Η επέλαση του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, στην προσπάθεια να ελέγξει το κόμμα το οποίο με συνοπτικές διαδικασίες πέρασε στα χέρια του, δεν μοιάζει και πολύ με τις κινηματογραφικές επελάσεις του ιππικού. Η αξιωματική αντιπολίτευση δείχνει προς τα έξω την κούρασή της και δεν αρκούν τα χαμόγελα και η ενδυματολογική άνεση του αρχηγού για να φανεί κάτι που δεν υπάρχει.

Δεν υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ όπως τον ξέραμε. Επειδή το τραύμα της εκλογικής συντριβής δεν το γιάτρεψε η αλλαγή της ηγεσίας. Το αντίθετο. Το βάθυνε. Είναι αλήθεια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να μετατραπεί από δύναμη διαμαρτυρίας σε ένα κόμμα διαχείρισης της κρατικής εξουσίας. Ακόμα και στη διάρκεια της διακυβέρνησής του, πουλούσε αντισυστημικότητα – στην ουσία δηλαδή πουλούσε τρέλα. Συνέχιζε να μιλάει κατά των μνημονίων έχοντας υπογράψει το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο. Συνέχιζε να υπερασπίζεται τις συντάξεις ή τις προς κατάσχεση κατοικίες για χρέη σαν να μην ήταν το κόμμα που μείωσε τις συντάξεις και υπέγραψε νόμο για τις κατασχέσεις.

Ηταν ένας από τους λόγους της κατάρρευσής του. Οι πολίτες, ούτως ή άλλως διαψευσμένοι από την πολιτεία του, δεν στήριζαν πια ένα κόμμα που αδυνατούσε να βρει τον ρόλο του στο χτίσιμο μιας νέας χώρας μετά το μνημόνιο. Η εκλογική καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ αφορούσε συνολικά την πολιτεία του και όλα τα πρόσωπα τα οποία διαχειρίστηκαν την εξουσία του. Και τον Τσίπρα, και τους ιδεοληπτικούς του μαρξισμού, και τους πασόκους, και τους αριστεριστές, και τους δεξιούς που έγιναν σύντροφοι. Ολους.

Γι’ αυτό και πήρε το κόμμα ο Κασσελάκης, ένας ξένος. Οσοι ψήφισαν στη «λαϊκή» διαδικασία των εσωκομματικών εκλογών είχαν τους ίδιους προβληματισμούς με τους ψηφοφόρους των εθνικών εκλογών. Και διάλεξαν έναν νέο κοσμοπολίτη (έτσι τους φάνηκε) που θα μπορούσε να φρεσκάρει την εικόνα του κόμματος, κρατώντας το σε τροχιά εξουσίας.

Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι θα αναλάμβαναν να βάλουν το κόμμα σε αυτή την τροχιά τα πιο φθαρμένα πρόσωπα του ΣΥΡΙΖΑ που ηττήθηκε – ο Πολάκης (που χθες χρίστηκε υπερσυντονιστής), ο Παππάς, η Τζάκρη και ο Γιώργος Τσίπρας. Ούτε μπορούσαν να φανταστούν ότι ο νηπιώδης πολιτικός λόγος του αρχηγού είναι απλό πρόσχημα για αναδιάταξη των εσωκομματικών συμμαχιών και των συσχετισμών. Δεν μπορώ, π.χ., να φανταστώ ότι μπορεί να συσπειρώσει πολιτικά ένας πολιτικός που λέει ότι συγκινήθηκε από την έλλειψη αιρκοντίσιον σε ένα σχολείο, γι’ αυτό και πήρε έξι από την τσέπη του, συγκρίνοντας επί τη ευκαιρία τον εαυτό του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη που, αυτός, δεν πήρε τίποτα σε κανέναν, μολονότι υπάρχει τόση φτώχεια γύρω μας.

Οτι οι πολίτες επιλέγουν τους πολιτικούς για να τους δίνουν ελεημοσύνη πιθανόν να ίσχυε τα πριν από το κοινωνικό συμβόλαιο χρόνια. Στους σύγχρονους καιρούς, τέτοιες αφέλειες δεν μπορούν καν να χρησιμεύσουν ως βάση για να κάνεις πλάκα.

Τι μένει; Ενα κόμμα βαθιά διχασμένο, αμήχανο και αδύναμο. Ενας μηχανισμός που πλέον τον νέμεται μια ομάδα τοξικών στελεχών γύρω από έναν απολιτικό και άσχετο αρχηγό. Εμπειροι διανοούμενοι (όπως ο Σωτήρης Βαλντέν ή ο Κύρκος Δοξιάδης) που ανακάλυψαν ότι το νέο σχήμα δεν μπορεί να τους πάει μακριά. Και, μια βδομάδα πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές, άχαρες ή γραφικές (όπως του Γκλέτσου) υποψηφιότητες, υπονομευτικές ενός κόμματος εξουσίας.

Ενα κόμμα απογοητευμένων που ήδη το κορφολογεί το ΚΚΕ και το ορέγεται το αμήχανο ΠΑΣΟΚ.