Σε ένα εξαντλημένο και υποβαθμισμένο έδαφος άρχισε να φυτρώνει και να αναπτύσσεται. Η μόδα των νεοφυών επιχειρήσεων, γνωστών ως startups, δεν άφησε ασυγκίνητη την ελληνική αγορά, αναδεικνύοντας ιστορίες επιτυχίας νέων που αποφάσισαν να μην ακολουθήσουν τη συνήθη διαδρομή των τελευταίων ετών που οδηγεί στο εξωτερικό.

Στον αντίποδα του φαινομένου brain drain, ξεχωρίζουν τα success stories εκείνων που πήραν το ρίσκο και αποφάσισαν να εκκινήσουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες στην Ελλάδα της ύφεσης. Ενώ η μια έρευνα διαδέχεται την άλλη για τις αιτίες και τα ποσοστά μετανάστευσης στο εξωτερικό, με πρόσφατη εκείνη της ICAP που κατέγραψε αύξηση στον αριθμό όσων δεν εξετάζουν την επιστροφή στη χώρα ως πιθανό σενάριο, σημαντικά επιχειρηματικά βήματα κινούνται αντίθετα από την αδράνεια.

Αισιόδοξη ανάγνωση των δυνατοτήτων που έχουν οι λεγόμενοι startuppers στην Ελλάδα προσφέρει η περίπτωση του Νίκου Δρανδάκη, ειδικά αφότου ανακοινώθηκε ότι το 100% της ελληνικής Taxibeat εξαγόρασε η Mytaxi, θυγατρική της γερμανικής Daimler. Εξέχουσα θέση στις ιστορίες επιτυχίας καταλαμβάνει και το e-food.gr, ελληνικό δίκτυο παραγγελίας delivery φαγητού μέσω Διαδικτύου, που το 2015 εξαγοράστηκε από τη γερμανική εταιρεία Delivery Hero.

ΤΟ ΡΙΣΚΟ. Οι αφηγήσεις επιχειρηματιών που κέρδισαν το στοίχημα φαίνεται να δίνουν το πράσινο φως σε νέους που επεξεργάζονται επιχειρηματικές ιδέες. Εκδηλη όμως παραμένει η ανησυχία του ρίσκου σε μια χώρα όπου ο ρόλος των τραπεζών είναι περιορισμένος ως προς την τόνωση της νεανικής επιχειρηματικότητας.

Καινοτομία και ταχεία ανάπτυξη είναι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά που αποσαφηνίζουν τον όρο «startup», ο οποίος εκ πρώτης όψεως μοιάζει κατανοητός, στην ουσία όμως δεν είναι διόλου απλός. Η ιδιαιτερότητα εντοπίζεται στη μέθοδο ανάπτυξης και τη χρηματοδότηση.

Ερωτηματικά ανακύπτουν και γύρω από το αντικείμενο που καλούνται να επιλέξουν οι νέοι επιχειρηματίες για να εξασφαλίσουν επιτυχημένη σταδιοδρομία.

«Νέοι επιχειρηματίες επενδύουν στον αγροτικό τομέα και στο κομμάτι της μεσογειακής διατροφής. Στο μέλλον αναμένεται να πρωταγωνιστήσει το ερευνητικό κομμάτι γύρω από τον τομέα της βιοτεχνολογίας» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο Μιχάλης Στάγκος, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας oλικής επικοινωνίας MSComm και συνιδρυτής της Industry Disruptors – Game Changers, του ελληνικού οργανισμού που από το 2012 στηρίζει νεοφυείς επιχειρήσεις μέσα από εργαλεία συμβουλευτικά και χρηματοδοτικά.

ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΛΟΓΗ. Κριτήρια χρηματοδότησης αποτελούν, μεταξύ άλλων, η καινοτομία, η ευκολία με την οποία οι ιδέες των νέων επιχειρηματιών θα ξεπεράσουν τα σύνορα, η σύνθεση της ομάδας.

«Οσοι επιχειρούν να ανοίξουν startup το πράττουν –στις περισσότερες περιπτώσεις –ύστερα από κάποια χρόνια εργασιακής εμπειρίας. Οι συνθήκες στην Ελλάδα, όμως, οδηγούν νεότερες ηλικίες σε αυτή την κίνηση. Αντί δηλαδή να αναζητήσουν εργασία που θα τους αποφέρει μισθό της τάξεως των 500 ευρώ, οι νέοι επιλέγουν να πορευτούν προς την ίδρυση νεοφυούς επιχείρησης» εξηγεί, υποστηρίζοντας πως η χώρα θα μπορούσε να προσελκύσει ταλέντα από το εξωτερικό, καθώς διαθέτει το προτέρημα του καιρού, απουσιάζουν όμως τα κίνητρα.

«Εχουμε δρόμο, πρέπει να πατήσουμε στην εγχώρια οικονομία και να χτίσουμε» δηλώνει από την πλευρά του ο γενικός γραμματέας Βιομηχανίας Στρατής Ζαφείρης, ο οποίος παραδέχεται ότι οι περισσότεροι startuppers που προέρχονται από τον τομέα της πληροφορικής απευθύνονται στο εξωτερικό.

Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του Ισραήλ, όπου καταγράφονται οι «περισσότερες startups αναλογικά με τον πληθυσμό της χώρας και συστάθηκαν για να ικανοποιήσουν τομείς της οικονομίας της», εστιάζει στο θέμα της σύνδεσης του αντικειμένου των νεοφυών επιχειρήσεων με τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.