Ο γείτονας, ο οικογενειάρχης εργαζόμενος της διπλανής πόρτας αλλά και ταυτόχρονα ο απαγωγέας που δεν δίστασε να κρατήσει σε ομηρεία για δέκα ολόκληρες ημέρες μια κοπέλα 27 χρόνων εκβιάζοντας για λύτρα τον εφοπλιστή παράγοντα του ποδοσφαίρου θείο της.

Η αντιφατική περιγραφή ταιριάζει στους δύο καθ’ ομολογίαν δράστες της απαγωγής της φοιτήτριας και σοκάρει. Ανάμεικτα συναισθήματα έκπληξης, ανασφάλειας και φόβου κυριάρχησαν σε δύο γειτονιές της Αττικής, στις Αχαρνές και στη Νέα Ιωνία, όπου ζούσαν οι δύο κατηγορούμενοι. Εμβρόντητοι οι γείτονες είδαν την περασμένη Κυριακή δύο ανθρώπους που γνώριζαν χρόνια δεμένους με χειροπέδες ως δράστες της απαγωγής της 27χρονης φοιτήτριας.

«Επειτα από αυτό όλα μπορούν να συμβούν» έλεγε σοκαρισμένη ιδιοκτήτρια καταστήματος στη γειτονιά της Νέας Ιωνίας, κοντά στο σπίτι του ενός απαγωγέα. Είχε παρακολουθήσει το χρονικό της απαγωγής και είχε ταυτιστεί με το θρίλερ που βίωσαν η κοπέλα-θύμα και η οικογένειά της. «Και εγώ έχω κόρη στην ηλικία της. Τι θα έκανε αν της επετίθεντο τρεις άνδρες και την έσερναν σε αυτοκίνητο; Και όλα αυτά για 82 χιλιάρικα. Τέτοια φτήνια. Τόσο αξίζει πια η ζωή».

Εντυπωσιακές αντιφάσεις, απόλυτη κατάρρευση του κοινωνικού προφίλ, των ρόλων και της εικόνας που είχαν καλλιεργήσει χρόνια στο περιβάλλον τους οι δύο από τους τρεις κατηγορουμένους κυριάρχησαν όταν εξιχνιάστηκε η υπόθεση της απαγωγής της 27χρονης ανιψιάς του εφοπλιστή και συνιδιοκτήτη της ομάδας του Αστέρα Τρίπολης.

Ο ένας, ο 53χρονος Σωκράτης Πετρόπουλος ήταν πολύ γνωστός στις Αχαρνές, αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας, χρόνια ασχολούνταν με τα κοινά και λόγω της επιρροής που είχε κυρίως στους ομογενείς από την πρώην Σοβιετική Ενωση (ο ίδιος είχε ρίζες από το Καζακστάν) είχε εκλεγεί την περίοδο 2006-2010 δημοτικός σύμβουλος και το 2008 είχε διατελέσει αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος σε θέματα κηποτεχνίας και πρασίνου.

Εντονα θρησκευόμενος, έδινε το «παρών» με ευλάβεια σε θρησκευτικές εκδηλώσεις, πατέρας τεσσάρων μεγάλων παιδιών –τριών αγοριών και ενός κοριτσιού. Τα τελευταία χρόνια διατηρούσε οικογενειακή καφετέρια –ήταν ιδιοκτησίας του μεγαλύτερου γιου του –σε κεντρική πλατεία της περιοχής των Αχαρνών, όπου βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου.

Γέννημα θρέμμα γειτονιάς της Νέας Ιωνίας ο 48χρονος Χαράλαμπος Φαναριώτης –και οι γονείς του –είναι και ο φερόμενος ως εμπνευστής της απαγωγής. Πρώην επιχειρηματίας τα τελευταία χρόνια εργαζόταν σε μεταφορική εταιρεία και είναι πατέρας δύο παιδιών με εξαιρετικές επιδόσεις στο πανεπιστήμιο και στο σχολείο.

Αυτό που δίνει το στίγμα στην υπόθεση της απαγωγής αποτελεί το κοινωνικό προφίλ των δύο πρωταγωνιστών-κατηγορουμένων. Με λευκό ποινικό μητρώο, με «καθαρό» παρελθόν, χωρίς να έχουν συσχετιστεί με τον υπόκοσμο, σχεδίασαν και υλοποίησαν την απαγωγή μιας κοπέλας, την οποία κράτησαν φυλακισμένη για δέκα ημέρες σε ένα δωμάτιο στην πίσω πλευρά μιας εξοχικής μονοκατοικίας.

