Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Ενα παρόραμα κατάφερε να ξεγελάσει τον δαίμονα της τυπογραφίας στο «Ονειρικό τραγούδι» 382 από την ομότιτλη συλλογή των εκδ. Περισπωμένη (σε μετάφραση Αντώνη Ζέρβα). Παραδίδεται εδώ η ορθή του γραφή, που πιθανότατα ενδιαφέρει τους αναγνώστες του δαιμόνιου Αμερικανού Τζων Μπέρρυμαν (1914 - 1972).
Στο ξόδι του Ερρίκου ας γίνει και κάτι όπως πρέπει:
κανείς μην έμπει απ' όσους τρέχουν μέσα να πουλήσουν,
ή ωδική όπως των παλαιών με τους αναβαθμούς,
ιεροπρέπεια φωνών πλην το πένθος μετρημένο,
όχι χοντράδες κι ο ψυχικός τόνος καθενός
συγκερασμένος, μετρημένος,
όσο που νά 'βγει η Ορχηστρίς, με φούστα κοντή κοντή
μαύρα μαλλιά και μακριά και ξέπλεκα, αμαυρά γυαλιά,
το πρόσωπο αναγερτό,
χλωμό κι απόκοσμο, η μουσική αλλάζει ωδική,
κι αρχινάν τά 'Ωπα'! και τά 'Ωχ!' κι αμάν! Αλλάζει η
ωδική
τό 'να ποδάρι πίσω να κλωτσοπατεί
στι μύτες πάνω, πιρουέτες κι ελεύτερη ξανοίγεται
με τ' αρβαλίσματα της ωδικής, αλάργα, βουτά και ξάφνου
πισωξαναγυρνά σ' αυτή την ιλαρώς φρικώδη
τρελλή κι ανέλπιδη τελετουργία, σειέται, λυγιέται, να
λωλαίνεσαι,
τραβάει μια στην κεφαλή με το ποδάρι, σαλτάρει κι όλα
πηγαίνουν κατ' ευχήν,
αναχορεύοντας του Ερρίκου το ξόδι.
Η Ορχηστρίς, η χορεύτρια, είναι η προσωποποίηση του θανάτου και θάνατος ένα βακχικό μυστήριο. Στχ. 18, αναχορεύω: τιμώ με χορούς.