Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Τον Οκτώβριο του 1982, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες κάλεσε εξήντα φίλους του και θαυμαστές του σε ένα ειδικό δείπνο στη Νέα Υόρκη. Ηταν ήδη τυφλός τα τελευταία τριάντα χρόνια. Ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν και η Σούζαν Σόνταγκ που, μιλώντας σε έναν δημοσιογράφο ο οποίος κάλυπτε την εκδήλωση, είπε: «Δεν υπάρχει σήμερα εν ζωή συγγραφέας που να μετράει περισσότερο για τους άλλους συγγραφείς από τον Μπόρχες. Ελάχιστοι σημερινοί λογοτέχνες δεν έχουν μάθει από αυτόν ή δεν τον έχουν μιμηθεί». Τέσσερα χρόνια μετά, ο Μπόρχες πέθανε.
Στη δέκατη επέτειο του θανάτου του μεγάλου Αργεντίνου, στις 13 Ιουνίου 1996, η Σόνταγκ δημοσιεύει ένα σύντομο δοκίμιο με τίτλο «Γράμμα στον Μπόρχες». Αφού τον χαρακτηρίσει «τον λιγότερο εγωκεντρικό, τον περισσότερο διαφανή, αλλά και τον περισσότερο πανούργο συγγραφέα», και τον ευχαριστήσει επειδή την έμαθε πως «δεν είναι απαραίτητο να είσαι δυστυχισμένος, ακόμη κι όταν βλέπεις καθαρά και χωρίς ψευδαισθήσεις πόσο τρομερά είναι όλα τα πράγματα», διατυπώνει τις σκέψεις της για το τι διακυβεύεται όταν απομακρυνόμαστε από τα βιβλία και περιορίζουμε την ανάγνωση σε μια μηχανική λειτουργία εφήμερων τεχνολογιών:
«Τα βιβλία δεν είναι μόνο το αυθαίρετο άθροισμα των ονείρων μας, και της μνήμης μας. Μας παρέχουν επίσης το πρότυπο της αυτο-υπερβατικότητας. Μερικοί νομίζουν ότι το διάβασμα είναι απλώς μια μορφή δραπέτευσης από τον "πραγματικό" καθημερινό κόσμο σε έναν φανταστικό κόσμο, τον κόσμο των βιβλίων. Αλλά τα βιβλία είναι πολύ περισσότερο από αυτό. Είναι ένας τρόπος να είσαι ολοκληρωτικά ανθρώπινος».
Η Σούζαν Σόνταγκ πληροφορεί μετά λύπης της τον Μπόρχες ότι τα βιβλία θεωρούνται πλέον είδος που κινδυνεύει να εκλείψει. «Σύντομα, μας λένε, θα ανασύρουμε σε οθόνες οποιοδήποτε "κείμενο" θέλουμε και θα μπορούμε να αλλάζουμε την εμφάνισή του, να "αλληλεπιδρούμε" μαζί του. Οταν όμως τα βιβλία γίνουν "κείμενα" με τα οποία θα αλληλεπιδρούμε με βάση κριτήρια χρησιμότητας, ο γραπτός λόγος θα αποτελεί πλέον απλώς μια άλλη πλευρά της υποκινούμενης από τις διαφημίσεις τηλεοπτικής μας πραγματικότητας. Αυτό είναι το ένδοξο μέλλον που δημιουργούν, και μας υπόσχονται, ως κάτι πιο "δημοκρατικό`. Φυσικά δεν είναι τίποτα άλλο από τον θάνατο της εσωτερικότητας - και του βιβλίου».
Ενα τέταρτο του αιώνα αργότερα, ξέρουμε ότι οι φόβοι της συγγραφέα του «Αμέρικα» και του «Περί φωτογραφίας» ήταν υπερβολικοί. Το βιβλίο διέφυγε τον κίνδυνο, όχι μόνο στην ηλεκτρονική αλλά και στη χάρτινη μορφή του. Ομως κι εκείνη ένα πρόσχημα έψαχνε στην πραγματικότητα για να εξομολογηθεί στον Μπόρχες πόσο της έλειπε. «Αγαπητέ Μπόρχες, σε παρακαλώ να καταλάβεις ότι δεν μου δίνει ικανοποίηση να παραπονιέμαι. Σε ποιον άλλον όμως, εκτός από σένα, να παραπονεθώ για την τύχη των βιβλίων - της ίδιας της ανάγνωσης; (Μπόρχες, πέρασαν δέκα χρόνια!) Αυτό που εννοώ είναι ότι μας λείπεις. Μου λείπεις. Η εποχή στην οποία μπαίνουμε, αυτός ο 21ος αιώνας, θα δοκιμάσει την ψυχή με νέους τρόπους. Ομως, μπορείς να είσαι σίγουρος, μερικοί από μας δεν θα εγκαταλείψουμε τη Μεγάλη Βιβλιοθήκη. Και θα συνεχίσεις να είσαι ο προστάτης μας και ο ήρωάς μας».
