Οι εκδοτικοί οίκοι αλλά και όλο το σύστημα της εκδοτικής παραγωγής λογοτεχνικών βιβλίων τα τελευταία χρόνια έχουν αναστατωθεί από έναν ικανότατο και ανεντόπιστο κλέφτη. Το χάρισμά του είναι ότι υποδύεται φυσικότατα τους επαγγελματίες ατζέντηδες, μεταφραστές, επιμελητές, κυνηγούς ταλέντων, όλο τον μικρόκοσμο που δουλεύει γύρω από τις σελίδες ενός υπό έκδοση σε πολλές γλώσσες μπεστ σέλερ. Με ευφυή χειρισμό των τρόπων επικοινωνίας τους ο κλέφτης βιβλίων τούς στέλνει μέιλ υποδυόμενος κάποιον από αυτούς, με σκοπό να υποκλέψει χειρόγραφα διάσημων συγγραφέων. Η δράση του είναι παγκόσμια, η μέθοδός του έχει πολλές διαδρομές διαφυγής, με αποτέλεσμα η κοινότητα των εκδοτών να υποψιάζεται πως είναι κάποιος ανάμεσά τους.

Ενας επιμελητής από τη Βενετία ζητούσε από τους συναδέλφους του στον Norstedts ένα άκρως απόρρητο έγγραφο: το αδημοσίευτο χειρόγραφο του επερχόμενου πέμπτου βιβλίου στη σειρά «Millennium» του Στιγκ Λάρσον. Τα βιβλία, τα οποία ακολουθούν τη χάκερ ντετέκτιβ Λίσμπεθ Σαλάντερ, είχαν πουλήσει περισσότερα από 100 εκατομμύρια αντίτυπα. Ο Ντέιβιντ Λάγκερκραντζ, ένας άλλος σουηδός συγγραφέας, είχε αναλάβει τη σειρά μετά τον θάνατο του Λάρσον και η δική του ιστορία για τη χάκερ ντετέκτιβ «Το κορίτσι στον ιστό της αράχνης» αναμενόταν να είναι ένα από τα εκδοτικά γεγονότα της χρονιάς.

Ο σουηδός εκδότης περιφρουρούσε τη σειρά του «Millennium», φοβούμενος τις διαρροές της υπόθεσης στο Ιντερνετ πριν από την επίσημη κυκλοφορία των βιβλίων. Για τον λόγο αυτό ο Λάγκερκραντζ είχε γράψει το πρώτο του βιβλίο «Millennium» σε υπολογιστή χωρίς σύνδεση στο Διαδίκτυο και παρέδωσε το χειρόγραφο σε χαρτί, οπότε ο Norstedts έστειλε ένα αντίγραφο σε καθέναν από τους διεθνείς εκδότες του βιβλίου. Με τον νέο τίτλο, ο Norstedts ήθελε να εξορθολογίσει τη διαδικασία. Ο εκδότης της Λίσμπεθ Σαλάντερ είχε καταλάβει πως θα έπρεπε να είναι σε θέση να προστατευθεί από χάκερ και κλέφτες. Ετσι ο Norstedts αποφάσισε να δοκιμάσει να μοιραστεί το νέο βιβλίο «Millennium» μέσω του Hushmail, μιας κρυπτογραφημένης υπηρεσίας e-mail, με κωδικούς πρόσβασης που παραδίδονται ξεχωριστά μέσω τηλεφώνου. Επίσης όλοι θα έπρεπε να υπογράψουν συμβόλαιο με ρήτρα εμπιστευτικότητας.

Σε αυτό το σημείο της ιστορίας όπου η τεχνολογική ασφάλεια υποτίθεται ότι φυλάει τη Σαλάντερ εμφανίζεται ο κλέφτης. Είναι εκείνος που είχε υποδυθεί τον επιμελητή από τον ιταλικό οίκο Marsilio Editori και ζητούσε από τους Σουηδούς να του ξαναστείλουν τον σύνδεσμο με τους κωδικούς για να κατεβάσει το χειρόγραφο. Οπως και έκαναν οι Σουηδοί αφού το οικείο ύφος της ανταλλαγής e-mail αρχικά δεν τους ξένισε.