Οι οικονομικές συγκυρίες τις οποίες επικαλούνται τους έσπρωξαν στα βαθιά νερά της παρανομίας, στην κορυφή της πυραμίδας της εγκληματικότητας όπως είναι η απαγωγή. «Δεν πρόκειται για απάτη. Εδώ μιλάμε για απαγωγή ενός κοριτσιού. Οσα προβλήματα και αν είχαν…» θα σχολιάσει ένας πελάτης σε καφενείο στις Αχαρνές. Οι ερασιτέχνες απαγωγείς, με ελάχιστες γνώσεις, λειτουργώντας με αυτά που όπως φαίνεται είχαν ακούσει για τη μεθοδολογία και από μια τυχαία πληροφόρηση, κατέστρωσαν και υλοποίησαν την απαγωγή της φοιτήτριας βάζοντας την ίδια και την οικογένειά της στην πιο σκληρή δοκιμασία.

«Ηταν σε κατάσταση απελπισίας»

Η οικογένεια του Σωκράτη Πετρόπουλου, ομογενείς από το Καζακστάν, έχει ριζώσει στις Αχαρνές από τη δεκαετία του ’60. Εγκαταστάθηκαν εκεί από τότε που ο Σωκράτης ήταν μόλις έξι χρόνων. Στις Αχαρνές μεγάλωσε, πήγε σχολείο, παντρεύτηκε και έγινε πατέρας τεσσάρων παιδιών.

Εργάστηκε σκληρά, σύμφωνα με το περιβάλλον του, και κατάφερε να φτιάξει τη δική του επιχείρηση. Στο απόγειο της επιχειρηματικής εξέλιξής του είχε εταιρεία για χωματουργικές εργασίες και μεγάλη μάντρα μεταχειρισμένων αυτοκινήτων.

Στο διώροφο οικογενειακό σπίτι, στον αστικό ιστό των Αχαρνών, διέμενε με τα παιδιά του. Τα τελευταία πέντε χρόνια η οικογένεια διατηρεί καφετέρια στο όνομα του μεγαλύτερου γιου του στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου.

Ανθρωποι του περιβάλλοντός του λένε ότι κρατούσε τις παραδόσεις και ήταν βαθιά θρησκευόμενος.

Από νωρίς ασχολήθηκε με τα κοινά. Είχε επαφές με τους άλλους ομογενείς που ζουν στην περιοχή οι οποίοι, όπως λένε γνωστοί του, τον σέβονταν. Για πρώτη φορά έβαλε υποψηφιότητα για την Τοπική Αυτοδιοίκηση το 1998.

Ιδιαίτερα επικοινωνιακός, όπως τον περιγράφουν, κατάφερε να εκλεγεί δημοτικός σύμβουλος σε πολύ καλή σειρά με το ψηφοδέλτιο του Παναγιώτη Φωτιάδη για την περίοδο 2006-2010. Εξι μήνες πριν από τη λήξη της θητείας του διαφώνησε και ανεξαρτητοποιήθηκε. Στις επόμενες δημοτικές εκλογές κατέβηκε υποψήφιος με άλλο συνδυασμό, του Γιάννη Κασσαβού, αλλά δεν εξελέγη. Στην τελευταία αναμέτρηση δεν ήταν καν υποψήφιος.

Η αντίστροφη μέτρηση που οδήγησε στην κατάρρευση, σύμφωνα με πληροφορίες από το περιβάλλον του, άρχισε μετά το 2010 με την οικονομική κρίση. Κάποιοι μιλούν για χρέη που τον έπνιξαν, ενώ έκλεισε και η μεγάλη μάντρα μεταχειρισμένων αυτοκινήτων.

«Ηταν σε κατάσταση απελπισίας. Οταν ένας άνθρωπος φθάνει στην απόγνωση πολλά μπορεί να συμβούν. Αλλοι φθάνουν στην αυτοκτονία» λέει ένας από τους γιους του. «Γι’ αυτό που έγινε δεν γνωρίζω τίποτα. Εχουμε σοκαριστεί όλοι στην οικογένεια. Δεν γνωρίζω τι και πώς. Πού να φανταστούμε;» απαντά με ευγένεια για να προσθέσει: «Ποιος είναι ο πατέρας μου, πόσους ανθρώπους βοήθησε τις καλές εποχές, δεν θα σας το πω εγώ, ρωτήστε τη γειτονιά. Ασχολήθηκε με την πολιτική για να βοηθήσει τον τόπο του. Βοήθησε και στήριζε κόσμο. Εκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του».

