«Η αμορφωσιά είναι μόδα, εδώ και πολλά χρόνια»
Ο πολυπράγμων ηθοποιός, οικοδεσπότης του «Ελα να δεις» στο Mega, μιλάει για θρησκεία και επιστήμη, αριστερούς και δεξιούς, μορφωμένους και αμόρφωτους και δίνει μια «αθερίδικη» ευχή για το 2021
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Σε αυτήν την εξ αποστάσεως κουβέντα με τον Θοδωρή Αθερίδη - έναν άνθρωπο που, ακόμη και μέσα από την καλλιτεχνική του ιδιότητα, μοιράζεται συστηματικά με τον κοινό την, ευθεία ή λοξή, ματιά του στην επικαιρότητα - δεν είναι δυνατόν να μην ξεκινήσουμε από τα της πανδημίας και του lockdown. Εστω κι αν και οι δύο έχουμε την αίσθηση ότι μπορεί να επαναλαμβανόμαστε, ότι κυνηγάμε την ουρά μίας κοινής διαπίστωσης, την οποία, αν τη συνομολογήσουμε, νομίζουμε ότι θα την ξορκίσουμε. Μιλάμε για την κούραση, το πήξιμο του κόσμου, το «άνοιγμα της βαλβίδας» με λύσεις τύπου click away που μας δίνουν την ψευδαίσθηση ότι αλλάζουν κάπως οι συνθήκες της καραντίνας. «Ολο αυτό που ζούμε είναι πολύ κόντρα στον δυτικό τρόπο ζωής που σου δίνει τη δυνατότητα ό,τι ώρα θέλεις να πας όπου θέλεις και να ψωνίσεις ό,τι θέλεις. Το νιώσαμε έντονα την περίοδο των Χριστουγέννων» μου λέει. Και συμφωνούμε ως προς την αναγκαιότητα του shopping therapy και την απενοχοποίηση της παραδοχής ότι ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια μπορεί να σου φτιάξει τη διάθεση περισσότερο ακόμη και από μία καλή είδηση.
Τον ρωτάω πώς αξιολογεί τον απολογισμό, σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο, ύστερα από εννέα μήνες σχετικής ή ολικής απομόνωσης. «Η ενδοσκόπηση δεν έχει μόνο δώρα να σου δώσει. Μεγιστοποιεί συναισθήματα όπως η κατάθλιψη, σε βγάζει μείον σε λογαριασμούς με τον εαυτό σου που, κάτω από κανονικές συνθήκες, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα έκανες. Ωστόσο, όσο κουλό και αν ακούγεται, θεωρώ ότι, μακροπρόθεσμα, αυτό μπορεί να μας βγει σε καλό. Το εμβόλιο, όπως όλα δείχνουν, πρόκειται για σοβαρό επιστημονικό επίτευγμα, ανάλογο, κατά τη γνώμη μου, με τα πρώτα βήματα του Αρμστρονγκ στο φεγγάρι. Αν λειτουργήσει, αν έχει αποτελέσματα, ανοίγει τον δρόμο στην Ιατρική για πολύ μεγάλα βήματα. Και, ίσως, χρειαζόταν να μας συμβεί ένα τέτοιο κακό για να γίνουν αυτά τα βήματα. Δεν μπορείς να προχωρήσεις χωρίς κάποιο τίμημα. Ετσι δεν γίνεται πάντα; Σκέψου πόσο εξελίχθηκαν οι επιστήμες μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο». Πατήρ πάντων πόλεμος λοιπόν; «Πόλεμος σε οποιαδήποτε μορφή. Για να υπάρξει εξέλιξη, πρέπει, προηγουμένως, κάτι να έχει ξεριζωθεί βιαίως, όπως συμβαίνει τώρα. Οι κοινωνίες είναι βραδείας καύσεως, δεν εξελίσσονται θεαματικά από μόνες τους. Οι απότομες συμφορές κυοφορούν πρόοδο».
