Μια εβδομάδα νωρίτερα, το μεγάλο ζητούμενο ήταν μια κάποια μελλοντική λύση για το χρέος την οποία θα σκιαγραφούσε το Συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης και η οποία θα άνοιγε άμεσα τον δρόμο για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Ο Πρωθυπουργός ήταν έτοιμος να φορέσει γραβάτα.

Μετά το στραπάτσο του Eurogroup της περασμένης Δευτέρας, οι προσδοκίες συμβιβάζονται στο ελάχιστο. Η γραβάτα μπήκε στο συρτάρι.

Το μεγάλο ζητούμενο πλέον είναι να δώσει το ΔΝΤ μια καταρχήν έγκριση συμμετοχής του στο ελληνικό πρόγραμμα, έστω και εάν βάλει λεφτά σε βάθος χρόνου, όταν και εφόσον ξεκαθαρίσει το θέμα του χρέους. Σίγουρα μετά τις γερμανικές εκλογές, ενδεχομένως ακόμα και στο τέλος του τρέχοντος προγράμματος του ESM τον Αύγουστο του 2018.

Αν η χρηματοδοτική συμμετοχή του Ταμείου συνοδεύεται από ένα νέο Μνημόνιο, υπάρχει πάντα η σκληρή διαπραγμάτευση. Το νέο αφήγημα θα βρεθεί. Εχουν ταλέντο σε αυτό οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών.

«Το κρίσιμο είναι για μια ακόμα φορά να αποφευχθούν τα χειρότερα, να μην ξαναζήσουμε σκηνές παρόμοιες με αυτές του καλοκαιριού του 2015» εκτιμά ευρωπαϊκή πηγή. Μια δεύτερη πηγή συμπληρώνει ότι η μπάλα βρίσκεται και πάλι στο ελληνικό γήπεδο. Κατά την ανάγνωση των δανειστών, μεγάλες προσδοκίες δεν θα πρέπει να υπάρχουν για το τι μπορεί να συμφωνηθεί στις 15 Ιουνίου.

Τα όρια έχουν τεθεί ήδη από τον Σόιμπλε και το ΔΝΤ και τα μηνύματα που εκπέμπονται και από τις δύο πλευρές είναι ότι ο γερμανός υπουργός Οικονομικών και ο σκληρός του φίλος Πολ Τόμσεν δεν πρόκειται να κάνουν πίσω. Η υπαναχώρηση αναμένεται για μια ακόμη φορά από την Ελλάδα.

Ο Σόιμπλε δέχθηκε στη συνεδρίαση του Eurogroup μια επέκταση των λήξεων των ομολόγων του EFSF κατά 15 χρόνια, την οποία απέρριψε ο Τόμσεν. Το ΔΝΤ από την πλευρά του εμφανίστηκε έτοιμο να συζητήσει μια συμμετοχή με αστερίσκους, την οποία δεν απέρριψε το Βερολίνο. Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμά αρμόδια πηγή, θα μπορούσε να υπάρξει συμφωνία.

Η κυβέρνηση φέρεται ήδη διατεθειμένη να δουλέψει πάνω στο σενάριο ενός ακόμα έντιμου συμβιβασμού. Συνομιλητές του Ευκλείδη Τσακαλώτου μεταφέρουν στα

«ΝΕΑ» πως έως τις 15 Ιουνίου αναμένεται να υπάρξει μια βελτιωμένη εκδοχή αυτού που προτάθηκε στο τελευταίο Eurogroup και απορρίφθηκε από τον έλληνα υπουργό Οικονομικών ως «το χειρότερο από τα χειρότερα σενάρια».

Οι ίδιες πηγές μεταφέρουν την εκτίμηση στους κόλπους του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, σύμφωνα με την οποία «υπάρχουν περιθώρια για έναν έντιμο συμβιβασμό».

Τρία σενάρια

Στο σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα, θεωρητικά, τα εναλλακτικά σενάρια είναι τρία. Τα δύο απορρίπτονται εκ προοιμίου, οδηγώντας σε έναν μονόδρομο.

Το πρώτο σενάριο, όπως εξηγεί κορυφαίο τραπεζικό στέλεχος, αφορά ενδεχόμενη υπαναχώρηση των Ευρωπαίων προκειμένου το ΔΝΤ να μετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα με χρηματοδότηση και τους δικούς του όρους. Η τοποθέτηση του Σόιμπλε στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας δεν αφήνει κανένα περιθώριο αυταπάτης. Ο ίδιος ο γερμανός υπουργός Οικονομικών άλλωστε χρησιμοποίησε αυτή ακριβώς την έκφραση την πρώτη από τις δύο φορές όπου έλαβε τον λόγο στη συνεδρίαση της Δευτέρας. «Let’s have no illusion» είπε, στέλνοντας ξεκάθαρα το μήνυμα ότι δεν πρόκειται να μετακινηθεί βήμα παραπέρα από όσα προέβλεπε η συμφωνία του περασμένου Μαΐου, για παρεμβάσεις στο χρέος μετά το τέλος του προγράμματος το 2018, «εφόσον χρειαστεί».

Το δεύτερο σενάριο αφορά ενδεχόμενη υπαναχώρηση του ΔΝΤ, ώστε ακόμα και χωρίς συγκεκριμενοποίηση των μελλοντικών παρεμβάσεων στο χρέος, να ενταχθεί στο ελληνικό πρόγραμμα με χρηματοδότηση. Το έχει αποκλείσει ο Τόμσεν, το ξεκαθάρισε και ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Τζέρι Ράις την Πέμπτη, όταν επανέλαβε ότι το δεύτερο σετ προϋποθέσεων (πέραν των μεταρρυθμίσεων) που αφορά την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους εξακολουθεί να μην ικανοποιείται. Αντίθετα, ο Ράις δεν απέκλεισε την «ευελιξία» και μια καταρχήν έγκριση συμμετοχής με αστερίσκους.

