«Βλέπω τη Συμφωνία των Πρεσπών σαν άγιο δισκοπότηρο για το σύνολο των προοδευτικών δυνάμεων» αναφέρει στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» ο – ανεξάρτητος πλέον – βουλευτής Σπύρος Δανέλλης, συνδέοντας σχεδόν αποκλειστικά με τις δικές του διαχρονικές θέσεις για το Σκοπιανό και τη μεταπήδησή του στην κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή. Παράλληλα, θεωρεί βασικό λάθος του Ποταμιού το ότι «ήθελε να είναι ένα πολιτικό κόμμα που παράλληλα έμοιαζε να απορρίπτει καθετί πολιτικό», κάνοντας λόγο για έναν συνδυσμό πείσματος, υπεροψίας και ερασιτεχνισμού, ενώ προτρέπει τις προοδευτικές δυνάμεις «να αφήσουν κατά μέρος το θυμικό και την οργή και να επικεντρωθούν σε αυτά που τις ενώνουν».

Το μήνυμα της δικής σας στήριξης στην κυβέρνηση κρύβει περισσότερα από όσα είπατε στη Βουλή;

Νομίζω πως είναι ξεκάθαρο. Με την ψήφο μου εξασφαλίζεται ότι θα έρθει η Συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση στη Βουλή. Αυτό ήταν και είναι το διακύβευμα. Ο Πρωθυπουργός ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης, απαντώντας στις προκλήσεις εκείνων που υποστήριζαν πως με την αποχώρηση των ΑΝΕΛ, εξαιτίας της Συμφωνίας, η κυβέρνηση χάνει τη δεδηλωμένη. Με την κοινωνία να έχει κατεβάσει ρολά στη λογική και την αντιπολίτευση να υποστηρίζει πως η κυβέρνηση δεν έχει τη νομιμοποίηση να διαχειριστεί ένα τόσο κρίσιμο εθνικό θέμα, ουσιαστικά για άλλη μία φορά κινδυνεύαμε με τη μη λύση ενός ζητήματος που ταλαιπωρεί τη χώρα 28 χρόνια τώρα.

Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι τελικώς το άγιο δισκοπότηρο για την κυβέρνηση Τσίπρα;

Τηρουμένων των αναλογιών, αν το άγιο δισκοπότηρο της κυβέρνησης Σημίτη ήταν η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, για την κυβέρνηση Τσίπρα είναι η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Βέβαια, από μία άλλη οπτική γωνία βλέπω τη Συμφωνία των Πρεσπών σαν άγιο δισκοπότηρο για το σύνολο των προοδευτικών δυνάμεων. Και αυτό γιατί δεν είναι μόνο ένα εθνικό θέμα, αλλά είναι θέμα ταυτοτικό για τον κάθε πολιτικό χώρο. Επομένως, αποκαλύπτει και υποδεικνύει τις εκλεκτικές συγγένειες πολιτικών χώρων. Με άλλα λόγια, δίνει την ευκαιρία για νέους συσχετισμούς δυνάμεων στο πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό και αυτό ακριβώς είναι που προκαλεί ανησυχία και σφοδρές αντιδράσεις.

Πιστεύετε όντως ότι σήμερα υπάρχει πρόσφορο έδαφος για τη συγκρότηση ενός «προοδευτικού πόλου»;

Σήμερα, μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, ο πολιτικός χάρτης αναδιαμορφώνεται και αναζητούνται οι πραγματικές εκλεκτικές συγγένειες, στη βάση των οποίων θα δημιουργηθούν οι πολιτικές προτάσεις προς την κοινωνία. Εξάλλου, αρέσει – δεν αρέσει, οι διαφορετικές αντιλήψεις και προσεγγίσεις σε μείζονα θέματα όπως το Μακεδονικό, τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, η άμβλυνση των ανισοτήτων, η μέριμνα για τους πιο αδύναμους, η επαναρρύθμιση του Εργασιακού, η αναγκαιότητα δημόσιων παρεμβάσεων για την αύξηση του κοινωνικού μισθού, αποδεικνύουν πως υπάρχει Αριστερά, υπάρχει και Δεξιά. Επομένως, ναι, υπάρχει πρόσφορο έδαφος για τη συγκρότηση του «προοδευτικού πόλου». Και γι’ αυτό επιμένω πως οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας στη μεταμνημονιακή εποχή επιβάλλεται να αφήσουν κατά μέρος το θυμικό και την οργή και να επικεντρωθούν σε αυτά που τις ενώνουν. Μόνο έτσι θα καταφέρουν να περιγράψουν τη δική τους πρόταση και να προσεγγίσουν την κοινωνία, που παραμένει καχύποπτη και όχι άδικα. Αυτό ακριβώς που επιχειρείται και στη λοιπή Ευρώπη προς αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς και του εθνικισμού που προελαύνουν.

Εν τέλει, τι δεν πήγε καλά για το Ποτάμι;

Το Ποτάμι γεννήθηκε μέσα σε μια συγκεκριμένη πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα. Πάτησε ουσιαστικά σε δύο κυρίαρχες τότε αντιθέσεις. Ηταν η εποχή τού «Μένουμε Ευρώπη» ή φεύγουμε. Ηταν η εποχή του Μνημονίου και του αντιμνημονίου. Σήμερα, αυτές οι κυρίαρχες τότε αντιθέσεις ανήκουν στην Ιστορία. Επιπλέον, ήθελε να είναι ένα πολιτικό κόμμα που παράλληλα έμοιαζε να απορρίπτει καθετί πολιτικό. Αρνήθηκε πεισματικά να αποκτήσει μια ξεκάθαρη πολιτική φυσιογνωμία, αντιμετώπισε με υπεροψία ή καχυποψία τους κανόνες της πολιτικής, ενώ ο ερασιτεχνισμός του το οδηγούσε σε απανωτά λάθη, που πεισματικά αρνήθηκε να αναστοχαστεί. Κάπως έτσι, έχασε αυτή τη μοναδική δυναμική που είχε το 2015.

Οι μέχρι προχθές συνοδοιπόροι σάς καταλογίζουν «πράξεις πολιτικά ανήθικες»…

Ο καθένας μας είναι γνωστός για τη διαδρομή του. Δεν αδικούν εμένα, αδικούν τον εαυτό τους με τέτοια σχόλια. Ισως κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια. Στην πορεία μου, όπως αυτή αποδεικνύεται, δεν έκανα ποτέ καμία πολιτική αντιπαροχή, αντιθέτως είχα πάντα την τόλμη να υποστηρίζω αυτά που η συνείδηση και οι αρχές μου υποδείκνυαν, όσο μειοψηφικές κι αν ήταν οι θέσεις μου.