Μία από τις μεγάλες και συνεχώς τροφοδοτούμενες κόντρες που προέκυψαν από την αρχή της πρώτου lockdown ήταν η άρνηση πολλών κληρικών και πιστών να συμμορφωθούν με τα μέτρα προστασίας. (Μάλιστα η άποψη ότι ο ιός δεν κολλάει με τη θεία μετάληψη διακινήθηκε ακόμη και από επιφανείς επιστήμονες). Αυτή η αντιπαράθεση μεταξύ εκπροσώπων της Εκκλησίας και της επιστήμης έφερε σε αμηχανία έναν ένθεο άνθρωπο όπως έχει δηλώσει ότι είναι ο Θοδωρής Αθερίδης; «Επειδή ακριβώς είμαι ένθεος πιστεύω ότι η επιστήμη είναι υπό τις ευλογίες του Θεού. Το "Πίστευε και μη ερεύνα" δεν αφορά την επιστημονική έρευνα αλλά μόνο τον Θεό. Είναι σαν να σου λέει "Θέλεις να έρθεις σε επαφή μαζί μου; Πίστεψε, μην ψάχνεις να με βρεις διότι δεν θα με βρεις όσο και να με ψάξεις. Εμένα, απλώς, πρέπει να με πιστέψεις. Από εκεί και πέρα, μπορείς να ερευνήσεις οτιδήποτε θα κάνει καλύτερη τη ζωή σου". Ετσι, τουλάχιστον, το αντιλαμβάνομαι εγώ. Δηλαδή, αν πάθω έμφραγμα, δεν θα πάω στην εκκλησία ή στον "παπούλη" μου. Στο νοσοκομείο θα πάω. Αλλά, καθώς πηγαίνω, θα προσεύχομαι. Τώρα, ως προς αυτήν την παραφιλολογία για το αν κολλάει ο ιός με τη θεία μετάληψη, βεβαίως και κολλάει. Και με τον συνωστισμό μέσα στην εκκλησία κολλάει. Δεν χρειάζεται όμως να πας στην εκκλησία για να έρθεις σε επαφή με τον Θεό. Μπορείς, απλώς, να προσευχηθείς. Οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, οπουδήποτε βρίσκεσαι».
Αναμεσα στον Θεό και τον κομμουνισμό
Πώς προέκυψε όμως η δική του ανάγκη για επαφή με τον Θεό; Για να απαντήσει, με πάει πίσω, εκεί προς το τέλος της δεκαετίας του 1970. Τότε που ένας ανήσυχος έφηβος, ο ίδιος δηλαδή, έπαιζε ποδόσφαιρο στην πλατεία Ναβαρίνου, στη Θεσσαλονίκη. «Σε εκείνη την ηλικία δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι υπάρχουν δεξιοί. Πολύ περισσότερο, ότι υπάρχουν νέοι άνθρωποι δεξιοί. Δεν το χωρούσε το μυαλό μου. Σιγά σιγά συνειδητοποίησα ότι, στον Εμφύλιο, κάποιοι από αυτούς είχαν χάσει συγγενείς τους από τους αντάρτες. Μετά, δεν μπορούσα να διανοηθώ πώς μπορεί κάποιος να μην είναι υπέρ της ισότητας. Νομίζω λοιπόν ότι αυτή η πλευρά μου είναι που με οδηγούσε και στην αναζήτηση του θείου. Είχα μια τάση στο να πιστεύω, μια αντίρροπη τάση όμως μου επέβαλε να είμαι ένας αριστερός, ένας κομμουνιστής που δεν πιστεύει ότι υπάρχει Θεός. Και δεν χρειαζόταν καν να το αποδείξω. Ηταν χρέος των άλλων να αποδείξουν ότι υπάρχει. Αυτά ήταν, για εμάς τότε, λυμένα ζητήματα. Ετσι, γύρω στα 15 μου, ενώ από τη μία ήθελα να προσευχηθώ, πήγα και γράφτηκα στην ΚΝΕ».
Μου διηγείται όμως και πώς έφυγε από την ΚΝΕ. Οταν ένας σύντροφος τον τραβούσε με το ζόρι να πάνε στη συνεδρίαση της Οργάνωσης Βάσης ενώ εκείνος έπαιζε μπάλα με τους φίλους του. «Θυμάμαι, εκνευρίστηκα πολύ, πήγα και τους είπα "Τα καταλαβαίνω όλα αυτά αλλά είμαι ακόμη παιδί και έχω ανάγκη για παιχνίδι". Επί μήνες, μετά έστελναν καθοδηγητές για να με μεταπείσουν. Ομως το κερασάκι στην τούρτα ήταν όταν μου ανέθεσαν να στρατολογήσω μια συμμαθήτριά μου, καρααστή, άρτι αφιχθείσα από την Ελβετία. Ενα κορίτσι που δεν το ενδιέφερε καθόλου η πολιτική. Αν είναι δυνατόν! Ε, κάτι τέτοια με ξενέρωσαν. Εφυγα από το κόμμα αλλά δεν έπαψα να είμαι αριστερός. Εγώ ο ίδιος άνθρωπος είμαι, η Αριστερά έπαψε να είναι Αριστερά».
