Οταν μια κυβέρνηση ξεκινά με την υπόσχεση ότι θα είναι «κάθε λέξη του Συντάγματος» και καταλήγει να υπονομεύσει και να εξευτελίσει την πρόταση συνταγματικής αλλαγής την οποία η ίδια υπέβαλε, τότε το μόνο συμπέρασμα είναι ότι εξόκειλε από τον στόχο της. Αλλά πράττοντας έτσι ρίχνει στα βράχια ολόκληρο το δημοκρατικό οικοδόμημα. Η τελευταία εκδήλωση – το «δεν θα ψηφίσουμε τον εαυτό μας» του εισηγητή της πλειοψηφίας – ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της περιφρόνησης του ανώτατου και συμβολικότατου νόμου της ελληνικής Πολιτείας. Περιέχει, με τον πιο εύγλωττο τρόπο, όλα τα χαρακτηριστικά μιας πάγιας κυβερνητικής στάσης που ως τώρα κρυβόταν λίγο καλύτερα. Την εργαλειοποίηση: την κυβέρνηση δεν ενδιαφέρουν το Σύνταγμα και οι θεσμοί ως εγγυήσεις ομαλότητας και συλλογικής προσπάθειας αλλά ως εργαλεία προσπορισμού κομματικού και συγκυριακού οφέλους. Την ιδεολογικοποίηση: το Σύνταγμα εμφανίζεται όχι μόνο ότι αντανακλά ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων, αλλά και ότι αποτελεί, με τα λόγια του εισηγητή της πλειοψηφίας, το προνομιακό πεδίο διεξαγωγής της «ταξικής πάλης», δηλαδή – τώρα μιλώ εγώ – αναβίωσης του διχασμού. Την κυριαρχία της διαδικασίας επί της ουσίας και του τακτικισμού επί των πολιτικών επιλογών: αντί να συζητάμε γιατί και πώς χρειάζεται να αλλάξει στο Σύνταγμα ώστε να βελτιωθεί η λειτουργία του πολιτεύματος, ψάχνουμε τρόπους για να μπλέξουμε τον αντίπαλο και να φανούμε πιο «έξυπνοι» (βλέπε: επιτήδειοι).

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