Ολοκληρώνοντας την (και λόγω εποχής) παιγνιώδη ενασχόλησή μου με την αλιεία μεταφραστικών μαργαριταριών, αξίζει νομίζω να παραθέσω μερικά ακόμα ευρήματα, εις επίρρωσιν της άποψής μου πώς και με ποιους όρους γίνονταν οι μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Εχουμε έτσι και λέμε, από την ίδια πάντα πηγή: «οι ποιητές της Σχολής του Παρνασσού» (όπως λέμε «φέτα Παρνασσού»), αντί οι παρνασσιστές ή έστω η Σχολή των παρνασσιστών, «η νοσοκόμα ήρθε να επιθεωρήσει τον ορό» (λες και πρόκειται για λόχο) αντί να «ελέγξει τον ορό»), «είχε να τη δει από έξι χρόνια» (προφανώς, depuis…), «αισθανόταν άσχημα, είχε στομαχιάσει» (προφανώς, ανακατευόταν), «ανέβηκε την κυλιστή σκάλα» (προφανώς, κυλιόμενη), κ.λπ., κ.λπ. Και τι να πει κανείς για τα προβλήματα σύνταξης, όπου ενίοτε χάνεται η μπάλα: «Πώς σου φάνηκε το έργο;». «Πληκτικό», απαντά εκείνη. «Κι εγώ»(!), ανταπαντά εκείνος (αντί «Κι εμένα»).

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