Το μυθιστόρημα ως λογοτεχνικό είδος ακολουθεί στενά τη γέννηση και την ανάπτυξη της αστικής τάξης. Με προγόνους τα ρομαντικά κείμενα της Αναγέννησης και της εποχής της Ελισάβετ, ξεκινά από τις αρχές του 18ου αιώνα να καλύπτει δύο επίκαιρες για την εποχή ανάγκες: πρώτο και σημαντικότερο, την ανάγκη της αστικής τάξης να αναπτύξει ιστορίες για την ουσία και τον εαυτό της, και δεύτερον, την ανάγκη της αστικής τάξης να γεμίσει τις κενές ώρες που ο νέος τρόπος ζωής προσφέρει σε όλους – και μάλλον κυρίως στον γυναικείο πληθυσμό (παράλληλα η αστική τάξη είναι πλέον η μόνη που μπορεί να πληρώσει για να αγοράσει τα μυθιστορήματα που αποκτούν αξία τόσο ως αντικείμενα όσο και ως περιεχόμενο σε κορύφωση της αξίας του γραπτού λόγου). Το μυθιστόρημα ξεφεύγει από τις ηρωικές αφηγήσεις και τους ιδεαλισμούς του παρελθόντος και προσγειώνεται στην καθημερινότητα του αναγνώστη(-στριας) με τρόπο που η ανάγνωση προσφέρει τόσο την αναγνώριση σε οικεία πρόσωπα και καταστάσεις όσο και την απαραίτητη σάτιρα και κριτική. Η εξέλιξη της αστικής τάξης προκαλεί με έμμεσο και άμεσο τρόπο την εξέλιξη και του ίδιου του μυθιστορήματος, το οποίο περνά από τον απλό κοινωνικό σχολιασμό του πρώτου μέρους του 18ου αιώνα στην ανακαλυπτική και αποκαλυπτική περίοδο του ρεαλισμού, στη γεμάτη αμφιβολίες περίοδο του μοντερνισμού, στην κατάρρευση της φόρμας του μεταμοντερνισμού. Αλλά πάντα συνεχίζει να ανήκει – κόντρα σ’ αυτό που αρκετοί συγγραφείς θα ήθελαν να παραδεχτούν – στην αστική τάξη τόσο από πλευράς συγγραφής όσο και από πλευράς ανάγνωσης.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