Γιατί ένας συγγραφέας και ιστορικός σαν εμένα που ζει ανάμεσα στο Παρίσι και τα Δωδεκάνησα χωρίς να οδηγεί αυτοκίνητο εδώ και 25 χρόνια, ενώ δεν ανήκει σε εκείνο το τμήμα του πληθυσμού που αισθάνεται ότι απειλείται από την υποβάθμιση, στήριξε από την αρχή και διαδήλωσε μαζί με τα Κίτρινα Γιλέκα; Από αλληλεγγύη φυσικά γιατί δεν είναι ανάγκη να εξαθλιωθεί κανείς για να καταλάβει πως στο τελικό στάδιο, όπως λέμε για τον καρκίνο, η γενικότερη εξαθλίωση απειλεί την ίδια τη δημοκρατία. Η απόφασή μου όμως ήταν και προϊόν σκέψης.

Σαν όλα τα κοινωνικά κινήματα, όπως εκείνο που το 2012 ταρακούνησε συθέμελα την Ελλάδα, το εργαστήριο του παρόντος μας, έτσι και το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων γεννήθηκε από τη σύζευξη μιας χρόνιας κατάστασης με τις τρέχουσες συνθήκες. Τα βαθύτερα αίτια τα γνωρίζουμε από καιρό: είναι η ιλιγγιώδης αύξηση των ανισοτήτων σε αυτά τα σαράντα χρόνια του νεοφιλελεύθερου κύκλου που τελειώνει, είναι η συρρίκνωση των κοινωνικών υπηρεσιών υπό το πρόσχημα του «να κάνουμε οικονομία», είναι η φυγή επιχειρήσεων που είχαν ως αποτέλεσμα να ερημώσουν ολόκληρες περιοχές και να φέρουν μαζική ανεργία, είναι το ξεπούλημα στους ιδιώτες του δημόσιου πλούτου και κυρίως των υποδομών, είναι η εργασιακή επισφάλεια που χτύπησε τους μισθούς, είναι η ενοχοποίηση των συνταξιούχων που κατηγορούνται ότι ζουν πολύ καλά εξόδοις των εργαζομένων…

Αυτό που έχει ακουστεί λιγότερο είναι πως στην Ευρώπη τα ευρωπαϊκά όργανα και το ευρώ ήταν συγχρόνως το πρόσχημα και ο κινητήριος μοχλός όλων εκείνων των αποφάσεων που εξατομίκευσαν την κοινωνία, αποδόμησαν το κράτος και κατέστρεψαν το πνεύμα αλληλεγγύης. Με άλλα λόγια, από τη στιγμή που τα ευρωπαϊκά όργανα, ενεργώντας χωρίς κανέναν δημοκρατικό έλεγχο, στέρησαν την πολιτική από κάθε εργαλείο ουσιαστικού ελέγχου – το νόμισμα, τη δημοσιονομική πολιτική, τις δημόσιες επενδύσεις που δεν είναι πια δυνατές αφού έχει χαθεί η κυριαρχία επί του προϋπολογισμού και έχουν ιδιωτικοποιηθεί οι υποδομές -, το μόνο που μένει στην πολιτική να ρυθμίσει είναι η αύξηση των φόρων και η πίεση στους μισθούς, στις συντάξεις και τις κοινωνικές παροχές.

Οπως είπε εξάλλου ο Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ την επομένη της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία δεν έχει κανένα ουσιαστικό νόημα αφού αλλαγή των προσώπων δεν σημαίνει και αλλαγή μιας πολιτικής η οποία έχει οριστεί από τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση οι πολίτες αναζητούν διέξοδο σε κόμματα που δεν είχαν ποτέ την εξουσία, απέχουν από τις εκλογές ή απλά εξεγείρονται. Η διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα του 2012 και τη Γαλλία του 2018 είναι πως μετά την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ ξέρουμε πως η λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά γίνεται κάτω από το ευρωπαϊκό καθεστώς κανονική Δεξιά.

Αυτή είναι λοιπόν η χρόνια κατάσταση. Σε ό,τι αφορά τις σημερινές συνθήκες που οδήγησαν στην έκρηξη, αυτές πρέπει να αναζητηθούν στην τύχη και στα λόμπι που επέβαλαν την υποψηφιότητα του Μακρόν (τα ποσοστά του στον πρώτο γύρο αποτελούν ιστορικό χαμηλό), στη σύγχυση που προκαλεί το σκόπιμο μπέρδεμα της νεότητας με την ανανέωση (μετά τον Τσίπρα και τον Ρέντσι) και στην απουσία τόσο της πολιτικής ευφυΐας όσο και του ιστορικού βάθους του αρχηγού και του στρατού των βουλευτών – ζόμπι.

Στη Γαλλία εξακολουθεί να παίζει τεράστιο ρόλο η ιδέα της ισότητας – η χώρα μου δεν έγινε ποτέ φιλελεύθερη. Παρ’ όλα αυτά, το 2017 και κόντρα στη ροή της Ιστορίας, καθώς ο νεοφιλελεύθερος κύκλος ξεψυχούσε, εξέλεξε έναν φιλελεύθερο πρόεδρο, το σχέδιο του οποίου ήταν εκείνο μιας τρόικας εσωτερικού. Ο πρόεδρος αυτός σχημάτισε την πιο τεχνοκρατική κυβέρνηση που είχε γνωρίσει η χώρα από την εποχή της κυβέρνησης του Βισί το 1940.

Σαν να μην έφτανε αυτό, παρασυρμένος από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, ο Μακρόν εκδήλωσε – συνήθως στο εξωτερικό – μια μοναρχική περιφρόνηση για τους συμπολίτες του, κυρίως γι’ αυτούς που δεν ανήκουν στην τάξη του. Αυτή ήταν πιθανότατα η καθοριστική σπίθα που έβαλε φωτιά σε μια πυριτιδαποθήκη που ήταν έτοιμη να εκραγεί από καιρό. Από αυτή την άποψη, η κλήση της κυβέρνησης σε διάλογο είναι ένα ξόρκι κενό νοήματος. Γιατί αυτό που ζητούν τα Κίτρινα Γιλέκα είναι να ανακτήσει η χώρα εκείνους τους μοχλούς που έχει παραδώσει. Αυτό που ζητούν, με άλλα λόγια, χωρίς να το έχουν διατυπώσει ακόμη (η φιλευρωπαϊκή προπαγάνδα είναι ακόμη εξαιρετικά ισχυρή) είναι η ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας από την ολιγαρχία της ΕΕ.

Από την άλλη πλευρά, ο γενετικός κώδικας του Μακρόν και των δικών του είναι η ρευστοποίηση αυτού που έχει απομείνει από την εθνική κυριαρχία προς όφελος της ολιγαρχίας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, μετά το Brexit και τις τελευταίες ιταλικές εκλογές, η εξέγερση των Κίτρινων Γιλέκων συνιστά χωρίς αμφιβολία ένα επιπλέον βήμα προς την εξαφάνιση του ευρώ και της κατάρρευσης της ΕΕ με τον τρόπο που είχε καταρρεύσει η ΕΣΣΔ. Αυτό θα ήταν πραγματικά ένα υπέροχο νέο για τους Ευρωπαίους!

Ο Ολιβιέ Ντελόρμ είναι ιστορικός και δοκιμιογράφος, συγγραφέας τού «Η Ελλάδα και τα Βαλκάνια, από τον πέμπτο αιώνα μέχρι σήμερα», τρεις τόμοι, εκδ. Folio Histoire, Gallimard, 2013, και «30 καλοί λόγοι για έξοδο από την Ευρώπη», εκδ. H&O, 2016