Είκοσι εννέα παιδιά και έφηβοι έχασαν τη ζωή τους στην Κούβα εξαιτίας του δάγκειου πυρετού και της νόσου τσικουνγκούνια, σύμφωνα με νεότερο απολογισμό που δημοσιοποιήθηκε τη Δευτέρα από τις υγειονομικές αρχές. Ο συνολικός αριθμός των θυμάτων από τις δύο επιδημίες που πλήττουν τη χώρα τους τελευταίους μήνες ανέρχεται πλέον σε 44.
«Η χώρα έχει καταγράψει συνολικά 44 θανάτους εξαιτίας αρβοϊών», ανέφερε στην κρατική τηλεόραση η υφυπουργός Υγείας Καρίλντα Πένια, κάνοντας λόγο για ταυτόχρονη έξαρση δάγκειου πυρετού και τσικουνγκούνια. Η δεύτερη επιδημία είχε κηρυχθεί πριν από περίπου πέντε μήνες.
Η Πένια διευκρίνισε ότι στους 11 νέους θανάτους που προστέθηκαν στον απολογισμό, οι επτά οφείλονταν στη νόσο τσικουνγκούνια —με έξι θύματα κάτω των 18 ετών— ενώ οι υπόλοιποι τέσσερις σχετίζονταν με τον δάγκειο πυρετό, όπου δύο από τα θύματα ήταν επίσης ανήλικοι.
Μόλις μία εβδομάδα νωρίτερα, η ίδια αξιωματούχος είχε ανακοινώσει 33 θανάτους, ανάμεσά τους 21 παιδιά και εφήβους, από τις δύο ιογενείς ασθένειες που μεταδίδονται μέσω κουνουπιών.
Εξάπλωση των επιδημιών
Η επιδημία της τσικουνγκούνια, που προκαλεί υψηλό πυρετό και έντονους πόνους στις αρθρώσεις, εκδηλώθηκε τον Ιούλιο στην επαρχία Ματάνσας, δυτικά της Αβάνας. Μέσα σε λίγους μήνες εξαπλώθηκε και στις 15 επαρχίες της χώρας, την ώρα που η Κούβα αντιμετωπίζει παράλληλα και έξαρση του δάγκειου πυρετού.
Η χώρα είχε στο παρελθόν έρθει αντιμέτωπη με επιδημίες δάγκειου πυρετού, ωστόσο η τσικουνγκούνια αποτελεί σχετικά νέα απειλή. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Κούβα το 2014, όταν η νόσος εξαπλωνόταν σε πολλές χώρες της περιοχής, όπως η Βραζιλία, η Κολομβία, η Αϊτή και η Δομινικανή Δημοκρατία.
Παράγοντες που επιδεινώνουν την κρίση
Τότε, οι αρχές είχαν κατορθώσει να περιορίσουν γρήγορα την έξαρση, η οποία εντοπιζόταν στη Σαντιάγο ντε Κούμπα. Αυτή τη φορά, όμως, η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο, καθώς η «συσσώρευση σκουπιδιών» στους δρόμους και το στάσιμο νερό σε δεξαμενές κατοικιών δημιούργησαν ιδανικές συνθήκες για τα κουνούπια που μεταδίδουν τους ιούς.
Η περιοδική έλλειψη τρεχούμενου νερού, που επηρεάζει έως και τρία εκατομμύρια πολίτες, επιτείνει το πρόβλημα. Την ίδια στιγμή, η σοβαρή οικονομική κρίση και η έλλειψη συναλλάγματος δυσχεραίνουν τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών και των προληπτικών προγραμμάτων, όπως οι ψεκασμοί, λόγω ανεπάρκειας καυσίμων.