Το τμήμα πληροφορικής στον Marsilio Editori ξεκίνησε έρευνα και διαπίστωσε ότι η δολιοφθορά είχε προέλθει την προηγούμενη μέρα μέσω της εταιρείας φιλοξενίας ιστοσελίδων GoDaddy. Καταχωρίστηκε σε μια διεύθυνση στο Αμστερνταμ και σε έναν ολλανδικό αριθμό τηλεφώνου. Οταν ένας υπάλληλος προσπάθησε να καλέσει, πήγε κατευθείαν σε ένα ηχογραφημένο μήνυμα: «Ευχαριστούμε που καλέσατε την ΙΒΜ».

Η ομάδα «Millennium» ήταν σε πανικό. Ο κλέφτης δεν είχε ακόμη τον κωδικό πρόσβασης, από όσο γνώριζαν, αλλά ήταν σαφώς αποφασισμένος να τον πάρει. Οι εκδότες σε όλο τον κόσμο εξαρτώνται από ένα μπεστ σέλερ όπως αυτό και μια διαδικτυακή διαρροή του χειρογράφου θα μπορούσε να εκτροχιάσει την κυκλοφορία του. Αλλά η έκδοση του βιβλίου έγινε και δεν είχε κάποιο άλλο πρόβλημα, πέρα από την αναστάτωση στη σφαίρα των εκδοτικών οίκων.

Την ίδια μέρα με τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της «Millennium», ο ίδιος ο υποτιθέμενος επιμελητής ζήτησε από κάποιον άλλον συνάδελφό του να στείλει ένα προσχέδιο πριν από το τελικό κείμενο προς εκτύπωση του «Lot», της συλλογής ιστοριών του Μπράιαν Ουάσιγκτον.

Αργότερα εκείνη την ημέρα, ένας άνδρας που προσποιούνταν ότι ήταν σουηδός συντάκτης αναζήτησε στο Λονδίνο από τη λογοτεχνική πράκτορα της Λουίζ Ερντριτς αντίγραφο του μυθιστορήματός της που μόλις ετοιμαζόταν να κυκλοφορήσει. Ενώ κάποιος άλλος που παρίστανε τον ολλανδό συντάκτη Πέτερ βαν ντερ Ζβάαγκ ζήτησε από έναν συνάδελφό του στη Νέα Υόρκη το ίδιο βιβλίο του Μπράιαν Ουάσιγκτον.

Ερωτήματα

Ολο αυτό το σχέδιο θα το θαύμαζε ο Στιγκ Λάρσον αν ζούσε: ένας έξυπνος κλέφτης, υιοθετώντας πολλά ψευδώνυμα, με στόχο θύματα σε όλο τον κόσμο, ενεργεί χωρίς σαφή κίνητρα. Ωστόσο πειρατεία χειρογράφων δεν έγινε στο Ιντερνετ. Ο ψεύτικος επιμελητής δεν απαιτούσε λύτρα. «Υποθέσαμε ότι ήταν οι Ρώσοι», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Norstedts. «Αλλά είμαστε η βιομηχανία του βιβλίου. Δεν είναι το ίδιο με το να εξορύσσουμε χρυσό ή να ερευνούμε εμβόλια». Ισως κάποιος από τις εκδόσεις ή ένας παραγωγός του Χόλιγουντ ήταν απελπισμένος για πρόωρη πρόσβαση σε βιβλία που θα μπορούσε να αγοράσει. Ηταν ο κλέφτης απλώς ένας ανυπόμονος αναγνώστης; Ενας ανέμπνευστος συγγραφέας που χρειάζεται ιδέες; «Στην κουλτούρα των χάκερ που απεικόνισε ο Στιγκ Λάρσον, γίνονται πολλά πράγματα όχι για οικονομικό όφελος, αλλά μόνο για να δείξουν ότι μπορούν να το κάνουν», επεσήμανε ο εκπρόσωπος του Norstedts στους αμερικανούς συναδέλφους του, οι οποίοι διερευνούσαν το ψηφιακό μυστήριο γράφοντας την ιστορία τους στο vulture.com.

