Η Ματίνα είναι φίλη μου. Μια όμορφη γυναίκα γύρω στα πενήντα. Μοναχοπαίδι ενός επιφανούς παιδιάτρου και μιας επί χρόνια γραμματέως γνωστού επιχειρηματία. Ο πατέρας, σχολαστικά νομοταγής, έκοβε αποδείξεις σε εποχές που το «απόδειξη από γιατρό» ήταν ανέκδοτο. Επιπλέον, δούλευε εθελοντικά σε ιδρύματα. Οι γονείς της δεν έκαναν άλλο παιδί για να εξασφαλίσουν στη μοναχοκόρη τους μια όσο το δυνατόν καλύτερη ζωή. Μη φαντασθείτε μεγάλη περιουσία. Ο,τι είχαν οι μεσοαστοί που έκαναν τα κουμάντα τους στις δεκαετίες του 1960 και 1970. Ενα άνετο διαμέρισμα στους Αμπελοκήπους, το ιατρείο και ένα εξοχικό σε παραλιακή περιοχή. Η Ματίνα έκανε σπουδές κοινωνιολογίας αλλά μεγαλωμένη με τις αρχές του πατέρα της προσέφερε για πολλά χρόνια τις υπηρεσίες της σε ανθρωπιστικές οργανώσεις. Ταξίδεψε στα πέρατα του κόσμου, κάτω από δύσκολες συνθήκες, για να συνδράμει πρόσφυγες, πληθυσμούς που υπέφεραν από ασιτία, θύματα φυσικών καταστροφών. Λίγο πριν τα σαράντα, κουρασμένη πια, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Εμενε στο πατρικό της – οι γονείς της είχαν εν τω μεταξύ πεθάνει – από ένα σύντομο γάμο απέκτησε μία κόρη και έστησε μια επιχείρηση που είχε σχέση με το «ηθικό εμπόριο». Τσόνταρε και το ενοίκιο από το ιατρείο και ήταν μια χαρά.  

Κι ύστερα ήρθαν τα Μνημόνια. Τα πρώτα χρόνια τα κατάφερε αλλά το 2015 αναγκάστηκε να κλείσει την επιχείρηση. Μήνες έψαχνε για δουλειά και αφού απελπίστηκε άνοιξε ένα μικρό καφέ. Στην αρχή είχε υπάλληλο, τώρα το δουλεύει μόνη της. Η δεκατετράχρονη κόρη της παίρνει τα βιβλία της και τα απογεύματα διαβάζει στο καφέ μήπως και χρειαστεί να βοηθήσει τη μητέρα της. Φόροι, εισφορές, ΕΝΦΙΑ καταπίνουν τα έσοδα. Εδώ και δυο χρόνια δεν πάει διακοπές. Νοικιάζει το εξοχικό για επιπλέον εισόδημα. Και θεωρεί πολυτέλεια να μπορεί να παραγγείλει πίτσα για την κόρη της. Η Ματίνα κλαίει όλο και πιο συχνά τελευταία. Και όταν ακούει για βελτίωση των δεικτών, γελάει νευρικά.