«Πάντα διαπιστώνεις ότι το νόημα είναι ο άλλος»
Ομολογεί ότι για χρόνια κουβαλούσε εντός του ένα είδος αντιθεϊσμού και επαναπροσδιόρισε τη σχέση του με τον Θεό μέσα από την αναζήτηση της νοηματοδότησης. «Ακόμη κι αν πετύχεις πολλά στη ζωή σου, ακόμη κι αν είσαι ο Μέσι ή ο Γιουσέιν Μπολτ, πρέπει να καταλάβεις ότι σου έτυχε να κάνεις πιο ωραίες ντρίμπλες, σου δόθηκε να τρέχεις πιο γρήγορα από τους άλλους. Ναι μεν το δούλεψες, το βελτίωσες αλλά σου δόθηκε κάτι που κάνει τον κόσμο να κολλάει σαν μαγνήτης πάνω σου. Εννοιες όπως η αυτοπεποίθηση και η αυτοεκτίμηση θεωρώ ότι είναι υπερτιμημένες μέσα στη χαοτική πραγματικότητα. Τα εφόδια με τα οποία γεννήθηκες είναι ένα τυχαίο γεγονός. Το νόημα είναι κάπου αλλού και πάντα, τελικά, διαπιστώνεις ότι το νόημα είναι ο άλλος. Ο Στιβ Τζομπς, λίγο πριν πεθάνει, έλεγε ότι "...μετά από τόσες επιτυχίες, τόσα λεφτά, τώρα που βλέπω να αναβοσβήνουν τα φωτάκια των μηχανημάτων που με κρατάν στη ζωή, ό,τι θυμάμαι είναι κάποιες αγκαλιές, κάποια δυνατά γέλια, κάποιες ηθικές επιβεβαιώσεις από ανθρώπους που είχαν για μένα σημασία". Αρα καταλαβαίνεις ότι το νόημα είναι ο άλλος, όχι το τι πέτυχες εσύ. Αυτήν τη νοηματοδότηση που με οδηγεί στον Θεό δεν την έχω ανάγκη γιατί φοβάμαι τον θάνατο και θέλω να πιστέψω στη μετά θάνατο ζωή. Τη χρειάζομαι σε αυτήν τη ζωή».
Ενα τυχαίο γεγονός, από άποψη συγκυριών, θεωρεί και τη δική του επιτυχία στην τηλεόραση, το θέατρο, τον κινηματογράφο. «Εκατσε η μπίλια, την κατάλληλη στιγμή, στο όνομα Θοδωρής Αθερίδης» λέει. «Αυτή η μπίλια μού χάρισε μεγαλύτερη δημοφιλία. Δεν είναι όμως εκεί το θέμα. Η διαφορά από έναν συνάδελφό μου λιγότερο δημοφιλή είναι ότι έχω νιώσει την τιμή να βάζει ένας παραγωγός τα λεφτά του στο έργο που γράφω και στον θίασο που φτιάχνω. Δεν βλέπω τους παραγωγούς σαν αντίπαλους. Ο μέσος έλληνας ηθοποιός θεωρεί τον εργοδότη έναν κεφαλαιοκράτη ο οποίος πίνει το αίμα των εργαζομένων. Δεν είναι όμως έτσι. Ή όλοι μαζί πάμε στο φούντο ή όλοι μαζί σωζόμαστε. Και πολλές φορές το φούντο του εργοδότη είναι χειρότερο από το φούντο του ηθοποιού. Αφήνει τεράστια χρέη. Εγώ, για παράδειγμα, μία φορά έβαλα δικά μου λεφτά στο "Από έρωτα" και ήταν καταστροφή. Επειδή λοιπόν έχω βρεθεί και στα δύο "στρατόπεδα" καταλαβαίνω αυτήν την παρεξήγηση αλλά καταλαβαίνω επίσης και για ποιο λόγο γίνεται. Δεν θεωρώ εξ ορισμού, δηλαδή, λάθος έναν συνάδελφο που πιστεύει ότι ο εργοδότης είναι κάποιος ο οποίος βγάζει λεφτά στην πλάτη του. Το πιστεύει επειδή δεν του έκατσε ακόμη η ηδονή ότι αυτοί που πάνε να τον δουν τον έχουν εκ των προτέρων επιλέξει. Εχει την αγωνία να αποδείξει ότι αξίζει να βρίσκεται στον θίασο που βρίσκεται. Την ξέρω, τη θυμάμαι αυτήν την αγωνία».
