Το 1933 ο κορυφαίος ελβετός αρχιτέκτονας Λε Κορμπιζιέ (Σαρλ Εντουάρ Ζανρέ ήταν το πραγματικό όνομά του) επισκεπτόταν την Ελλάδα για δεύτερη φορά μετά το 1911. Αφορμή ήταν η παρακολούθηση των εργασιών στο Διεθνές Συνέδριο Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής (CIAM) στην Αθήνα. Μαζί του είχαν έρθει οι συνεργάτες του γραφείου του Σαρλότ Περιάν και ο εξάδελφός του Πιερ Ζανρέ. Οι τρεις αρχιτέκτονες είχαν ξεκινήσει ήδη το 1927 στη Γαλλία να αλλάξουν τρόπο ζωής με μια ολοκληρωμένη πρόταση για τον σχεδιασμό κατοικίας και επίπλων αλλά και εσωτερικής διαρρύθμισης. Είχαν ξεκινήσει δηλαδή να εισαγάγουν τον μοντερνισμό στα σχέδια κατοίκησης. Η σχέση των τριών φωτίζεται αυτή την περίοδο μέσα από την έκθεση «Τα τρία δάχτυλα ενός χεριού» που πραγματοποιείται στην αθηναϊκή γκαλερί el greco, σε συνεργασία με την Cassina, και αναδεικνύει δημιουργίες επίπλων, αντικειμένων ντιζάιν και αρχειακού υλικού τους. Παράλληλα φωτίζεται και λίγο πολύ άγνωστη πτυχή της επίσκεψής τους στην Ελλάδα στην οποία πρωταγωνιστεί η ματιά της Σαρλότ Περιάν. Για την αρχιτέκτονα μίλησε μάλιστα σε μία από τις παράλληλες ομιλίες ο αρχιτέκτονας και καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Παναγιώτης Τουρνικιώτης, ο οποίος ερεύνησε το αρχείο της περίφημης τριάδας του μοντερνισμού στο Ιδρυμα Λε Κορμπιζιέ στο Παρίσι. Μέσα από τις αναγνώσεις τεκμηρίων όπως η αλληλογραφία της Περιάν με τον Λε Κορμπιζιέ, τις φωτογραφίες τους, αλλά και σελίδες από κείμενα της Περιάν, ο Παναγιώτης Τουρνικιώτης εντόπισε τα υπόγεια ρεύματα αυτής της δημιουργικής τριάδας. Ηταν η αρχιτεκτονική τους η εξέλιξη ενός φλερτ ή μήπως κάποια άλλη σχέση που ένωσε τα δύο ξαδέρφια και τη γοητευτική νεαρή αρχιτέκτονα, για να εργαστούν τελικά σαν τα τρία δάχτυλα ενός χεριού; Το ερώτημα προκύπτει καθώς εικόνες και λέξεις προσφέρονται ως αίνιγμα στον θεατή, μας προειδοποιεί ο ομιλητής στην εκδήλωση των εγκαινίων.

Μία ιστορική φωτογραφία πλέον είναι και αυτή στον Μαραθώνα όπου βρέθηκαν ακριβώς μετά τη λήξη εργασιών του Συνεδρίου για τη Μοντέρνα Αρχιτεκτονική. Σ’ αυτήν απεικονίζονται ο ζωγράφος Φερνάν Λεζέ, η Σαρλότ Περιάν, ο Λε Κορμπιζιέ (που δείχνει να μην αποχωρίζεται το παπιγιόν του μέσα στο κατακαλόκαιρο), ο αδελφός του μουσικοσυνθέτης Αλμπέρ Ζανρέ, ο ξάδελφός τους Πιερ και ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Σε άλλες φωτογραφίες βλέπουμε την νεαρή Περιάν ντυμένη με αγροτικά ρούχα, να φορά μπότες ή να είναι ξαπλωμένη σε σεζλόνγκ στον ήλιο απολαμβάνοντας τη μοναχικότητα στην ύπαιθρο. Αλλά και ως ορειβάτισσα πάλι είναι έτοιμη να ανέβει και να εξερευνήσει τις κορυφές βουνών της Γαλλίας και της Ελλάδας.

