Ποτέ άλλοτε δεν είχε αποσπάσει η Ακροδεξιά, το Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας (FPÖ) τόσο μεγάλο ποσοστό σε εκλογές: 36,4%. Ποτέ άλλοτε δεν είχαν αποκλειστεί από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών οι Σοσιαλδημοκράτες (SPÖ) και οι συντηρητικοί (ÖVP): τα δύο κόμματα που συγκυβερνούν την Αυστρία από το 2008 εξασφάλιζαν μέχρι πρότινος την ψήφο οκτώ στους 10 ψηφοφόρους, όμως την Κυριακή οι υποψήφιοί τους απέσπασαν 11,2% των ψήφων έκαστος. Ποτέ άλλοτε, επίσης, δεν είχαν καταφέρει οι Πράσινοι να προκριθούν σε δεύτερο εκλογικό γύρο: το πέτυχαν αυτή τη φορά στηρίζοντας έναν ανεξάρτητο πρώην καθηγητή πανεπιστημίου, τον Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν. Ο Βαν ντερ Μπέλεν, που ήρθε δεύτερος με 20,4% των ψήφων, θα μονομαχήσει στον δεύτερο γύρο των αυστριακών προεδρικών εκλογών, στις 22 Μαΐου, με τον ακροδεξιό Νόρμπερτ Χόφερ. Ποτέ άλλοτε δεν έχει καταφέρει δεύτερος να καλύψει τέτοια διαφορά με τον πρώτο.

Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο που ο αυστριακός Τύπος μιλάει για «πολιτικό τσουνάμι» και η υπόλοιπη Ευρώπη για «σεισμό». Πόσω μάλλον αφού οι δημοσκοπήσεις ήθελαν τον Νόρμπερτ Χόφερ στη δεύτερη θέση, με 22%, πίσω από τον Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν. Ενώ στην πραγματικότητα, στην κάλπη, ακόμα και η «κόκκινη Βιέννη» ψήφισε κατά πλειοψηφία αυτή τη φορά πράσινο και μπλε –τα χρώματα της Ακροδεξιάς. Τον εξευτελισμό του SPÖ και του ÖVP ήρθε να κάνει ακόμα χειρότερο το γεγονός ότι στην τρίτη θέση, πάνω από τους δικούς τους υποψηφίους, τον Σοσιαλδημοκράτη Ρούντολφ Χάντστορφερ, απερχόμενο υπουργό Κοινωνικών Υποθέσεων και τον συντηρητικό Αντρέας Κολ, πρώην πρόεδρο του Κοινοβουλίου, κατατάχθηκε με ποσοστό 18,5% μία ανεξάρτητη υποψήφια, νομικός στο επάγγελμα, η Ιρμγκαρντ Γκρις.

Μετά το σοκ ήρθαν οι αναλύσεις. Σύμφωνα με τη «Monde» λοιπόν, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο 45χρονος Νόρμπερτ Χόφερ οφείλει κατ’ αρχήν την επιτυχία του στη σχετικά μικρή του ηλικία. Το 30% των ψηφοφόρων του δήλωσε πως τον επέλεξε επειδή είναι «νέος και δυναμικός» ενώ οι άλλοι υποψήφιοι, ηλικίας 64-83 χρόνων, «υπερβολικά μεγάλοι». «Η ψήφος αυτή έχει μια διάσταση διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα μπλοκαρισμένο πολιτικό σύστημα», λέει στη «Libération» ο γάλλος πολιτολόγος, ειδικός στους ευρωπαϊκούς εθνικισμούς και εξτρεμισμούς Ζαν-Ιβ Καμί. «Συντηρητικοί και Σοσιαλδημοκράτες κυβερνούν από το 1945 είτε εναλλάξ είτε από κοινού. Υπάρχει μια έντονη απαίτηση του αυστριακού εκλογικού σώματος για κάτι καινούργιο. Υπάρχει επίσης η ικανότητα του FPÖ να σερφάρει πάνω στο κύμα της προσφυγικής κρίσης».

Η στροφή 180 μοιρών που έκανε στις αρχές του χρόνου η κυβέρνηση, επιδιώκοντας το κλείσιμο των συνόρων και τη δραστική μείωση του αριθμού των αιτούντων άσυλο (μέτρα που η Ακροδεξιά αξίωνε από καιρό) δεν είχαν το επιθυμητό (για αυτήν) αποτέλεσμα. Αντιθέτως, η εκστρατεία αποδαιμονοποίησης του FPÖ είχε το επιθυμητό, για αυτό και πάλι, αποτέλεσμα: αντίθετα με τις προεδρικές εκλογές του 2010, το ακροδεξιό κόμμα επέλεξε αυτή τη φορά έναν υποψήφιο που δεν ανήκει στην σκληροπυρηνική πτέρυγα, ελέγχει τον λόγο του και εμφανίζεται πάντα χαμογελαστός και προσηνής –«έναν λύκο μεταμφιεσμένο σε πρόβατο».

Τα νούμερα

«Ο αυστριακός πρόεδρος διαθέτει διευρυμένες εξουσίες που όμως κατά παράδοση δεν χρησιμοποιεί» επισημαίνει ο Ζαν-Ιβ Καμί. «Ωστόσο ο Νόρμπερτ Χόφερ έχει απειλήσει να διαλύσει τη Βουλή αν η κυβέρνηση δεν πάρει δραστικά μέτρα αναφορικά με τους πρόσφυγες. Με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου, πάντως, το ενδεχόμενο να εκλεγεί πρόεδρος είναι μικρό. Η αριθμητική είναι εναντίον του».