Μια πνευματική αυτοβιογραφία. Δύο πρόσωπα. Κι ένας μύθος. Ή εκεί όπου ο Σταμάτης Φασουλής και ο Γρηγόρης Βαλτινός συνάντησαν τον Νίκο Καζαντζάκη. Και ο Γιώργης Ζορμπάς (το αληθινό όνομα του φίλου τού κρητικού συγγραφέα, του απλού, αυθόρμητου, λαϊκού ανθρώπου με τον οποίο συνδιαλέγεται) τον φιλόσοφο Καζαντζάκη και την Ιστορία, γραμμένη κυρίως μέσα από την ταινία των Οσκαρ, του Μιχάλη Κακογιάννη, σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη, «Αλέξης Ζορμπάς».
Αυτή είναι και η είδηση. Υστερα από τέσσερα χρόνια που το παλεύουν μαζί (το 2012 σκόπευαν να παρουσιάσουν τον «Ζορμπά» στο Παλλάς, όπως –τότε –και ο Λάκης Λαζόπουλος, αλλά και τα δύο δεν ευδοκίμησαν λόγω δικαιωμάτων), ο Σταμάτης Φασουλής και ο Γρηγόρης Βαλτινός ετοιμάζονται να υλοποιήσουν το όνειρό τους. Με μια μεγάλη περιοδεία ανά την Ελλάδα και με τα δικαιώματα πια (για το μνημειώδες και διεθνώς δημοφιλές, πάντα, έργο του Νίκου Καζαντζάκη «Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά») από τη Νίκη Σταύρου, κληρονόμο του Πάτροκλου Σταύρου, δικαιούχου των έργων και διευθύντριας των εκδόσεων Ν. Καζαντζάκη, χάρη και στους παραγωγούς αδελφούς Τάγαρη.
Ο Σταμάτης Φασουλής μαζί με τον σκηνοθέτη Γιώργο Λύρα (όπως και στην περίπτωση της αναμενόμενης «Νίκης» κατά Χρήστο Χωμενίδη, που θα ανεβαστεί από τον Ιανουάριο του 2017 στο Θέατρον του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, με τη Φιλαρέτη Κομνηνού και τη Μίρκα Παπακωνσταντίνου – μάνα), ξεκινούν τη θεατρική διασκευή του πολυδιαβασμένου μυθιστορήματος, που όπως μου επισημαίνει ο πρωταγωνιστής –Αλέξης Ζορμπάς –Γρηγόρης Βαλτινός ενέχει και την «Ασκητική» και την «Αναφορά στον Γκρέκο». Για να είναι έτοιμη ώς το καλοκαίρι που θα ξεκινήσει η περιοδεία, με την προοπτική μετά να παρασταθεί ο «Ζορμπάς» σε μεγάλο αθηναϊκό θέατρο.

«Η ουσία είναι να ξεπλύνεις τον Ζορμπά από το τουριστικό ασήμι τόσων χρόνων και να πας στην ουσία του έργου του Καζαντζάκη» παρατηρεί ο Σταμάτης Φασουλής, που στην παράσταση δεν θα χρησιμοποιήσει μόνο τη βραβευμένη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη –του οποίου και οι δύο αρχικοί συντελεστές πήραν την… ευχή –αλλά και μέρη από το μπαλέτο «Ζορμπάς».

ΑΠΟΛΛΩΝ ΚΑΙ ΔΙΟΝΥΣΟΣ. Ποια είναι αυτή η ουσία; Ο διάλογος «ενός καλαμαρά και ενός μεγάλου ανθρώπου του λαού· διάλογος μεταξύ του δικηγόρου Νου και της μεγάλης ψυχής του λαού» όπως το έχει θέσει ο ίδιος ο Καζαντζάκης. Διάλογος του ενδότερου και του εξώτερου κόσμου ενός ανθρώπου; Συνομιλία της καρδιάς με το μυαλό; Ο σκηνοθέτης το θέτει αλλιώς: «Σύγκρουση ή συνομιλία του Απόλλωνα και του Διονύσου, του παγανιστικού θεού που τα παρασύρει όλα. Το θέμα είναι η ισορροπία που θα κρατήσεις για να μην καπελώσει το ένα το άλλο.