μαγεμενοι. Μετά τον Μαραθώνα η καλή παρέα πήρε τον «Αφρό», πλοίο του Εμπειρίκου, και ξεκίνησαν το ταξίδι τους στις Κυκλάδες. Αντίθετα η Σαρλότ μαζί με τον Πιερ Ζανρέ δεν επιβιβάστηκαν και έμειναν πίσω για να συνεχίσουν σε άλλη κατεύθυνση το ταξίδι τους στην Ελλάδα, ίσως και για να αποφύγουν την παρέα. Στα δικά της κείμενα λοιπόν που εντόπισε ο Παναγιώτης Τουρνικιώτης, η Περιάν γράφει ότι θέλησαν να κάνουν ένα ταξίδι για να γνωρίσουν την αγνή επική φύση και να συναντήσουν την ιστορία. Η ίδια περιγράφει: «Πήραμε ένα ταξί όχι για να δούμε την Αθήνα ούτε τις Κυκλάδες, θέλαμε να δούμε τη Σπάρτη. Το άλλο μέρος της ηρωικής αρχαίας Ελλάδας και κυρίως τον Ταΰγετο. Πρώτη στάση ήταν η Ελευσίνα με ένα καταπληκτικό μπάνιο στο ξημέρωμα. Ο Πιερ και εγώ βρισκόμασταν σε διαρκή επικοινωνία με όλα, με την γη τον ουρανό, νιώθοντας μαγεμένοι. Μαγεμένοι από έναν κόσμο που είναι η Επίδαυρος, οι Μυκήνες. Θα φτάσουμε στη Σπάρτη. Δεν υπάρχει τίποτα εκεί. Συνεχίζουμε στο Μυστρά και μετά θα αναζητήσουμε το βουνό. Εχουμε οργανώσει το ταξίδι και ένας ορειβάτης από την Αρκαδία θα μας συνοδεύσει. Συναντάμε τον δήμαρχο της Σπάρτης που μας υποδέχεται. Θα ανηφορίσουμε όλοι μαζί για την κορυφή όπου θα κάνουμε ένα εξαιρετικό συμπόσιο με ψητά αρνιά και καλή ρετσίνα και με τα όργανα να παίζουνε. Θα κάνουμε τη σιέστα που είναι πολύ σημαντικό και θα ανηφορίσουμε για να φτάσουμε στον Προφήτη Ηλία. Θα πέσουμε πάνω σε μια άγρια βροχή, θα μουσκέψουμε και δεν θα μπορέσουμε να στεγνώσουμε. Εκεί θα συναντήσουμε έναν φοβερό τσοπάνο, τον Ευστράτιο Ταβουλαρέα. Θα μας δώσει γάλα από κατσίκα και τυρί. Θα είναι για μας ο πραγματικά καθαρός άνθρωπος. Αυτός τον οποίο δεν είχε ακόμα αγγίξει ο μηχανικός πολιτισμός μας. Θα κατέβουμε το πρωί στην Καρδαμύλη για να πάρουμε το πλοίο στις 7.30 και να φτάσουμε στην Καλαμάτα. Στον δρόμο θα μας φάνε οι ψύλλοι, τα κουνούπια και φυσικά μετά από όλα αυτά θα φτάσουμε στην Καλαμάτα με πυρετό. Από εκεί με το τρένο που κάνει βόλτα όλη την Πελοπόννησο στη δυτική ακτή της θα φτάσουμε στην Αθήνα για να συναντήσουμε τους αγαπητούς συντρόφους και όλοι μαζί να πάρουμε το πλοίο για να επιστρέψουμε στο Παρίσι…».