Τον περασμένο Φεβρουάριο ο ένοχος εντοπίστηκε. Οι «New York Times» είχαν δύο δημοσιογράφους για την υπόθεση πέρυσι και το FBI είχε κληθεί να ερευνήσει, αλλά καμία κατηγορία δεν είχε αποσταλεί δημόσια. Αυτό που φαινόταν περίπλοκο ήταν η γνώση του κλέφτη για τις εκδοτικές επιχειρήσεις. Ο ένοχος έγραφε γνωρίζοντας την τεχνική ορολογία και τις συντμήσεις που χρησιμοποιούν στα αγγλικά οι εργαζόμενοι στον χώρο του βιβλίου, συντομογραφώντας το «MS» (manuscript) για χειρόγραφο και το «WEL» (World English – Language Rights) για τα παγκόσμια αγγλικά δικαιώματα. Και έστελνε μηνύματα μόλις ανακοινώνονταν καινούργια βιβλία στο Publishers Marketplace, μια συνδρομητική ιστοσελίδα που παρακολουθεί τις προσφορές. Επιπλέον, ο κλέφτης φαινόταν να έχει μια εκ των έσω αντίληψη της πραγματικότητας του κόσμου των διεθνών εκδόσεων. Τα πρώτα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το φθινόπωρο του 2016, ταξίδεψαν σχεδόν αποκλειστικά σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων που χειρίζονται τη ροή χειρογράφων μεταξύ χωρών, συμπεριλαμβανομένων ενός διαχειριστή ξένων δικαιωμάτων στην Ελλάδα, ενός συντάκτη στην Ισπανία και ενός πράκτορα που πουλά διεθνείς συγγραφείς στην κινεζική αγορά. Στην απόπειρα ληστείας του «Millennium», μόνο μερικές δεκάδες άνθρωποι στον κόσμο γνώριζαν ότι το βιβλίο μοιραζόταν με ξένους εκδότες και ότι ήταν δύο συγκεκριμένοι επιμελητές στον Norstedts οι οποίοι ήλεγχαν την πρόσβαση σε αυτό.

Οι ύποπτοι

Η υποψία έπεσε γρήγορα στους λογοτεχνικούς ανιχνευτές, των οποίων το έργο περιλαμβάνει την έγκαιρη πρόσβαση σε νέα βιβλία, προκειμένου να συμβουλεύσουν ξένους εκδότες και στούντιο του Χόλιγουντ για την αγορά των δικαιωμάτων τους. «Είμαστε οι αφανείς στην εκδοτική μηχανή», δηλώνει ένας από αυτούς στο «Vulture». «Αν κάποιος θα σε ρωτήσει τυχαία για κάτι που θα βγει, είναι ένας ανιχνευτής».

Η δουλειά τους απαιτεί την εύρεση βιβλίων που ταιριάζουν στο γούστο ενός πελάτη. Για παράδειγμα, ένας γερμανός εκδότης που θέλει ιστορική μυθοπλασία, μια διαδικτυακή πλατφόρμα ροής που αναζητά ισχυρές γυναίκες πρωταγωνίστριες με πρόβλημα αλκοόλ. Οι ανιχνευτές προσπαθούν να πάρουν τα πάντα. Επειδή οι πράκτορες συχνά θέλουν να ελέγχουν ποιος βλέπει ένα βιβλίο και πότε, το σύνηθες ολίσθημα ενός ανιχνευτή είναι ένα χειρόγραφο που προέρχεται κρυφά από μια φιλική πηγή να γλιστρήσει στη διάρκεια ενός κοκτέιλ ή καφέ στον πελάτη του για μερικές επιπλέον ημέρες ή ώρες. Ωστε να έχει χρόνο να εξετάσει ένα βιβλίο πριν το διεκδικήσει ο ανταγωνισμός. Για να το θέσουμε διαφορετικά, οι ανιχνευτές είναι οι κατάσκοποι του κόσμου του βιβλίου.

