Η χθεσινή φοιτητική συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας, στη Θεσσαλονίκη και σε πολλές ακόμα πόλεις της χώρας ήταν μεγάλη. Επαναστατική γυμναστική πλήρης παλμού και έντασης. Στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη γέννησε και κάποια επεισόδια, που αθροιζόμενα στο τέλος της ημέρας γεννούν ελπίδες στους επαγγελματίες του ακτιβισμού, στον συνδικαλισμό και στα κόμματα ότι θα δημιουργηθούν συνθήκες κινήματος, δηλαδή σύγκρουσης. Οι χώροι αυτοί επιδιώκουν τη σύγκρουση, εκτός των άλλων επειδή λειτουργεί συσπειρωτικά, φέρνει «στο κίνημα» νέο κόσμο, ριζοσπαστικοποιημένο ή έτοιμο να ριζοσπαστικοποιηθεί, για να αναλάβει καθήκοντα στη θέση όσων έχουν κουραστεί ή όσων «εντάχθηκαν στο σύστημα». Για τους μηχανισμούς των κομμάτων και του συνδικαλισμού, τα πανεπιστήμια χρησιμεύουν κυρίως σε αυτό. Στρατεύουν εύπιστους νέους που φανατίζονται εύκολα (αυτό είναι το νόημα του όρου ριζοσπαστικοποίηση) και στη συνέχεια τους δίνουν προοπτική ζωής στα μετερίζια του πολιτικού αγώνα.

Το κλίμα ήταν θαυμάσιο – και όχι μόνο επειδή είχε καλό καιρό. Εδώ και μέρες, πολλά πανεπιστήμια έχουν κατάληψη. Υπό κανονικές συνθήκες, οι καταλήψεις δεν κοστίζουν όσο κόστιζαν παλιά, αφού τα περισσότερα μαθήματα γίνονται από απόσταση, με τα συστήματα της τηλεκπαίδευσης που μας κληροδότησε η πανδημία. Εν προκειμένω, όμως, η κατάληψη γίνεται σε εξεταστική περίοδο – και είναι περισσότερο επώδυνη για πολλούς.

Ο λόγος των κινητοποιήσεων είναι αναμενόμενος: το έναυσμα ήταν η αναγγελία της κυβέρνησης ότι θα ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ο λόγος και τα επιχειρήματα είναι γνωστά και τετριμμένα, προέρχονται από το οπλοστάσιο της Αριστεράς και εκφράζουν την ακαμψία της. Η ΚΝΕ, για παράδειγμα, λέει ότι με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια «η αξία του πτυχίου υποβαθμίζεται». Και μετά την κλαδική κινδυνολογία, επαναλαμβάνεται το γνωστό ποίημα: «για τις δικές μας ανάγκες «δεν υπάρχουν λεφτά», αλλά για τους επιχειρηματικούς ομίλους, τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και στους πολεμικούς σχεδιασμούς «βρέχει εκατομμύρια». Για την κυβέρνηση και τους «επενδυτές» προτεραιότητα είναι τα επιχειρηματικά κέρδη σε αντίθεση με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας ή της επιστήμης».

Το ωραίο είναι ότι κόπτονται για τις ανάγκες της επιστήμης χώροι και πρόσωπα που, σε γενικές γραμμές, θεωρούν ύποπτη τη συζήτηση για τη σχέση των πτυχίων με την παραγωγή και την οικονομία και συστηματικά διεκδικούν δημόσιες θέσεις στις οποίες το πτυχίο είναι απλώς το χαρτί που ανοίγει την πόρτα στον διορισμό, σε θέσεις για τις οποίες «το κίνημα» αγωνίζεται να μην αξιολογούνται. Και εκτός από τους φοιτητές και τις παρατάξεις του προοδευτισμού, κινητοποιεί το σύμπαν του εκπαιδευτικού συνδικαλισμού που το έχουμε γνωρίσει πια πολύ καλά: η ΟΛΜΕ, η Διδασκαλική Ομοσπονδία, διάφορα «καπέλα» μαθητικών συλλόγων χθες εξέφραζαν τη συμπαράστασή τους – και αν μπορούσαν έκαναν στάσεις εργασίας για συμπαράσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι όλος αυτός ο κόσμος στην ουσία δεν στενοχωριέται και θεωρεί ότι δεν τον αφορά ο πάτος της ελληνικής εκπαίδευσης στους διαγωνισμούς της Πίζα.

Η επιλογή της κυβέρνησης να βρει τρόπο να ξεπεράσει τα εμπόδια του Συντάγματος (και το άρθρο 4) προκειμένου να λειτουργήσουν ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα ήταν απαραίτητη. Η εκπαίδευση πρέπει να ξεκολλήσει από τη δυσκαμψία της σημερινής πραγματικότητας. Να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της αγοράς, να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική. Να ακολουθήσει ό,τι γίνεται στις άλλες χώρες.

Η κουλτούρα της ακινησίας πρέπει να χτυπηθεί σοβαρά. Ενα τέτοιο χτύπημα θα φέρει η λειτουργία μη δημόσιων πανεπιστημίων.

Οι πρώην και οι επόμενοι

Η χθεσινή σύλληψη, επιτέλους, προσώπων τα οποία συσχετίζονται με το βαρύ οργανωμένο έγκλημα που δρα με αυξανόμενους ρυθμούς στη χώρα μας είναι προφανές ότι οφείλεται στις πάγιες μεθόδους της Αστυνομίας – είναι νωρίς να φανεί το δείγμα γραφής της νέας ηγεσίας στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και στην Αστυνομία. Θέλει όμως πολλή δουλειά ακόμα για να δοθούν σοβαρά πλήγματα στο έγκλημα – και αυτά χρειάζεται να συνδυαστούν με τη δικαστική μεταρρύθμιση που θα αλλάξει την κατεύθυνση της ποινικής τιμωρίας. Οι θέσεις του Φουκό, με τις οποίες νομοθετούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να δίνουν την κατεύθυνση της ποινικής αντιμετώπισης του εγκλήματος από το κράτος. Η πάταξη του εγκλήματος δεν είναι επιτήρηση και αυταρχισμός, είναι υποχρέωση του κράτους στους πολίτες του.

Κάνοντας αναφορά, τις προάλλες, στη λίστα των πεντακοσίων προσώπων που σχετίζονται με το έγκλημα, δεν εννοούσα βέβαια ότι ο Τάκης Θεοδωρικάκος και οι επίγονοί του στο υπουργείο αγνόησαν δεδομένα ή τεκμήρια. Δεν υπάρχει πολιτικός που μπορεί να έχει μια επιτυχία και δεν την επιδιώκει.

Απλώς, όλοι κρίνονται όχι από τις προθέσεις τους αλλά από το αποτέλεσμα. Και πλέον η δημόσια τάξη δεν είναι υπόθεση των πρώην αλλά των επόμενων. Απ’ αυτούς σε λίγους μήνες θα ζητείται ο λογαριασμός.