τεράστιας διαφθοράς… Τα μέτρα έπληξαν ιδιαίτερα το επίπεδο ζωής των Ελλήνων, αλλά προφανώς η ελεγχόμενη χρεοκοπία ήταν προτιμότερη από την ανεξέλεγκτη.

Ετσι έγιναν τα πράγματα. Αλλά για έναν χωρίς νόημα λόγο οι πάντες παρέκαμψαν το γεγονός της χρεοκοπίας μένοντας στη συνέπειά της, στο Μνημόνιο. Ανεύθυνα η αντιπολίτευση, δεξιά (της ΝΔ Σαμαρά συμπεριλαμβανομένης) και αριστερή, αλλά και επιπόλαια η κυβέρνηση, η οποία την ώρα που όλα γύρω κατέρρεαν έκανε αντίσταση στους δανειστές –μέχρι που έπεσε κι αυτή. Κάπως έτσι, από αβεβαιότητα σε αβεβαιότητα, και κυρίως εξαιτίας του φόβου της άτακτης κατάρρευσης, του Grexit, η Ελλάδα (που στο μεταξύ υπέγραψε κι άλλα Μνημόνια) κατέκτησε μια κάποια σταθερότητα, τον Ιούνιο του 2012.

Αλλά ούτε τότε η συμμαχική κυβέρνηση, δέσμια συμφερόντων, αντιμετώπισε σοβαρά τις μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούσαν, επέμενε μάλιστα (με ελάχιστες εξαιρέσεις) να τις αντιμετωπίζει ως τεχνικό θέμα διαπραγμάτευσης. Αποκορύφωμα ήταν η επιλογή της να το παίξει αντιμνημονιακή (κάπως σαν εναλλακτική αντιπολίτευση, τέτοιος σουρεαλισμός), να κηρύξει μονομερώς το τέλος του Μνημονίου και να επαναφέρει στη χώρα την αστάθεια και τον κίνδυνο ενός νέου Grexit –το οποίο, πανικόβλητοι πλέον έπειτα από τις αντιδράσεις και τω αγορών, αντιμετωπίζουν όχι μόνο στην κυβέρνηση αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, που μπορεί να κληθεί να πάρει το τιμόνι ενώ πηγαίνουμε καρφί στα βράχια.

Κι όχι τίποτ’ άλλο, θα μείνει αχρησιμοποίητο και το καινούργιο νταούλι του Αλέξη Τσίπρα.