Το τρίτο και επικρατέστερο σενάριο φέρνει στο προσκήνιο τον συμβιβασμό

από την ελληνική κυβέρνηση σε μια πρόταση παρόμοια, αν όχι ίδια, με αυτή που απέρριψε ο Τσακαλώτος στις αρχές της εβδομάδας. Το Ταμείο λέει ναι με αστερίσκο στο χρέος και όταν ξεκαθαρίσει ο ορίζοντας του χρέους, εμπλέκεται χρηματοδοτικά με ένα νέο Μνημόνιο. Ενδεχομένως να μην έχει τη μορφή του σημερινού Μνημονίου.

Θα μπορούσε, εκτιμάται αρμοδίως, να είναι μια προληπτική γραμμή πίστωσης η οποία θα «χτυπά» λιγότερο πολιτικά. Δεν υπάρχει αμφιβολία όμως ότι θα συνοδεύεται για μια ακόμα φορά από σκληρούς όρους.

Παράλληλα, στο ιδανικό σκέλος αυτού του σεναρίου ο Σόιμπλε κλείνει το μάτι για μελλοντική επέκταση των ωριμάσεων των δανείων του EFSF κατά 15 χρόνια και η Ελλάδα συμβιβάζεται –πέραν όλων των άλλων –με πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και κοντά στο 2% έως το 2060.

Το κλειδί του Ντράγκι

Εντός των πλαισίων του τελευταίου σεναρίου, πηγές κοντά στον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα εκτιμούν ότι υπάρχει περιθώριο ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Ο Στουρνάρας, βασιζόμενος στις εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Τραπέζης της Ελλάδος, φέρεται να εκτιμά ότι με μέση επιμήκυνση των λήξεων των δανείων του EFSF κατά οκτώμισι χρόνια, με πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2020 και πλεονάσματα της τάξεως του 2% στη συνέχεια, σε συνδυασμό με μέση ανάπτυξη 1,25% έως το 2060, η βιωσιμότητα του χρέους μπορεί να επιβεβαιωθεί στις αναλύσεις που θα τρέξει η ΕΚΤ. Το QE ενδέχεται να μην είναι χαμένο από χέρι. Σε κάθε περίπτωση, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος εμφανίζεται έτοιμος να εξαντλήσει κάθε περιθώριο προκειμένου να ανοίξουν οι πύλες της ποσοτικής χαλάρωσης για την Ελλάδα το συντομότερο δυνατό.

Και οι πιέσεις στην ανάπτυξη

Αν υπάρξει συμφωνία στις 15 Ιουνίου και στο μεταξύ ικανοποιηθούν και τα τελευταία προαπαιτούμενα (μεταξύ των οποίων η διόρθωση της αυθαίρετης, κατά την άποψη του ΔΝΤ, ερμηνείας της κυβέρνησης για επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων από τον Σεπτέμβριο του 2018, «δεν συμφωνήσαμε συγκεκριμένη ημερομηνία» είπε ο Τόμσεν), ανοίγει ο δρόμος για την εκταμίευση της δόσης. Δέκα μήνες μετά την έναρξη των συζητήσεων, η δεύτερη αξιολόγηση θα έχει ολοκληρωθεί.

Στις αρχές Ιουλίου, σε αυτό το σενάριο, αναμένονται 7,4 δισ. ευρώ για την κάλυψη των λήξεων ομολόγων (κυρίως στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ) και την πληρωμή τόκων, ενώ έχουν δρομολογηθεί οι διαδικασίες –αναφέρουν πληροφορίες –για δύο υποδόσεις 800 συν 800 εκατ. ευρώ (η δεύτερη τον Σεπτέμβριο) αναφορικά με την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου.

Τα κεφάλαια αυτά τα περίμενε η κυβέρνηση μάταια από τον περασμένο Φεβρουάριο, καλλιεργώντας φρούδες ελπίδες για εκταμίευση κεφαλαίων για ληξιπρόθεσμα ξέχωρα από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Στο θετικό σενάριο, όπου ακόμα και με τον χειρότερο δυνατό τρόπο η αβεβαιότητα λήξει στις 15 Ιουνίου, η ελληνική οικονομία θα μετρά ήδη ένα χαμένο εξάμηνο.

Το υπουργείο Οικονομικών αναθεώρησε πρόσφατα την εκτίμησή του για ρυθμό ανάπτυξης 2,7% φέτος σε 1,8%, ενώ η Τράπεζα της Ελλάδος κατά πληροφορίες θεωρεί περισσότερο εφικτό έναν στόχο για 1,5%. Υπάρχουν και πιο απαισιόδοξες προβλέψεις. Η Citi για παράδειγμα θεωρεί ότι και φέτος η χρονιά θα κλείσει με ύφεση για την ελληνική οικονομία.

Σε μια πιο αισιόδοξη ανάγνωση των πιθανών εξελίξεων, το τμήμα αναλύσεων της Eurobank εκτιμά ότι φέτος θα υπάρξει επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας, σε όρους ΑΕΠ όμως, στα προ κρίσης επίπεδα θα πάρει τουλάχιστον 20 χρόνια, εκτιμάται στην ίδια ανάλυση. Κι αυτό εφόσον η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με μέσους ετήσιους ρυθμούς 1,5% στα επόμενα είκοσι χρόνια.