Ναι, είχαμε και στο χωριό μας Black Friday. Μόνο που τη λέγαμε «το αφεντικό τρελάθηκε». Για όσους δεν έχουν μάθει να εξηγούν τη ζωή και να αποκωδικοποιούν τις συμπεριφορές των ανθρώπων αποκλειστικά και μόνο μέσα από ιδεοληπτικές κομματικές εξισώσεις, ο δαιμονοποιημένος (ξανά μανά εσχάτως) καταναλωτισμός έβαλε, απλώς, ταμπελάκια σε ορμέμφυτα του σύγχρονου ανθρώπου. Να αποκτήσει πολλά πληρώνοντας λίγα.

Υπόθεση δύο-τριών ετών στη χώρα μας, η Black Friday δεν χρειάστηκε περισσότερο για να εξελιχθεί σε αυτό που ήταν κάποτε η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου. Πιο εκκωφαντικό θα έλεγα, αφού ο πυροκροτητής της επικοινωνίας και της διαφήμισης δεν δούλευε στο φουλ εκείνα τα χρόνια. Λίγο αυτό, λίγο το άλλο, φτάσαμε φέτος να διαφημίζεται η Black Friday δεκαπέντε ημέρες πριν και να επεκτείνεται σε ολόκληρη εβδομάδα. Με εκπτώσεις όμως που σπάνια ξεπερνούν το 50%.

Εχω βρεθεί σε Black Friday στη Νέα Υόρκη και έχει αστράψει το μάτι μου από τον πανζουρλισμό. Λογικό αφού οι εκπτώσεις κυμαίνονται από 70% εως 90% και οι προσφορές δεν ανακοινώνονται. Οι αγοραστές στήνονται αποβραδίς μπροστά στα αγαπημένα τους καταστήματα και μπουκάρουν με αλαλαγμούς μόλις ανοίξουν, κάνοντας αυτήν τη Μαύρη Παρασκευή κάτι σαν χάπενινγκ, σαν γιορτή της κατανάλωσης. Στις ΗΠΑ όμως η κατανάλωση δεν είναι φάντασμα και ξόρκι. Εχει θεσμοθετηθεί εδώ και πολλές δεκαετίες, ανάγοντας τον καταναλωτή σε τιμώμενο πρόσωπο. Δεν είναι μόνο τα ανοιχτά μαγαζιά όλες τις αργίες και τις γιορτές, αλλά και εκείνη η ευτυχισμένη στιγμή που ρωτάς την πωλήτρια αν μπορείς να αλλάξεις, χωρίς το ταμπελάκι, ένα ρούχο που αγόρασες πριν από έναν χρόνο κι ακούς το απρόσμενο «sure!». Ο καταναλωτισμός ωστόσο είναι πολιτισμικό στοιχείο και πάνω του ξεβάφουν τα χαρακτηριστικά του κάθε λαού. Καινούργιο, σχετικά, κοσκινάκι στη χώρα μας, πάσχει ακόμη από έλλειψη κανόνων και αυτού που λέμε καταναλωτικός πολιτισμός. Διότι αν υπήρχε, η Black Friday θα «γιορταζόταν» αρχές του μήνα, όταν οι άνθρωποι είναι φρεσκοπληρωμένοι.