Πώς έγινε η Σούζαν Σόνταγκ συγγραφέας; Διαβάζοντας. Ξεκίνησε να διαβάζει από πολύ μικρή και πέρασε μεγάλο διάστημα της ζωής της διαβάζοντας οκτώ και δέκα ώρες την ημέρα. Φεμινίστρια η ίδια - η κριτικός Ελίζαμπεθ Χάρντγουικ είχε γράψει ότι «γεννήθηκε φεμινίστρια» -, διάβαζε κυρίως άνδρες συγγραφείς. «Δεν ήταν επιλογή μου να είναι άνδρες», είχε πει την άνοιξη του 1992 σε μια διάλεξή της στο πολιτιστικό κέντρο 92Υ της Νέας Υόρκης, «απ' ό,τι γνωρίζουμε όμως, ο Ομηρος και ο Σαίξπηρ και ο Δάντης και ο Ραμπελαί, όλοι αυτοί οι συγγραφείς ήταν άνδρες. Φυσικά η Τζορτζ Ελιοτ και η Βιρτζίνια Γουλφ και η Εμιλι Ντίκινσον και άλλες ήταν πρώτης τάξεως συγγραφείς, η αλήθεια όμως είναι ότι οι περισσότεροι μεγάλοι συγγραφείς ήταν άνδρες».
Για να είσαι συγγραφέας πρέπει να είσαι εμμονικός, είχε πει σε εκείνη τη διάλεξη, απαντώντας σε μια ερώτηση. «Ο καθένας μπορεί βέβαια να γράφει, όπως μπορεί να ζωγραφίζει ή να παίζει ένα μουσικό όργανο - και γιατί όχι; Το να θέλεις όμως να βγάζεις τα προς το ζην όντας συγγραφέας είναι μια σκλαβιά που επιβάλλεις στον εαυτό σου... είσαι ταυτοχρόνως ο σκλάβος και ο αφέντης. Είναι κάτι πολύ καταναγκαστικό».
Ο Αλμπέρτο Μοράβια, για παράδειγμα, της είχε πει κάποτε ότι ξεκινούσε τη δουλειά κάθε πρωί στις οκτώ παρά τέταρτο ακριβώς και σταματούσε στη μία παρά τέταρτο ακριβώς για να γευματίσει. Τον είχε ρωτήσει τότε τι έκανε αν στη μία παρά τέταρτο που τον καλούσαν για φαΐ βρισκόταν στη μέση μιας πρότασης. «Τι να κάνω; Σταματάω. Πηγαίνω να φάω και συνεχίζω την άλλη μέρα». Και τότε η Σόνταγκ σκέφτηκε ότι εκείνη δεν μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο, απλώς δεν μπορούσε. «Ηταν σαν να έπρεπε να διακόψω στη μέση το κατούρημα, και συγγνώμη για το απλοϊκό παράδειγμα», είπε εκείνη την ανοιξιάτικη ημέρα στο 92Υ.
Kαι τελείωσε με μια ωδή στην παιδεία. «Το χειρότερο πράγμα που βλέπουμε σήμερα είναι το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Είναι το σημαντικότερο πράγμα που θα έπρεπε να αλλάξουμε και ταυτόχρονα το πράγμα που είναι λιγότερο πιθανό να αλλάξουμε. Κι αν δεν αλλάξουμε ακριβώς αυτό, βασικά δεν θα αλλάξουμε τίποτα άλλο».
Σούζαν Σόνταγκ (1933-2004)
Σαν άγιος και σαν κλέφτης
Γεννημένη σαν σήμερα πριν από 88 χρόνια, η αμερικανίδα συγγραφέας, φιλόσοφος και κριτικός έγραψε μυθιστορήματα, δοκίμια και θεατρικά έργα. Πιο φορτισμένες συναισθηματικά απ’ όλα, όμως, είναι οι προσωπικές της σημειώσεις, που ξεκινούν από τα χρόνια της στο Παρίσι, στα τέλη της δεκαετίας του ’50. «Η σωματική ομορφιά έχει τεράστια, σχεδόν παθολογική σημασία για μένα», γράφει στις 30/12/1958. «Η γνωριμία μου με τον οργασμό άλλαξε τη ζωή μου», συνεχίζει στις 19/11/1959 από τη Νέα Υόρκη. «Πριν, η σεξουαλικότητά μου ήταν οριζόντια, μια άπειρη γραμμή που μπορούσε απείρως να υποδιαιρείται. Τώρα είναι κάθετη: πάνω και τέλος ή τίποτα». Στις 6 Απριλίου 1967, μόλις τριάντα τεσσάρων ετών, έχει ήδη καταλήξει σε ένα πολύτιμο συμπέρασμα: «Η ιδανική ζωή είναι να κάνεις μόνο πράγματα που είναι απαραίτητα. Δύο τρόποι να υπάρχεις: σαν άγιος και σαν κλέφτης».