Εάν ο κλέφτης ήταν ανιχνευτής ο οποίος χρησιμοποιούσε την ψηφιακή κατασκοπεία για να πάρει βιβλία που διαφορετικά δεν μπορούσαν να αποκτηθούν, τότε αυτό θα περιόριζε τη λίστα των υπόπτων. «Πάντα αστειεύομαι ότι οι ανιχνευτές είναι 40 άνθρωποι στη γη», δηλώνει μία εξ αυτών, η Κέλι Φάρμπερ, που ζει στη Νέα Υόρκη. Υστερα από ένα ήσυχο καλοκαίρι, ο κλέφτης επέστρεψε με μια νέα τακτική. Εμπορευόταν βιβλία που είχαν μεγάλο ενδιαφέρον για το Χόλιγουντ. Οπως το εξηγεί η Μαρία Κάμπελ, ο μεγαλύτερος παίκτης του σκάουτινγκ στον κόσμο, κάνοντας όνομα εν μέρει εξασφαλίζοντας το «Jurassic Park» του Μάικλ Κράιτον για τον Στίβεν Σπίλμπεργκ.

Ανιχνευτές

Τα στούντιο και οι εταιρείες παραγωγής εξαρτώνται από τους ανιχνευτές ταινιών για έγκαιρη πρόσβαση σε βιβλία, προκειμένου να αρχίσουν να προσελκύουν έναν σκηνοθέτη και να εντοπίζουν ρόλους που αξίζουν τα αστέρια που θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα δελεαστικό πακέτο.

Τα πρώτα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του κλέφτη χτύπησαν μόλις άρχισε ο ανταγωνισμός στις πλατφόρμες ροής που αναζητούσαν περιεχόμενο για το κοινό των συνδρομητών τους που αυξανόταν.

Μέχρι το φθινόπωρο του 2018, ο κλέφτης είχε κλείσει με δεκάδες βιβλία, αν και κανείς δεν ήξερε πόσες φορές οι άνθρωποι είχαν πέσει στην απάτη, οπότε η συνολική μεταφορά ήταν πιθανότατα πολύ μεγαλύτερη. Μια λογοτεχνική πράκτορας στη Νέα Υόρκη δεν είχε συνειδητοποιήσει μέχρι φέτος το καλοκαίρι ότι για επτά μήνες έστελνε χειρόγραφα στον κλέφτη και όχι σε κάποιον υπαρκτό ανιχνευτή, για τον οποίο πίστευε ότι απλώς πέθαινε να διαβάσει τα βιβλία της.

Εξαιτίας των χτυπημάτων του κλέφτη επί τρία χρόνια και του ότι παρέμενε ανενόχλητος, μια βιομηχανία που βασίζεται στην εμπιστοσύνη και τις σχέσεις άρχισε να αντιμετωπίζει μια αυξανόμενη παράνοια.

Οι υπηρεσίες ξεκίνησαν την προστασία ακόμη και ολιγοσέλιδων βιβλίων με κωδικό πρόσβασης. Ενας ανιχνευτής και ένας ατζέντης ανέπτυξαν μια κωδική λέξη που περιελάμβαναν στα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τους για να πιστοποιήσουν τις συνομιλίες τους. Οι άνθρωποι ξαφνικά δεν είχαν εμπιστοσύνη στους συναδέλφους τους, με τους οποίους είχαν συνεργαστεί για χρόνια.