Και κάπου ανάμεσα σε μερικά ποτήρια σαμπάνιας, ένα κομμάτι βασιλόπιτας, αναρίθμητες ευχές και πολύ ξενύχτι βγήκε κι εκείνο το σημειωματάριο στο οποίο καταγράφηκαν οι στόχοι για τη νέα χρονιά. Καθαρογραμμένοι, στοιχισμένοι κατά σειρά προτεραιότητας, πήραν τη θέση τους στην αφετηρία του 2024, ασχέτως αν οι περισσότεροι θα εγκαταλειφθούν στη μέση της ετήσιας κούρσας. Κι αν το να θέτουμε στόχους με αφορμή το ξεκίνημα του νέου έτους μπορεί να μοιάζει ως μία ακόμη τάση της εποχής, μια ματιά στο παρελθόν – έως και 4.000 χρόνια πριν από σήμερα – αποδεικνύει ότι οι ρίζες της χάνονται κάπου μεταξύ αρχαίας Βαβυλώνας και Ρώμης.

Η αρχή του βαβυλωνιακού έτους κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. είχε οριστεί τον Μάρτιο και η υποδοχή του γινόταν με τη 12ήμερη γιορτή Ακιτού, στο επίκεντρο της οποίας βρισκόταν ο θεός Μαρντούκ, αντίστοιχος του Διός. Κατά τη διάρκεια της γιορτής αυτής οι Βαβυλώνιοι καλούνταν να λάβουν αποφάσεις με τη μορφή υποσχέσεων προς τους θεούς, με έμφαση στην αποπληρωμή χρεών ή την επιστροφή δανεικών, με αντάλλαγμα ένα ευνοϊκό νέο έτος.

Η Πρωτοχρονιά – είτε πραγματοποιούνταν τον Μάρτιο, έως το 46 π.Χ., είτε τον Ιανουάριο, όπως επέβαλε ο Ιούλιος Καίσαρας – ήταν μια εποχή θετικών προθέσεων για τους αρχαίους Ρωμαίους, οι οποίοι συμμετείχαν σε οικογενειακές συγκεντρώσεις όπου ανταλλάσσονταν δώρα. Ο ρωμαίος ποιητής Οβίδιος περιγράφει πώς οι θετικές σκέψεις και πράξεις την 1η Ιανουαρίου ήταν απαραίτητες ώστε να διασφαλιστεί το θετικό κλίμα καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Γι’ αυτό άλλωστε η παράδοση επέβαλλε οι Ρωμαίοι να εργάζονται την Πρωτοχρονιά, ώστε να είναι το νέο έτος παραγωγικό, όπως αναφέρει η ιστορικός τέχνης Λουίζα Μακένζι σε σχετικό άρθρο της στους βρετανικούς «Times».

Αν και οΚαίσαρας είχε καθιερώσει την 1η Ιανουαρίου ως Πρωτοχρονιά, αυτό δεν υιοθετήθηκε ευρέως για πολύ καιρό. Μετά την επικράτηση του χριστιανισμού η έναρξη του νέου έτους συνδεόταν με ορισμένες ημέρες θρησκευτικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των Χριστουγέννων ή του Πάσχα, ανάλογα με την περιοχή και την εποχή, ενώ σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, που γιορτάζεται στις 25 Μαρτίου, αποτέλεσε ημερομηνία για την έναρξη του νέου έτους έως τον 16ο και 17ο αι., οπότε σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης υιοθετήθηκε η 1η Ιανουαρίου ως η αρχή του νέου έτους.

«Αποφάσεις»

Οι στόχοι για τη νέα χρονιά που τίθενται την Πρωτοχρονιά, όπως τους γνωρίζουμε σήμερα, φαίνεται ότι έχουν σε εκείνη περίπου την εποχή τις απαρχές τους. Η σκωτσέζα συγγραφέας Αν Χάλκετ – να σημειωθεί ότι η Σκωτία γιόρταζε την Πρωτοχρονιά την 1η Ιανουαρίου από το 1600 – ενδεχομένως να ήταν μεταξύ των πρώτων που κατέγραψαν τους στόχους τους στις 2 Ιανουαρίου 1671 υπό τον τίτλο «αποφάσεις».

Ως ιδιαιτέρως θρήσκα, δε, οι στόχοι της ήταν ανάλογοι καθώς ανέφερε πως ήταν αποφασισμένη να υπηρετήσει τον Κύριο.

Κείμενα από τις αρχές του 19ου αιώνα υποδηλώνουν ότι η πρακτική της λήψης αποφάσεων για το νέο έτος είχε γίνει πλέον ευρέως διαδεδομένη. Το 1802, το «Walker’s Hibernian Magazine», ένα μηνιαίο ιρλανδικό περιοδικό, σατίριζε εκείνους που έθεταν στόχους και γενικά αποτύγχαναν να τους τηρήσουν. Μέχρι τον 20ό αιώνα, οι αποφάσεις για το νέο έτος αποτελούσαν πλέον κοινή πρακτική, την οποία συναντάμε από το τελευταίο ποίημα των «Τεσσάρων κουαρτέτων» του Τ.Σ. Ελιοτ έως την αμερικανίδα συγγραφέα Σούζαν Σόνταγκ, η οποία το 1972 έγραψε: «Θέλω να κάνω μια προσευχή για την Πρωτοχρονιά, όχι να πάρω μιαν απόφαση. Προσεύχομαι για κουράγιο».