Σε μια απόφαση που προκαλεί σοβαρούς προβληματισμούς στη διεθνή επιστημονική κοινότητα, τα Αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) διέταξαν τον άμεσο τερματισμό όλων των ερευνητικών προγραμμάτων που χρησιμοποιούν πιθήκους. Όπως αποκάλυψε το περιοδικό Science, περίπου 200 μακάκοι που στεγάζονται στις εγκαταστάσεις του CDC στην Ατλάντα, χρησιμοποιούμενοι σε μελέτες για μολυσματικές νόσους όπως HIV και ηπατίτιδα, μένουν πλέον «χωρίς μέλλον» — χωρίς να είναι σαφές τι θα απογίνει με τα ζώα.
Η απόφαση αναμένεται να τεθεί πλήρως σε ισχύ πριν από το τέλος του έτους και εντάσσεται σε μια ευρύτερη κυβερνητική πολιτική που έχει υιοθετήσει η νέα διοίκηση στις ΗΠΑ. Από τον Ιανουάριο, πολλές ομοσπονδιακές υπηρεσίες έχουν μειώσει ή αναστείλει έρευνες που βασίζονται σε ζωικά μοντέλα, προκρίνοντας την επένδυση σε τεχνολογίες όπως εργαστηριακά μοντέλα σε «chips», κυτταρικές καλλιέργειες και προσομοιώσεις.
Η απόφαση έχει ήδη προκαλέσει έντονο προβληματισμό σε ειδικούς που θεωρούν τα πειραματόζωα —ιδίως τα πρωτεύοντα θηλαστικά— απαραίτητα στη μελέτη σοβαρών λοιμωδών νοσημάτων. Η JoAnne Flynn, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, τονίζει ότι τα πρωτεύοντα θηλαστικά χρησιμοποιούνται μόνο όταν καμία άλλη μέθοδος δεν μπορεί να προσομοιώσει επαρκώς τον ανθρώπινο οργανισμό. «Είναι ανησυχητικό», τονίζει. «Στις μολυσματικές νόσους, πρέπει να δοκιμάζονται πράγματα σε συστήματα που μοιάζουν πραγματικά με τον άνθρωπο».
Το CDC, από την πλευρά του, υποστηρίζει ότι παραμένει προσηλωμένο στις αρχές της «αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης» των πειραματόζωων, όπως ορίζουν τα σύγχρονα πρότυπα καλής πρακτικής στην επιστημονική έρευνα. Σε δήλωσή του στο Scientific American, εκπρόσωπος της υπηρεσίας υπογράμμισε ότι το CDC αξιολογεί τακτικά το ερευνητικό του χαρτοφυλάκιο και επιδιώκει να περιορίζει τη χρήση ζώων όπου είναι δυνατόν, χωρίς να επηρεάζεται η ποιότητα της δημόσιας υγείας.
Ωστόσο, η πραγματικότητα των εργαστηρίων αποδεικνύεται πιο περίπλοκη. Ορισμένοι επιστήμονες φοβούνται ότι η απόφαση αυτή θα διακόψει έρευνες εν εξελίξει, ακόμη και όταν οι μακάκοι βρίσκονται στο μέσο κρίσιμων πειραματικών κύκλων. «Αν μια μελέτη σταματήσει ξαφνικά, η απώλεια επιστημονικής γνώσης είναι ανυπολόγιστη», σημειώνει η Flynn.
Άλλοι ερευνητές, πάντως, υπογραμμίζουν πως το CDC είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι της συνολικής ερευνητικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ. Η Nancy Haigwood, πρώην διευθύντρια στο Oregon National Primate Research Center, υπενθυμίζει ότι η πλειονότητα των μελετών σε πρωτεύοντα θηλαστικά διεξάγεται σε κέντρα χρηματοδοτούμενα από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH), τα οποία δεν έχουν επηρεαστεί από την κυβερνητική οδηγία. «Οι υπόλοιπες μελέτες θα συνεχιστούν κανονικά», δηλώνει, διότι έχουν περάσει από αυστηρή αξιολόγηση που δικαιολογεί την ανάγκη χρήσης πρωτευόντων θηλαστικών.
Παρά τις διαβεβαιώσεις αυτές, το ερώτημα παραμένει: πώς θα επηρεάσει αυτή η απόφαση την έρευνα για νοσήματα που εξακολουθούν να αποτελούν απειλή για τη δημόσια υγεία; Οι μακάκοι υπήρξαν για δεκαετίες μοντέλο-κλειδί για τη μελέτη ασθενειών όπως ο HIV, η φυματίωση και οι ηπατίτιδες. Η αναστολή της σχετικής έρευνας στο CDC δεν είναι ένα απλό διοικητικό θέμα, αλλά μια απόφαση που δημιουργεί ρήγμα σε έναν κρίσιμο τομέα της βιοϊατρικής.
Και, πάνω απ’ όλα, η μοίρα των ίδιων των ζώων παραμένει άγνωστη — γεγονός που προσθέτει μια ακόμη διάσταση στον επιστημονικό και ηθικό διάλογο.