Τι είναι η χαρά; Και τι η ευτυχία; Είναι έννοιες ταυτόσημες, αναφέρονται στην ίδια κατάσταση; Ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ, ο συγγραφέας του εμβληματικού «Φύλακα στη σίκαλη», το έχει θέσει απολύτως παραστατικά. «Η πιο χαρακτηριστική διαφορά μεταξύ ευτυχίας και χαράς» λέει «είναι ότι η ευτυχία πρόκειται για στερεό, ενώ η χαρά για υγρό». Και το υγρό έχει ροή, έχει κίνηση, δημιουργεί κυματισμούς, συνειρμικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι κάτι που εκφράζεται πιο έντονα σε σχέση με τη συμπαγή στερεότητα της ευτυχίας. Είναι, για παράδειγμα, εύκολο να περιγράψεις έναν άνθρωπο τη στιγμή που βιώνει τη χαρά του. Ακόμη και να τον σκιτσάρεις, φτάνει να αλλάξεις τη γραμμή των χειλιών. Η περιγραφή του ευτυχισμένου είναι πιο περίπλοκο θέμα, θέλει πιο σύνθετη περιγραφή, έχει να κάνει με εσωτερικές καταστάσεις, ισορροπίες, ερμηνείες. Η ευτυχία μπορεί να είναι σιωπηρή, να «μιλάει», δηλαδή, ακόμη και χωρίς να λέει τίποτα. Ενώ η χαρά θέλει να ξεσπάσει, να «μιλήσει», να μοιραστεί. Κάτι θα ήξερε η ποιήτρια Αν Σέξτον, που αυτοκτόνησε στο απόγειο της αναγνώρισής της και λίγα χρόνια αφότου είχε βραβευτεί με Πούλιτζερ, όταν έγραφε «Η χαρά που δεν μοιράζεται πεθαίνει νέα».

Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις, τα σχόλια που προκάλεσε ένα είδος γιορτής, μια αυθόρμητη μάζωξη που έγινε σε γνωστό wine bar της Αθήνας, το βράδυ της περασμένης Πέμπτης, μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για την ισότητα στον γάμο. Και που ξεπέρασε τα όρια του ιδιωτικού λόγω της παρουσίας της Προέδρου της Δημοκρατίας και των στενών συνεργατών του Πρωθυπουργού,  τον υπουργό  Επικρατείας Ακη Σκέρτσο και τον επικεφαλής του οικονομικού του γραφείου Αλέξη Πατέλη. Από κάποιους, καλοπροαίρετα πιστεύω, ερμηνεύθηκε σαν μία κίνηση επίδειξης δύναμης στους «απέναντι», στους βουλευτές που δεν ψήφισαν τον νόμο, μια αλαζονική συμπεριφορά προς την καθόλου ευκαταφρόνητη μερίδα της κοινής γνώμης που δεν συμφωνεί με τον συγκεκριμένο νόμο.

Ωστόσο, σε τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις δεν υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου, κερδισμένοι και χαμένοι. Μόνο αυτοί που δεν έχουν πειστεί ακόμη για μια αναγκαιότητα που, στην πραγματικότητα, δεν αφορά την ερωτική επιλογή αλλά την ισότητα και μάλιστα ως προς μία θεμελιώδη ανάγκη πάρα πολλών ανθρώπων, να δημιουργήσουν, δηλαδή, οικογένεια. Δεν πρόκειται για ένα νομοσχέδιο όπως, για παράδειγμα, αυτό για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, όπου συγκρούονται απόψεις και ιδεολογίες. Είναι θέμα βασικών δικαιωμάτων και στη δημοκρατία, υπάρχει θέμα όταν ακόμη και ένας άνθρωπος στερείται οιουδήποτε δικαιώματος αφορά όλους τους άλλους. Οπότε η παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας και των υπουργών ανάμεσα σε ανθρώπους που γιόρτασαν την κατάκτηση αυτού του δικαιώματος έχει ακόμη και συμβολικό χαρακτήρα πέραν του ουσιαστικού. Από εκεί και πέρα, εξαρτάται από το σε ποια πλευρά στέκεσαι – όπως έλεγε και ένας παλιός γνώριμός μας – για το αν μεταφράσεις αυτές τις παρουσίες ως διχαστικές ή ως μοχλό σύγκλισης.

Η συμφωνία της χαράς

Μήπως όμως, στην πραγματικότητα, το «πρόβλημα» είναι η χαρά που γράφω πιο πάνω; Στο ότι κάποιοι άνθρωποι που, επίσημα ή ανεπίσημα, μόχθησαν γι’ αυτόν τον νόμο, γιόρτασαν την ψήφισή του; Εχω την αίσθηση ότι επί των ημερών μας, η εκδήλωση της χαράς και της ευτυχίας, η έννοια της γιορτής, έχει κάπως δαιμονοποιηθεί, ειδικά μάλιστα όταν πρόκειται για δημόσια πρόσωπα.

Η χαρά και η ευτυχία όμως είναι ένα είδος συνταγματικού δικαιώματος. Η εισαγωγή της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη (1789) τελειώνει με τη φράση «…ώστε τα αιτήματα των πολιτών, στηριζόμενα στο εξής σε απλές και αναμφισβήτητες αρχές, να οδηγούν πάντα στη διατήρηση του Συντάγματος και στην ευτυχία όλων». Είναι το «Βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος» (Ζωή χωρίς γιορτή είναι μακρύς δρόμος χωρίς πανδοχείο) από τα «Σπαράγματα» του Δημόκριτου. Είναι η ρήση του Επίκουρου «Μια φορά υπάρχουμε, δεν υπάρχει τρόπος να υπάρξουμε δυο φορές και μάλλον δεν θα υπάρξουμε ξανά ποτέ. Κι εσύ που δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις τη χαρά. Και η ζωή πάει χαμένη με τις αναβολές και ο καθένας πεθαίνει απασχολημένος».