Το ένα το γραφικό, το άλλο το φιλολογικό. Αν υπάρξει μια άνοιξη, από αυτό θα υπάρξει. Από έναν τέτοιο διάλογο» προσθέτει ο Φασουλής, που πέρα από τη «Νίκη» του Χωμενίδη σκηνοθετεί την Ελένη Ράντου στο Διάνα (τέλος Οκτωβρίου) στο «Για μια ανάσα…» της Ζίνι Χάρις, προτού στήσει το βαριετέ ή μιούζικαλ, αν θέλετε, με τη Μαρινέλλα και τον Τάκη Ζαχαράτο στο Παλλάς (στις γιορτές).

Για παλιό, καλό σχέδιο μιλάει και ο Γρηγόρης Βαλτινός (ο «Ζορμπάς» είχε ανεβαστεί στο Ηρώδειο το 1984, με τον Γιάννη Βόγλη) με τον θεατράνθρωπο Φασουλή που γνωρίζει σαράντα χρόνια. «Το ετοιμάζαμε και μας έμεινε απωθημένο» μου λέει και γελάει.

«Ηταν από τα πρώτα μυθιστορήματα που διάβασα στη ζωή μου. Πιστεύω ότι είναι στο DNA του Ελληνα να διαβάζει Καζαντζάκη». Ομως κι εκείνος επιμένει κόντρα στην «τουριστική» απόχρωση που έχει πάρει με τα χρόνια ο μύθος του «Ζορμπά», κυρίως ύστερα από την παγκόσμια κινηματογραφική του επιτυχία, με τον Αντονι Κουίν ως εμβληματικό πρωταγωνιστή. «Πρέπει να βρει την ουσιαστική φιλοσοφική του θέση το έργο», προσθέτει, συμφωνώντας με τον σκηνοθέτη, τον οποίο θεωρεί δάσκαλό του «στη θεατρική ματιά στα πράγματα», που του έδειξε και του δίδαξε «τη ζωή μέσα στο θέατρο και το θέατρο μέσα στη ζωή».

ΕΠΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ. Για τον Βαλτινό, ο Ζορμπάς του «συμπληρώνει το πάθος που είχα και έχω για κάποιους επικούς ρόλους, όπως ο Οιδίποδας ή ο Τέβιε στον «Βιολιστή στη στέγη»». Και θέλει να εμβαθύνει όσο γίνεται σε αυτό τον διάλογο, τη συνδιαλαγή του φιλόσοφου Καζαντζάκη με τον λαϊκό, ορμητικό Ζορμπά που βασανίζεται ως «ένας άνθρωπος όπως θα έπρεπε να είναι με τις τύψεις του, τις αμφιβολίες του, την πάλη του με τη φωτιά και το νερό» προσθέτει ο ηθοποιός, ο οποίος αυτές τις ημέρες γυρίζει σίριαλ στην Κύπρο και με τη νέα σεζόν θα τολμήσει να χρησιμοποιήσει ως θεατρικό του εφαλτήριο τη Θεσσαλονίκη (και το Αριστοτέλειον), με το «Ω Θεέ μου!» της Ανάτ Γκοβ.

Κλείνοντας δε για τον Ζορμπά, μου επισημαίνει για μία ακόμη φορά ότι δεν θέλουν καθόλου να τον δουν από τη λαϊκίστικη πλευρά του. Ως έναν τύπο του «ωχ αδελφέ, δεν βαριέσαι» που τα παρασέρνει όλα. Αλλά να πάνε κόντρα σε αυτό το λαϊκίστικο πρότυπο του Ελληνα…