Αυτήν την ανύπαρκτη θεατρική σεζόν τον βλέπουμε στο Mega, ως οικοδεσπότη στο «Ελα και θα δεις». Μια εκπομπή παρέας, κουβέντας και τραγουδιών «με αιτία» που επιμελείται η Σεμίνα Διγενή και βρίσκει τον Θοδωρή Αθερίδη στο στοιχείο του, σε ένα «ρόλο» που του αρέσει επειδή του ταιριάζει. «Οι φίλοι μου λένε ότι είμαι καλός οικοδεσπότης. Αν έρθεις σπίτι μου, θα είμαι συνέχεια όρθιος, θα έχω την έννοια να σε περιποιηθώ, να σου φέρω κάτι. Ετσι είμαι και στην εκπομπή. Επίσης, μου αρέσει να πειράζω και να ανακατεύω τους ανθρώπους. Αν είμαι με τρεις φίλους που ξέρω ότι αγαπιούνται αλλά σε κάποια θέματα διαφωνούν, θέλω να τους τσιγκλήσω, να πετάξω μία ατάκα που θα τους κάνει να μαλώσουν. Να σπείρω μια ψιλοδιχόνοια για να γελάσουμε. Και ακόμη, επειδή είμαι και γραφιάς και σκηνοθέτης, έχω μια γενικότερη αίσθηση της αρχής, της μέσης και του τέλους. Αυτά τα τρία χαρακτηριστικά μου φέρω και ως τηλεοπτικός οικοδεσπότης. Από εκεί και πέρα, φιλοδοξώ ότι, εκτός από τη μουσική που θα υπάρχει πάντα, να λέμε πράγματα που δεν είναι για πέταμα, που θα έχουν και μια αρχειακή αξία. Να προβάλλει δηλαδή, μετά από δέκα χρόνια, το Mega την εκπομπή σε επανάληψη και να δει ο τηλεθεατής ότι στο "Ελα και θα δεις" είχε ακουστεί κάτι για τον Καλδάρα που δεν το ήξερε ο πολύς κόσμος, να ψάξει στο Διαδίκτυο για να μάθει περισσότερα για αυτόν στον οποίον αναφερόμαστε».
«Αυτός που λέει κοτσάνες κάνει καριέρα»
Σήμερα, όμως, τα νέα παιδιά ενδιαφέρονται για το παρελθόν; Εχουν τη διάθεση να το σκαλίσουν; Θυμόμαστε τα δικά μας νιάτα, τη λαχτάρα μας να ψάξουμε στις προηγούμενες γενιές, στη γνώση και την τέχνη τους και να εμπνευστούμε από αυτές. «Αν, τότε εμείς, βρισκόμαστε, λέμε τώρα, στο ίδιο τραπέζι με τον Γκάτσο και τον Χατζιδάκι, δεν θα βγάζαμε άχνα μήπως και αυτό που θα πούμε είναι κοτσάνα. Σήμερα αυτός που λέει κοτσάνες είναι χαριτωμένος, μπορεί να κάνει καριέρα. Είναι μόδα η αμορφωσιά. Εδώ και πολλά χρόνια και όχι μόνο στην Ελλάδα. Κάποτε ο αμόρφωτος ντρεπόταν τον μορφωμένο, σήμερα τον ακυρώνει. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα, άκουγα τον Τάκη Τσουκαλά - ναι, τον Τάκη Τσουκαλά! - να μιλάει για το εμβόλιο και αναγνώρισα έναν παλιάς κοπής αμόρφωτο άνθρωπο που σέβεται τον μορφωμένο».
Στο κλείσιμο της κουβέντας μας, του ζητώ μια ευχή για τη νέα χρονιά, μια ευχή «αθερίδικη»: Ο,τι είναι να γίνει, θα γίνει. Αυτό που θα συμβεί είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να συμβεί γι' αυτό και θα γίνει. Να μάθουμε - και πρώτος εγώ - να εμπιστευόμαστε τον ενεστώτα χρόνο γιατί μόνον αυτός υπάρχει. Ενα διαρκές παρόν διανύουμε, ας μην απουσιάζουμε. Κάθε στιγμή αυτού του παρόντος ας το στύβουμε και να ρουφάμε τους χυμούς του. Ενυδάτωση παντού, στο σώμα, στο μυαλό, αλλά και στο κρασί ακόμα, χρειάζεται, για να συγχωρούμε μέσα στην καρδιά μας όλους που γνωρίζουμε. Για ένα είμαι σίγουρος. Ηρθαμε για να χαιρόμαστε. Οταν δεν το καταφέρνουμε, να ξυπνάμε τον εαυτό μας. Η χαρά και η αγάπη έχουν διπλή συνεπαγωγή. Ας γίνουν αυτοσκοπός. Αυτός είναι ο δρόμος».
