Σε γρίφο για δυνατούς λύτες αναδεικνύεται το τέλος του Ερντογάν και πόσο κοντά μπορεί να είναι αυτό. Ενας γρίφος που δεν απασχολεί μόνο Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά και ισχυρούς παίκτες της διεθνούς διπλωματίας, όπως οι ΗΠΑ, η ΕΕ, η Γαλλία, και όχι μόνο. Μία αποστροφή του τούρκου προέδρου την προηγούμενη εβδομάδα, όπου αναγνώρισε το ενδεχόμενο να μην κερδίσει τις εκλογές («εάν ο λαός μάς πει πηγαίνετε στο καλό») έγινε αφορμή για σειρά αναλύσεων περί παραδοχής του για πιθανή ήττα αλλά και για την επόμενη μέρα της Τουρκίας. Ωστόσο η δήλωση Ερντογάν θα ήταν λάθος να ερμηνευθεί ως έστω και υπαινιγμός παραίτησής του από τη μάχη. Ιδιαίτερα σε μια περίοδο που θέλει να αποδείξει ότι η ηγεσία του και το «έργο» του προσομοιάζουν – τουλάχιστον – με αυτά του Κεμάλ Ατατούρκ.

Ο τούρκος πρόεδρος δέχεται οξύτατη κριτική για καταπάτηση δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Χαρακτηρίζεται όλο και περισσότερο «δικτάτορας», ένας επίδοξος «παντισάχ», ο οποίος βλέπει το μέλλον και οραματίζεται επιστροφή στο παρελθόν. Θηλιά στον λαιμό του τούρκου προέδρου γίνεται και η οικονομία, με τον λαό της χώρας να φτωχοποιείται, όντας αντιμέτωπος με μία ακόμα οικονομική κρίση, σαν αυτές του παρελθόντος που επί της ουσίας ανέδειξαν στην εξουσία τον Ερντογάν, ο οποίος και για σειρά ετών καυχιόταν ότι πέτυχε να ανατρέψει τα δεδομένα και να μετατρέψει την Τουρκία σε οικονομικό θαύμα. Το οικονομικό θαύμα σήμερα βουλιάζει, με τα φαραωνικά έργα που υπόσχεται ο Ερντογάν να μην αγγίζουν τους πολίτες.

Προβλήματα στον τούρκο πρόεδρο δημιουργεί και η αγορά των ρωσικών S-400, με τη Μόσχα να συντηρεί τη «λυκοφιλία» της με την Αγκυρα, ως ένα εν δυνάμει ρήγμα στο ΝΑΤΟ και με το βλέμμα στις ΗΠΑ. Για τη Δύση ωστόσο η πραγματική «απομόνωση» της Τουρκίας εξακολουθεί να μην αποτελεί – ακόμη – επιλογή. Με την Αγκυρα να χαρακτηρίζεται πλέον ένας δύσκολος σύμμαχος, η Ουάσιγκτον περιμένει την πτώση Ερντογάν αναζητώντας τη διάδοχη κατάσταση και περιορίζεται στην πολιτική των καταδικαστικών ανακοινώσεων.

Ρήξη

Την ίδια στιγμή η στάση της Τουρκίας και η ρήξη της με σειρά αραβικών χωρών, το Ισραήλ, αλλά και με ευρωπαϊκές δυνάμεις, την αποκλείουν από τις αλλαγές που συντελούνται στον συμμαχικό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, με την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία να δηλώνουν παρούσες. Τα πολυμερή σχήματα συνεργασίας διαμορφώνουν ένα νέο γεωπολιτικό σκηνικό, με ποικίλες προεκτάσεις και τη Γαλλία να αναζητά σε αυτό ηγεμονικό ρόλο. Χαρακτηριστικό η τετραμερής συνάντηση των ΥΠΕΞ Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου – Γαλλίας που πραγματοποιήθηκε χθες στην Αθήνα, στέλνοντας σαφή μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις.

Απούσα από τις εξελίξεις η Αγκυρα καταγράφει τη συνεργασία Αθήνας – Λευκωσίας – Καΐρου ως εξαιρετικά ενοχλητική εξέλιξη. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν να καταδικάζουν τον Ερντογάν, ο οποίος απαντά με λόγους προεκλογικού χαρακτήρα απαριθμώντας τα έργα του αλλά και τροφοδοτώντας τον εθνικισμό και την πολιτική των προκλήσεων απέναντι σε Ελλάδα και Κύπρο. Οι συμφωνίες της Ελλάδας με ΗΠΑ και Γαλλία βρίσκονται στο στόχαστρο, όπως και τα πολυμερή σχήματα συνεργασίας. Η προσπάθεια δημιουργίας αντίβαρου με τη συνεργασία Ισπανίας – Τουρκίας ήταν ένα βήμα. Ωστόσο η Τουρκία συνεχίζει να εργαλειοποιεί ποικιλοτρόπως το Μεταναστευτικό, ενώ εστιάζει τις απειλές της στην Κυπριακή Δημοκρατία, ως πιο αδύναμο κρίκο της παρούσας συγκυρίας. Διπλωμάτες σημειώνουν ότι η επόμενη κίνηση της Τουρκίας αναμένεται και ότι η έντασή της θα εξαρτηθεί από τις ανάγκες του καθεστώτος να επουλώσει τις πληγές του. Τονίζουν ότι ακόμα και «στριμωγμένος» ο Ερντογάν δεν πρέπει να υποτιμάται ως αντίπαλος. Διαμηνύουν δε ότι και η διάδοχη κατάσταση δεν πρέπει να προεξοφλείται πως θα είναι πιο φιλική προς την Αθήνα.