Κάθε μετακίνηση, είτε πρόκειται για μικρής διάρκειας εκδρομή είτε για ταξίδι μακρινό, όσο κι αν έχει οργανωθεί, περικλείει μια αιφνιδιαστική προοπτική, μια περιπέτεια. Οχι ενδεχομένως τόσο μεγάλη όσο αυτή που είχαν να αντιμετωπίσουν σε αμνημόνευτους χρόνους τα πλήθη τα οποία ξεκινούσαν από τα οροπέδια του Ιράν και περνούσαν σταδιακά στην Ευρώπη ή οι Νορμανδοί που κατηφόριζαν από τη Σκανδιναβία και κατακτούσαν τις περιοχές της Γαλλίας και της Αγγλίας που ήταν δίπλα στον Ατλαντικό. Ή τέλος οι Τούρκοι, οι Αραβες, οι Μοσχοβίτες και οι Μογγόλοι οι οποίοι για αιώνες ολόκληρους εξαπλώνονται σε Δύση και σε Ανατολή, σε Βορρά και σε Νότο. Οσο κι αν τις μετακινήσεις αυτές τις υπαγόρευαν λόγοι τελείως διαφορετικοί σε σχέση με τη σύγχρονη Γερμανίδα ή Γαλλίδα που ξεροψήνεται τους καλοκαιρινούς μήνες σε μια παραλία στην Ιμπιζα, τόσο τους πολυάριθμους πληθυσμούς που εκστρατεύανε με διαθέσεις κατακτητικές σε πιο εύφορες, συγκριτικά με τις δικές τους, περιοχές, όσο και τον μοναχικό ταξιδιώτη με την ακόρεστη ερωτική φαντασία, είναι η έννοια του αγνώστου που τους ενεργοποιεί. Ενα άγνωστο που, όσο και αν φαντάζει απειλητικό, μπορεί να ελεγχθεί σε σχέση με το άγνωστο του θανάτου. Βέβαια, και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για μετακινήσεις που δεν προϋποθέτουν έναν πολιτισμό όπως μας γίνεται γνωστός σε νεότατα χρόνια χάρη σε συγγραφείς τύπου Πολ Μοράν –υπήρξε παθιασμένος ταξιδιώτης -, που είχε γράψει πως όταν πεθάνει θα ήθελε να φτιαχτεί μια βαλίτσα με το πετσί του, ή Αντρέ Ζιντ, που παραγγέλνει στον ήρωά του Ναθαναήλ στις «Γήινες τροφές»: «Ολα θα τα κοιτάζεις περνώντας, αλλά δεν θα σταματήσεις πουθενά».

Με μας τους Ελληνες να κρατάμε ψηλότερα, σε σχέση με όλους τους άλλους, τη σημαία του ταξιδιού καθώς –με εξαίρεση τον Σωκράτη που αν δεν είχαν γίνει οι δύο πόλεμοι δεν θα είχε μετακινηθεί ούτε βήμα από την Αθήνα –ο Πυθαγόρας πηγαίνει για χρόνια στις Ινδίες, ο Ηρόδοτος φτάνει ώς την Αίγυπτο τόσο από περιέργεια όσο και για να εκτελέσει κάποια κρυφή διπλωματική αποστολή, ο Πλάτων πηγαίνει και ξαναπηγαίνει στη Σικελία, ο Λουκιανός επισκέπτεται τη Μασσαλία και ο Παυσανίας συνιστά το είδος ενός αυθεντικού περιηγητή όπως θα μας γίνει γνωστό σε πολύ μεταγενέστερα χρόνια.