Η εμφάνιση του νέου «υποκλάδου» Κ του ιού της γρίπης έχει ανοίξει εκ νέου τη συζήτηση γύρω από την αποτελεσματικότητα του φετινού αντιγριπικού εμβολίου. Παρότι στην Ελλάδα η κυκλοφορία του ιού παραμένει μέχρι στιγμής χαμηλή, η διεθνής εικόνα – με αυξημένα περιστατικά και νοσηλείες σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο -γρ΄λ προκαλεί εύλογη ανησυχία.
Η «σούπερ γρίπη» εμφανίζεται κάθε χρόνο με εποχικό χαρακτήρα, με την έντασή της να διαφοροποιείται ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή. Στην Ελλάδα, η άνοδος των κρουσμάτων καταγράφεται συνήθως από τα μέσα έως τα τέλη Δεκεμβρίου. Φέτος, ωστόσο, η δημόσια συζήτηση ξεκίνησε νωρίτερα, καθώς στο προσκήνιο βρέθηκε ο νέος «υποκλάδος» Κ του ιού της γρίπης τύπου Α (Η3Ν2), ο οποίος φαίνεται να αποτελεί σημαντικό ποσοστό των στελεχών που έχουν εντοπιστεί στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η εμφάνιση ενός νέου υποκλάδου σημαίνει ότι ο γενικός πληθυσμός δεν διαθέτει ανοσία.
Παράλληλα, επισημαίνεται ότι η σύνθεση του αντιγριπικού εμβολίου αποφασίζεται αρκετούς μήνες πριν από τη διάθεσή του, βάσει των τότε επιδημιολογικών δεδομένων. Ως αποτέλεσμα, δεν ήταν δυνατόν να περιλαμβάνει ειδικά τον υποκλάδο Κ, ο οποίος εμφανίστηκε σε μεταγενέστερο στάδιο.
Παρά αυτόν τον περιορισμό, οι μέχρι τώρα ενδείξεις δείχνουν ότι ο εμβολιασμός εξακολουθεί να προσφέρει ουσιαστική προστασία. Αν και μπορεί να μην αποτρέπει πάντα τη μόλυνση, μειώνει σημαντικά τη βαρύτητα των συμπτωμάτων και τον κίνδυνο επιπλοκών, περιορίζοντας παράλληλα την ανάγκη για νοσηλεία. Ιδιαίτερα ευάλωτες ομάδες παραμένουν οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά και τα άτομα με χρόνια νοσήματα, οι οποίοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών.
Οι οδηγίες των ειδικών αναφέρουν ότι ο αντιγριπικός εμβολιασμός πρέπει να γίνεται έγκαιρα, πριν από την έναρξη της εποχικής έξαρσης, καθώς απαιτούνται περίπου δύο εβδομάδες για την ανάπτυξη ανοσίας. Η ιδανική περίοδος εμβολιασμού τοποθετείται από τα μέσα Οκτωβρίου έως τα τέλη Νοεμβρίου. Ωστόσο, ακόμη κι αν δεν πραγματοποιηθεί μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, μπορεί να γίνει οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της περιόδου της γρίπης.
Τέλος, σημειώνεται ότι η λοίμωξη από τη νέα παραλλαγή της γρίπης Α(H3N2), τον λεγόμενο «υποκλάδο Κ», χαρακτηρίζεται συνήθως από αιφνίδια έναρξη συμπτωμάτων, τα οποία είναι συχνά πιο έντονα και καθηλωτικά σε σύγκριση με το κοινό κρυολόγημα. Οι ασθενείς περιγράφουν έντονη κακουχία που εμφανίζεται μέσα σε λίγες ώρες, με συχνά συμπτώματα τον υψηλό πυρετό (συχνά άνω των 38°C), τα ρίγη και την έντονη εφίδρωση, τη σοβαρή κόπωση που μπορεί να διαρκέσει αρκετές ημέρες, μυϊκούς και αρθρικούς πόνους, δυνατό πονοκέφαλο, ξηρό και επίμονο βήχα, πονόλαιμο και καταρροή.