H ΕΛ.ΑΣ. ανακοίνωσε την εξάρθρωση εκτεταμένου κυκλώματος εμπορίας ανθρώπων, τα μέλη του οποίου εξανάγκαζαν αλλοδαπούς –μεταξύ αυτών και ανηλίκους– να εργάζονται παράνομα σε καταστήματα ψιλικών, πωλώντας λαθραία καπνικά προϊόντα.
Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε από το πρωί της Τρίτης 3 Δεκεμβρίου έως το μεσημέρι της Τετάρτης 4 Δεκεμβρίου σε διάφορες περιοχές της Αττικής. Συμμετείχαν αστυνομικοί του Τμήματος Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων, με τη συνδρομή του Τμήματος Πληροφοριών και Ειδικών Δράσεων. Συνελήφθησαν έξι μέλη της οργάνωσης και επιπλέον πέντε άτομα από εννέα καταστήματα ψιλικών.
Σε βάρος των συλληφθέντων σχηματίστηκε δικογραφία για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, εμπορία ανθρώπων, πλαστογραφία, κατοχή ταξιδιωτικών εγγράφων τρίτων, παραβίαση περιορισμών διαμονής και παραβάσεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., η επιχείρηση υποστηρίχθηκε από την INTERPOL, η οποία παρείχε πρόσβαση στις διεθνείς βάσεις δεδομένων της και διευκόλυνε τους διασυνοριακούς ελέγχους. Παράλληλα, συνέδραμε η Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ (H.S.I.).
Προστασία και αρωγή παρασχέθηκε σε έντεκα αλλοδαπούς, εκ των οποίων τέσσερις ανήλικοι, που αναγνωρίστηκαν ως θύματα εμπορίας ανθρώπων.
Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης
Η έρευνα ξεκίνησε ύστερα από καταγγελία Μη Κερδοσκοπικού Σωματείου για εκμετάλλευση ανήλικου αλλοδαπού, η οποία διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών. Από την προκαταρκτική εξέταση προέκυψε ότι από το 2020 λειτουργούσε οργανωμένο κύκλωμα με δομημένη δράση στην εμπορία ανθρώπων και εκμετάλλευση ανηλίκων.
Οι δύο αρχηγοί της οργάνωσης, ηλικίας 42 και 39 ετών, είχαν αναθέσει σε στρατολόγους τον εντοπισμό ανηλίκων σε ευάλωτη κατάσταση, στους οποίους υπόσχονταν εργασία στην Αθήνα με καλή αμοιβή. Αναλάμβαναν το κόστος της παράνομης μεταφοράς τους στην Ελλάδα και τους ενημέρωναν ότι το «χρέος» τους θα εξοφλούνταν μέσω εργασίας σε καταστήματα ψιλικών που διαχειριζόταν η οργάνωση.
Τα καταστήματα αυτά λειτουργούσαν ως βιτρίνες για την αποθήκευση και πώληση λαθραίων καπνικών προϊόντων. Για την κάλυψη των παράνομων δραστηριοτήτων, χρησιμοποιούνταν ομοεθνείς ως «μπροστινοί» ιδιοκτήτες, ενώ τα έσοδα κατέληγαν στα ηγετικά μέλη.
Οι ανήλικοι εργάζονταν υπό εξαναγκασμό, χωρίς ρεπό και με παρακράτηση των αμοιβών τους. Σε περιπτώσεις ανυπακοής, δεχόταν σωματική βία από μέλη της οργάνωσης. Παρόμοια εκμετάλλευση υπέστησαν και ενήλικοι σε ευάλωτη κατάσταση, όπως άστεγοι, καθώς και άτομα που είχαν στρατολογηθεί ως ανήλικοι.
Ευρήματα και κατασχέσεις
Κατά την τελευταία πενταετία, τουλάχιστον 15 ανήλικοι είχαν οδηγηθεί σε δομές φιλοξενίας μετά από αυτόφωρες συλλήψεις, ωστόσο ορισμένοι εξαναγκάζονταν να διαφύγουν και επέστρεφαν στους χώρους εκμετάλλευσης.
Οι έρευνες σε εννέα καταστήματα σε Αθήνα, Ίλιον και Περιστέρι αποκάλυψαν μεγάλες ποσότητες λαθραίων καπνικών προϊόντων χωρίς ταινία Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης. Σε δύο καταστήματα υπεύθυνοι ήταν ανήλικοι, οι οποίοι διασώθηκαν. Σε τρία εντοπίστηκαν ειδικά διαμορφωμένες οπές στις μεσοτοιχίες για τη μεταφορά λαθραίων προϊόντων, ενώ σε παρακείμενους χώρους βρέθηκαν αποθήκες και άτομα που τα προμήθευαν.
Συνολικά κατασχέθηκαν:
• 8.260 πακέτα τσιγάρων (165.200 τσιγάρα),
• 473 συσκευασίες καπνού (23.650 γραμμάρια),
• πλήθος ψηφιακών πειστηρίων (κινητά, κάμερες, καταγραφικά),
• έγγραφα σχετικά με μισθώσεις ακινήτων και «αχυρανθρώπους»,
• δύο δίκυκλα και ένα Ι.Χ. αυτοκίνητο,
• παραστατικά μεταφοράς χρημάτων, που αποδεικνύουν αποστολή 145.000 ευρώ στο εξωτερικό μέσω «smurfing»,
• καθώς και νομιμοποιητικά έγγραφα τρίτων προσώπων, πλαστά και γνήσια.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.
