Με μια ομιλία τεσσάρων χιλιάδων λέξεων που ηχογραφήθηκε στις 4 Ιουνίου και εν συνεχεία παραδόθηκε στη Σουηδική Ακαδημία, ο Μπομπ Ντίλαν αποδέχθηκε τελικώς και πλήρως το Νομπέλ Λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε.

Από τις 10 Δεκεμβρίου όταν ανακοινώθηκε το όνομά του, μέχρι προχθές, αυτός ο 75χρονος δημιουργός, με τις ιδιοτροπίες και τις ιδιορρυθμίες του, κρατούσε σε αναμονή τους πάντες. Σε πρώτη φάση, με την καθυστερημένη αντίδρασή του στη βράβευση. Σε δεύτερη, με την καθυστερημένη δήλωση αποδοχής. Και σε τρίτη φάση, με την καθυστερημένη αποδοχή του χρηματικού ποσού, σχεδόν στην εκπνοή της προθεσμίας. Ενός ποσού που αγγίζει τις 800.000 ευρώ!

Θερβάντες, Τζόναθαν Σουίφτ, Ντάνιελ Ντεφόε, «Μόμπι Ντικ», μαζί με λίγο Ομηρο και πολύ Οδυσσέα, σε συνδυασμό με κάμποση αυτοψυχαναλυτική διάθεση, «πλησιάζει στο τέλος της αυτή η περιπέτεια» όπως τόνισε χαρακτηριστικά η γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας.

Με τη βραχνή φωνή του είπε όλα όσα όλοι ανέμεναν με αγωνία να πει, άρεσε, συγκίνησε, αλλά κυρίως πρόλαβε. Εστω στο παρά πέντε. Αλλά πρόλαβε.

Γιατί άραγε όλο αυτό; Είχε πράγματι προσωπική ανάγκη ο ίδιος να δημιουργήσει αυτή την ιστορία γύρω από το όνομά του; Ηταν πράγματι μεγάλο το σοκ για τον τραγουδοποιό ώστε χρειάστηκε έξι μήνες για να αφομοιώσει το γεγονός; Αλλά και πάλι, πώς και πρόλαβε ακριβώς στην εκπνοή της προθεσμίας;

«Οταν τιμήθηκα με το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας αναρωτήθηκα ποια ακριβώς είναι η σχέση μεταξύ των τραγουδιών μου και της λογοτεχνίας. Ηθελα να το σκεφτώ και να εντοπίσω τη σύνδεση» λέει στον ηχογραφημένο λόγο του, παραθέτοντας εν συνεχεία τις εξηγήσεις του.

Μπορεί να έχει δίκιο ο, επισήμως πλέον, νομπελίστας Μπομπ Ντίλαν. Μπορεί η καλλιτεχνική του φύση και οι προσωπικές του αναζητήσεις να απαιτούσαν χρόνο. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το γεγονός ότι πρόλαβε στο τσακ δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο!