«Στα ίχνη του ανέμου»: «Είναι ο άνεμος που βγαίνει από το στόμα και μας δίνει ζωή. Οταν πάψει να φυσάει, πεθαίνουμε. Στο δέρμα και στις άκρες των δαχτύλων μας βλέπουμε τα ίχνη του ανέμου. Μας δείχνουν πού φυσούσε ο άνεμος όταν πλάστηκαν οι πρόγονοί μας» (ινδιάνικη ποίηση των Μάγια). Ο Τέιλορ Σέρινταν που υπογράφει τη σκηνοθεσία του «Wind River» δεν είναι κανένας τυχαίος. Είναι, πρώτα απ’ όλα ο σεναριογράφος του περσινού «Πάση θυσία», ένας σεναριογράφος δηλαδή που σκέφτεται και γράφει λιγότερο σαν λογοτέχνης (ευτυχώς, γιατί το σενάριο δεν είναι λογοτεχνία) και περισσότερο σαν σκηνοθέτης (κάτι που φέρνει πολλές φορές τους σκηνοθέτες των σεναρίων του σε δύσκολη θέση). Λοιπόν, στο «Wind River» (που ορθώς μεταφράστηκε όπως μεταφράστηκε στα ελληνικά) ο Σέρινταν στέκεται πίσω από την κάμερα και μας δίνει, με αυτό τον τρόπο, ένα κλειδί ανάγνωσης ολόκληρου του έργου του μέχρι σήμερα. Ας το πιάσουμε όμως από την αρχή.

Μια κοπέλα 18 ετών βρίσκεται βιασμένη και νεκρή σε μια απομονωμένη ινδιάνικη περιοχή της Αμερικής. Μαθαίνουμε πως πριν πεθάνει από ασφυξία, έτρεξε χιλιόμετρα ξυπόλητη μέσα στο χιόνι για να σωθεί με δύναμη θηρίου. Μια νεοσύλλεκτη πράκτορας του FBI θα αναγκαστεί να συνεργαστεί με έναν ντόπιο κυνηγό άγριων ζώων με την ελπίδα να εξιχνιάσει την υπόθεση. Ο κυνηγός όμως έχει ισχυρούς δεσμούς με την ινδιάνικη τοπική κοινότητα καθώς και ένα παρελθόν που τον κατατρέχει και τον ωθεί να κάνει τα πάντα για ανακαλύψει τους ενόχους: Εχει κι αυτός χάσει ένα παιδί. Και η διαδικασία εξιχνίασης του εγκλήματος αποτελεί γι’ αυτόν έναν μονόδρομο συμφιλίωσης με την απώλεια και μια «εκδίκηση» που δεν κατόρθωσε ποτέ να πάρει για να επουλώσει τις δικές του πληγές. Και ο Σέρινταν εξερευνά τόσο τους μηχανισμούς της «αστυνομικής» πλευράς της ιστορίας όσο και τους χαρακτήρες που συντελούν το δράμα. Θέλει να μοιραστούμε τους καημούς τους και, κυρίως, να νιώσουμε το κρύο: Το χιόνι μοιάζει να είναι βασικός πρωταγωνιστής.

Από αυτή την άποψη, το «Wind River» χρωστάει πολλά στο αμερικανικό σινεμά των 70s, το σινεμά της ηθογραφίας –ιδιαιτέρως εκείνης που φλερτάρει με την απελπισία. Η σιωπηλή, στιβαρή μορφή του Τζέρεμι Ρεϊνίερ προσθέτει πολλά σε αυτή την προσπάθεια. Υπέροχη επίσης η Ελίζαμπεθ Ολσεν στον ρόλο της νεόφυτης πράκτορος που έρχεται από το… Λας Βέγκας για να έρθει αντιμέτωπη με μια εντελώς άγνωστη, σε αυτήν, πλευρά της Αμερικής. Αν προσέξετε, ουσιαστικά η Ολσεν στέκεται από τη μεριά τη δική μας –τη μεριά του κοινού: Το βλέμμα της κουβαλά όλη την έκπληξη ενός ανθρώπου που προσπαθεί να κάνει το καλύτερο σε ένα περιβάλλον εχθρικό. Με αύρα ποιητική λοιπόν, εντέχνως δουλεμένο σασπένς και μία μόνο φάλτσα νότα (που δεν μπορώ να αποκαλύψω, είναι όμως ελάσσονος σημασίας), ο Σέρινταν αποδεικνύει πως είναι και σκηνοθέτης. Μπορεί όμως και (ακόμα) καλύτερα.

Βαθμοί: 7