Οταν, στα τέλη Φεβρουαρίου, στη Λομβαρδία και στο Βένετο καταγράφηκαν τα πρώτα τοπικά κρούσματα μετάδοσης του κορωνοϊού, στις δύο αυτές περιοχές της Βόρειας Ιταλίας γρήγορα στήθηκαν οδοφράγματα, η πρώτη κίνηση στην Ευρώπη για απαγόρευση κυκλοφορίας, που αποτέλεσε προηγούμενο και για όλες τις άλλες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου.

Εκτοτε η κατάσταση σε αυτές τις δύο εύπορες γειτονικές περιοχές, με ένα από τα καλύτερα συστήματα υγείας στην Ευρώπη, έχει εξελιχθεί πολύ διαφορετικά. Η Λομβαρδία, όπου επικράτησε μια καταστροφή άνευ προηγουμένου στην Ευρώπη σε περίοδο ειρήνης, κατέγραψε ποσοστό θανάτου 17,6% των νοσούντων, με τις σκηνές στρατιωτικών φορτηγών που μεταφέρουν εκατοντάδες σορούς από το Μπέργκαμο να σοκάρουν όλο τον πλανήτη. Στο κοντινό Βένετο, το ποσοστό θανάτου των νοσούντων είναι μόνο 5,6%. Παρότι οι ιολόγοι προειδοποιούν πως το ποσοστό αυτό συνδέεται στενά με τον αριθμό των τεστ που γίνονται, αποδίδουν τη διαφορά και σε άλλους παράγοντες, όπως η άρνηση του Βένετο να νοσηλεύονται οι ασθενείς, σε σύγκριση με τη Λομβαρδία που ακολούθησε διαφορετική τακτική.

«Το Βένετο έχει πολύ χαμηλή θνησιμότητα σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ιταλία», εξηγεί ο καθηγητής Αντρέα Κρισάντι, επιφανής ιολόγος από το Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, υπεύθυνος για το πρόγραμμα μαζικών τεστ στο Βένετο. «Αυτό δείχνει ότι η προσέγγισή μας μέχρι στιγμής ήταν αποτελεσματική».

Η Λομβαρδία με πληθυσμό 10 εκατομμυρίων κατοίκων είχε καταγράψει μέχρι χθες 8.656 θανάτους, δηλαδή 56,3% του συνολικού αριθμού θανάτων στην Ιταλία. Το Βένετο, με πληθυσμό 4,9 εκατομμυρίων, καταγράφει 607 θανάτους και 10.824 διαγνωσμένα κρούσματα. Τα πολλά τεστ και η ιχνηλάτηση επαφών των κρουσμάτων στο Βένετο θεωρούνται ο κυριότερος λόγος για την πιο αποτελεσματική διαχείριση της πανδημίας στην περιοχή αυτή, σε σύγκριση με τις γειτονικές.

Ο Λούκα Ζάια, κυβερνήτης του Βένετο, ήταν ο πρώτος επικεφαλής μιας περιοχής που κατέστρωσε εκτεταμένο πρόγραμμα τεστ πολιτών, το οποίο περιλαμβάνει τεστ που γίνονται drive-through, δηλαδή σε πολίτες μέσα στα αυτοκίνητά τους, καθώς και τεστ στα κέντρα υγείας. Η απόφαση αυτή ελήφθη σε αντίθεση με τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που συμβουλεύει να γίνονται τεστ μόνο σε πιθανά κρούσματα. Ακούγοντας τη συμβουλή των τοπικών επιστημόνων, στην περιοχή έχουν μέχρι σήμερα πραγματοποιηθεί 133.289 τεστ, ο δεύτερος υψηλός αριθμός στην Ιταλία μετά τη Λομβαρδία, παρότι το Βένετο έχει τον μισό πληθυσμό.

Αυτός βέβαια δεν είναι ο μοναδικός λόγος για τη χαμηλότερη θνησιμότητα. Για τον Τζόρτζιο Παλού, έναν από τους πιο έγκυρους ιολόγους της Ευρώπης και επιστημονικό σύμβουλο του Βένετο, κρίσιμος παράγοντας ήταν και ο αριθμός των διαγνωσμένων ασθενών που νοσηλεύθηκαν στα νοσοκομεία. Ο αριθμός τους στην αρχή της επιδημίας έφθασε στο 65% στη Λομβαρδία. Αυτό, σε σύγκριση με μόλις 20% στο Βένετο, όπου οι οδηγίες στην πλειονότητα των ασθενών ήταν να παραμείνουν σπίτι τους, εκτός αν η κατάστασή τους χειροτέρευε πολύ. «Οσο πιο πολλούς ασθενείς δέχεσαι στα νοσοκομεία, τόσο πιο πολλά κρούσματα έχεις», εξηγεί. «Ουσιαστικά δημιουργείς επιδημία, μια και στην αρχή κανείς δεν φρόντιζε να εξετάζει γιατρούς ή νοσοκόμες, οι οποίοι μετέφεραν σπίτι τους τη λοίμωξη». Μέχρι σήμερα περισσότεροι από 60 γιατροί και εργαζόμενοι στην υγεία έχουν πεθάνει στην Ιταλία, η πλειονότητα αυτών στη Λομβαρδία. Ομάδα γιατρών σε μεγάλο νοσοκομείο του Μπέργκαμο προειδοποίησαν πριν από λίγες ημέρες ότι τα νοσοκομεία έχουν γίνει η κύρια πηγή μετάδοσης του Covid-19 και προέτρεψαν τους περισσότερους ασθενείς να παραμένουν στις οικίες τους.

«Σε όλο αυτό», προσθέτει ο Παλού, «μπορεί να έπαιξαν ρόλο και οι πολιτικές πιέσεις. Στην αρχή της κρίσης ο πρωθυπουργός Κόντε επέκρινε τα νοσοκομεία στη Λομβαρδία και ως απάντηση οι γιατροί ήθελαν να δείξουν ότι νοσηλεύουν ασθενείς και δεν τους λένε να μείνουν στο σπίτι τους».