Τα μέτρα που συμφωνήθηκαν ανάμεσα στον Πρωθυπουργό και τους πρυτάνεις υπό το σοκ της επίθεσης στον πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου είναι αναγκαία και έπρεπε να έχουν ληφθεί νωρίτερα. Τα πανεπιστήμια πρέπει με κάποιον τρόπο να φυλάσσονται. Η είσοδος στις κτιριακές τους εγκαταστάσεις δεν μπορεί να είναι ελεύθερη. Και η φοιτητική ιδιότητα δεν συμβιβάζεται ούτε με βανδαλισμούς ούτε με πράξεις βίας εναντίον πανεπιστημιακών δασκάλων.

Υπάρχει όμως ένας κίνδυνος: όταν περάσει το σοκ, να χαλαρώσουν και τα μέτρα. Και να επιστρέψει αυτή η άτυπη, αλλά εξαιρετικά επικίνδυνη ανοχή σε φαινόμενα ανομίας που μαστίζουν χρόνια τώρα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Μέχρι την επόμενη πρόκληση, την επόμενη κατακραυγή και τα επόμενα «αυστηρά μέτρα».

Για να αποτραπεί αυτός ο κίνδυνος, και να κλείσει οριστικά η πόρτα στον φασισμό, δεν αρκεί η αποφασιστικότητα της πολιτείας. Οπως αποδείχθηκε άλλωστε, η κατάργηση του ασύλου δεν έλυσε τα προβλήματα. Χρειάζεται η ενεργή συνεργασία της πανεπιστημιακής κοινότητας. Οπως χρειάζεται να πέσουν και μερικά ταμπού. Η ελευθερία της έκφρασης δεν καλύπτει την ανάγνωση «μανιφέστων» από οργισμένους συνδικαλιστές στις συνελεύσεις των τμημάτων. Η ελευθερία της δημιουργίας δεν περιλαμβάνει τη λειτουργία «αυτοδιαχειριζόμενων στεκιών» όπου κρύβονται είδη παρεμπορίου. Η ελευθερία της διακίνησης αφορά ιδέες, όχι ναρκωτικά. Και τα πανεπιστήμια δεν είναι καταφύγια αντιεξουσιαστών.

Την ίδια στιγμή, πρέπει να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την αξιοκρατία και θα καταπολεμήσουν την πελατειοκρατία. Και να απομονωθούν όλοι εκείνοι που θέλουν τα πανεπιστήμια στάσιμα και αποκομμένα από την πραγματικότητα.