Ο πρώτος που ξεκαθάρισε τη θέση του επί του θέματος ήταν ο Ανδρέας ο Loveρδος και μάλιστα με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο. Κατά την αντίληψή του, είπε, ο ΣΥΡΙΖΑ στρέφεται εναντίον των πολιτικών αξιών της Δύσης και, γι’ αυτό, δεν τίθεται θέμα συνεργασίας. (Ουσιαστικά, είπε το «ανήκομεν εις την Δύσιν», αλλά με τον δικό του τρόπο…) Ουδείς άλλος εκ των συμμετεχόντων στη διεκδίκηση της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ το έχει θέσει με τέτοιους όρους, που αμφισβητούν όχι μόνο την προοδευτικότητα αυτού που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη δημοκρατικότητά του.

Ταυτοχρόνως, όμως, δεν υπάρχει κανένας τους που να δηλώνει πρόθυμος να συνεργαστεί μαζί τους. Ο Γιώργος δεν τους θεωρεί «προοδευτικούς», ομοίως και ο Πολ ο Τζερούλανος. Ανδρουλάκης και Χρηστίδης αποφεύγουν και τη συζήτηση ακόμη: για τον πρώτο, η συζήτηση είναι «λοξοκοίταγμα», για τον δεύτερο, «ετεροπροσδιορισμός» – κανείς από τους δύο, πάντως, δεν το αποκλείει ρητώς. Μόνον ο Χάρης (ο «διά τούτο λέγω») είναι επίφοβος για συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, δεδομένου ότι, κατά κάποιον τρόπο, το έχει ξανακάνει. Θυμίζω ότι, στις εκλογές του 2015, η Κοινωνική (στην πραγματικότητα, ποιμενική) Συμφωνία υποστήριξε επισήμως τον ΣΥΡΙΖΑ, έστω και αν στελέχη της Συμφωνίας δεν μετείχαν στα ψηφοδέλτια. Αλλά, όπως είδαμε και στη δημοσκόπηση του Σαββάτου, είναι και ο υποψήφιος με τις λιγότερες πιθανότητες να εκλεγεί – είναι ένας οιονεί συμβολικός υποψήφιος.

Επομένως, η πομφόλυγα της «προοδευτικής κυβέρνησης» (ευφημισμός για τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ) έσκασε και τελείωσε. Εχει τελειώσει εδώ και δύο εβδομάδες, για να είμαι ακριβής, όταν ο Τσίπρας έκανε την ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή τους και ζήτησε, επανειλημμένως μάλιστα, «καθαρή νίκη του ΣΥΡΙΖΑ» στις επόμενες εκλογές. Οσον αφορά δηλαδή τη συνεργασία με άλλα μη δεξιά κόμματα, ούτε ο ίδιος τρέφει αυταπάτες, παρά την ομολογημένη του έφεση.

Ομως, η απόρριψη της προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας παγιδεύει τον ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά τον Τσίπρα  σε μία θέση ανέφικτη και γελοία. Δεδομένου ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με απλή αναλογική (με την «άδολη» του αλησμόνητου κυρ Φώτη…), όταν ο Τσίπρας θέτει στόχο την καθαρή νίκη, ζητεί το 50% των ψήφων συν μία, για να κυβερνήσει με πλειοψηφία μίας έδρας στη Βουλή! Εκτός αν ζητεί το 70% ή το 80% των ψήφων, για να έχει άνεση στη Βουλή και, γενικώς, τους «αρμούς της εξουσίας». Η ανοησία του ίδιου του στόχου που θέτει ο Τσίπρας αποκαλύπτει την καταστροφικότητα του εκλογικού συστήματος που ο ίδιος θέσπισε ως παγίδα για την αντιπολίτευση. Απλώς, ήλθαν έτσι τα πράγματα και έπεσε μέσα της ο ίδιος. Δεν είναι η πρώτη φορά, ας μην το κάνουμε θέμα…

ΟΥΤΕ Ο ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ!

Ο εύστοχος όρος «πανδημία των ανεμβολίαστων» δεν είναι αρεστός στον πρόεδρο Αλέξιο, διότι «είναι, θα έλεγε κανείς, ρατσιστικός απέναντι στο 40% των συμπολιτών μας, που έχουν βεβαίως ευθύνη για το ότι δεν έχουν εμβολιαστεί, αλλά έχει ευθύνη και η κυβέρνηση γιατί δεν τους έχει πείσει». Αυτό δήλωσε, μεταξύ πολλών άλλων, ύστερα από επίσκεψή του στο Ιπποκράτειο της Θεσσαλονίκης και, έτσι, μας έδωσε τον καλύτερο ορισμό του σοσιαλισμού: το πολίτευμα εκείνο στο οποίο το κράτος επιδοτεί τη βλακεία, αναλαμβάνοντας πρόθυμα το κόστος της. Πέραν αυτού, οι ανεμβολίαστοι δεν νομίζω να έχουν παράπονο έπειτα από αυτό. Μεγαλύτερη στήριξη δεν είχαν ούτε από τον Βελόπουλο…

ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΛΟΓΟ;

Μερικοί άνθρωποι, πάνω στον θυμό τους, κάνουν ερωτήσεις στις οποίες η απάντησή τους είναι ήδη γνωστή. Το σκεπτόμουν με αφορμή τον Κώστα Ζαχαριάδη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ωρυόταν σε κάποιο τηλεοπτικό πάνελ: «Γιατί τα ποσοστά εμβολιασμού μας είναι βαλκανικά και όχι χώρας της Δυτικής Ευρώπης, όπως καμωνόμαστε όλοι μας ότι είμαστε;». Τι το ρωτάς, άνθρωπέ μου, αφού ήδη υπάρχει η απάντηση μέσα στη διατύπωση της ερώτησης; Καμωνόμαστε, δηλαδή παριστάνουμε ή, τέλος πάντων, προσπαθούμε να γίνουμε και τείνουμε προς τα εκεί…