Για τον Σωκράτη Πετρόπουλο μιλά ο ιδιοκτήτης περιπτέρου στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, Ευστάθιος Μπελέχρας. «Εγώ γνώρισα έναν άνθρωπο ευγενέστατο που ερχόταν με το εγγόνι του και ψώνιζε. Το περίπτερό μου είναι κοντά στην καφετέρια του γιου του. Αξιοπρεπές μαγαζί, πηγαίνουν οικογενειάρχες με τα παιδιά τους. Δουλεύει χειμώνα – καλοκαίρι. Τον ίδιο τον γνώρισα πρώτη φορά όταν πήγα στην έκθεση αυτοκινήτων που είχε για να αγοράσω αυτοκίνητο. Στην περιοχή είναι πολύ γνωστός, αφού ασχολούνταν με τα κοινά και είχε γίνει αντιδήμαρχος».

Εκείνο πάντως που του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν ότι το καλοκαίρι έφτιαξε μόνος του την τέντα στην καφετέρια και έβαψε το μαγαζί. «Δεν ήξερα ποια ήταν η οικονομική του κατάσταση. Μου έκανε όμως εντύπωση ότι δεν έφερε έναν εργάτη να του κάνει τις εργασίες. Φαίνεται ότι ήταν πολύ στριμωγμένος οικονομικά».

Στο καφενείο στην ίδια γειτονιά το θέμα της εμπλοκής του πρώην αντιδημάρχου συζητιέται για μέρες. Ο Γιώργος Μαρκουλάκης λέει: «Τον ήξερα από παλιά ως αντιδήμαρχο, αν και δεν πολυανακατεύομαι με την πολιτική. Ως άνθρωπος φαινόταν καλός. Στο σπίτι του ο καθένας δεν μπορεί να ξέρεις τι κάνει».

Ο κρεοπώλης Σπύρος Φίλης προσθέτει σοκαρισμένος: «Αυτή η εικόνα, η φυσιογνωμία που έβγαζε τόσα χρόνια ως άνθρωπος, ως γείτονας, ως πελάτης δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτό που συνέβη. Τόσο καιρό δεν είχε ακουσθεί κάτι επιλήψιμο εις βάρος του».

«Ο πατέρας μου απαγωγέας;»

Παγωμένοι είναι οι γείτονες και στη γειτονιά όπου βρίσκεται το πατρικό διώροφο σπίτι του 48χρονου Χαράλαμπου Φαναριώτη, όπως και τα δύο παιδιά του που βρέθηκαν στην δίνη της ιστορίας. «Ο πατέρας μου απαγωγέας;» φέρεται να αναρωτήθηκε ο γιος του όταν αποκαλύφθηκε η υπόθεση. Σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση είναι και ο κ. Σπύρος, πατέρας του δράστη. Οπως περιέγραψαν γείτονες, έμεινε για μέρες κλεισμένος στο σπίτι του μετά τις αποκαλύψεις. Ο πατέρας του δράστη, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, διατηρούσε σιδεράδικο στη Λεωφόρο Τατοΐου και την επιχείρηση συνέχισε ο Χ. Φαναριώτης. Η επιχείρηση υπολειτουργεί λόγω οικονομικών προβλημάτων και ο ίδιος τα τελευταία χρόνια αναγκάστηκε να εργασθεί οδηγός σε μεταφορική εταιρεία.

«Τα οικονομικά μου είναι χάλια. Εκεί που δούλευα, ερχόταν κάποιες φορές ο πατέρας της κοπέλας, γιατί το αφεντικό μου ήταν φίλος του. Ακουσα μια μέρα ότι ήταν γαμπρός παράγοντα του ποδοσφαίρου» ισχυρίστηκε, σύμφωνα με τις πληροφορίες, στην Αστυνομία κατά τη σύλληψή του. Γείτονες τον περιγράφουν ως κλειστό χαρακτήρα, κάπως απόμακρο. Κυκλοφορούσε πάντα καλοντυμένος και απέφευγε να έχει επαφές με γείτονες.

Τα κουρεμένα λύτρα

Στο σπίτι του Φαναριώτη βρέθηκαν 80.000 ευρώ, μέρος των 82.500 ευρώ που εισέπραξε ως λύτρα για την απαγωγή. Το υπόλοιπο ποσό «έκανε φτερά», ενώ οι συνεργοί του δεν πήραν τίποτα. Και οι δύο παραπέμφθηκαν στη Δικαιοσύνη και πήραν τον δρόμο για τις φυλακές. Ο Φαναριώτης ισχυρίστηκε ότι είχε σκοπό να επιστρέψει τα χρήματα και ζήτησε συγγνώμη. Από την πλευρά του ο Πετρόπουλος, σύμφωνα με τις πληροφορίες, ισχυρίσθηκε ότι η εμπλοκή του περιορίστηκε στην αρπαγή έχοντας τον ρόλο του οδηγού του αυτοκινήτου.